Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

"ΣΥΝΑΞΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ" ΓΙΑ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ


Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Λαϊκῶν
Η ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΓΙΣΤΗΝ ΛΑΥΡΑΝ ΤΟΥ ΑΓ. ΟΡΟΥΣ ΛΕΓΕΙ ΠΟΛΛΑ
Μετ τν ποτυχίαν τν θεολογικν Διαλόγων προωθεται νωσις τν «κκλησιν» κ τν κάτω, κ το ποιμνίου, τ ποον διατηρεται ες πνευματικν γνοιαν.
Ο λόγοι το Οκουμενικο Πατριάρχου περ πακος κα δικαίωσις τς «μολογίας Πίστεως»
Τὴν 17ην Ὀκτωβρίου ἐπραγματοποιήθη σύναξις Ὀρθοδόξων κληρικῶν καὶ μοναχῶν. Αὐτὴ ἠσχολήθη μέ τὴν ἐπίσκεψιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ τὴν ὁμιλίαν του εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν Μεγίστης Λαύρας. Ἡ Σύναξις διεπίστωσε τὰ ἀκόλουθα:
«Ἕνα ἀκόμη ἀδιάψευστο τεκμήριο τῆς μεγάλης ζημίας ποὺ ἔχει ὑποστῇ ἡ θεολογικὴ σκέψη τῶν ὀρθοδόξων Προκαθημένων ἀπὸ τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀπετέλεσε ἡ πρὸς τὸν Ἡγούμενον Πρόδρομον ἀντιφώνηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας τὸ Σάββατο 8 Ὀκτωβρίου· ταυτοχρόνως ἀποτελεῖ καὶ πλήρη δικαίωση γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ τῆς “Ὁμολογίας Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ”, ἡ ὁποία εὑρέθη ἀφανῶς στὸ στόχαστρο τῆς πατριαρχικῆς ὁμιλίας...

Τὸ κείμενο τῆς ὁμιλίας πάσχει καὶ πάλι τόσο ἀπὸ τὴν ἀδυναμία νὰ ἀρθρώσει στερεό ἐκκλησιολογικὸ λόγο ἔναντι τῆς “Ὁμολογίας Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ”, ὅσο καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι ἀγνοεῖ ἢ ἀποκρύπτει τὴν αἰτία τῆς θεολογικῆς ἀντιπαραθέσεως μεταξὺ οἰκουμενιστῶν καὶ τῶν καλουμένων “ζηλωτῶν”· ἡ ὁποία βεβαίως δὲν εἶναι οἱ διάλογοι μὲ τοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἡ ἔγγραφος ἀποδοχή αἱρετικῶν ἐκκλησιολογικῶν καὶ ἄλλων γενικωτέρων δογματικῶν θέσεων ὑπὸ τοῦ Φαναρίου καὶ ἄλλων δικαιοδοσιῶν, καὶ ἡ de facto σταδιακὴ ἕνωση μὲ τοὺς αἱρετικούς, μέσῳ τῆς λατρευτικῆς κοινωνίας μὲ αὐτοὺς καὶ τῆς λοιπῆς ψυχολογικῆς προετοιμασίας τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος.

Ἡ ἐκκλησιολογικὴ ἀναθεώρηση τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου Μία Ὀρθόδοξη διερεύνηση τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὸ Διάταγμα περὶ Οἰκουμενισμοῦ


ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΠΕΤΡΟΣ ΧΙΡΣ, Δρ. Θ., Α.Π.Θ..

«Ἡ διατριβή αὐτή εἶναι σημαντική καί μία ἀξιόλογη προσφορά στό θέμα τοῦ διαλόγου μεταξύ «Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικων», σέ σχέση μέ τήν Ἐκκλησία, τά Μυστήρια καί τόν οἰκουμενισμό. Εἶναι μιά μελέτη ἄκρως ἐπιστημονική καί βαθειά πατερική καί ἐκκλησιολογική. Προσφέρει ἄγνωστο ὑλικό γιά τούς πολλούς καί κινεῖται σέ ὀρθόδοξη προοπτική. Εἶναι μελέτη ἀποκαλυπτική καί ρίπτει δυνατό φῶς στήν σύγχρονη πορεία τοῦ οἰκουμενισμοῦ».
— ΙΕΡΟΘΕΟΣ Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου
Στό ἀνά χείρας βιβλίο, ὁ συγγραφέας παρουσιάζει μὲ σαφή λόγο μία ἐμπεριστατωμένη κριτική τῆς νέας ἐκκλησιολογίας τῆς Β’ Βατικανῆς Συνόδου. Ἐξετάζοντας τὰ συνοδικά κείμενα ὑπό τὸ φῶς τῶν πατερικῶν κειμένων, ὁ πατήρ Πέτρος ἐξηγεῖ πῶς ἡ Σύνοδος μετακίνησε τὰ ὅρια πού ἔθεσαν οἱ Πατέρες σχετικά μὲ τὸ τί συνιστᾶ ἡ Ἐκκλησία ὡς τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, προφανῶς ἀψηφώντας τὶς προειδοποιήσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Εἴμαστε εὐγνώμονες στὸν πατέρα Πέτρο πού μᾶς καθοδηγεῖ μέσα στὰ κείμενα καὶ γιὰ τὸ σαλπιγγικό κάλεσμα πρός ἐγρήγορση, ὥστε νὰ μὴν θεωρηθεῖ ἡ ἐκκλησιολογική ἀναθεώρηση τῆς Συνόδου ὡς ἐπιστροφή στὶς πηγές παρά αὐτό πού εἶναι στήν πραγματικότητα, μία καινοτομία.
— Ἐπίσκοπος Βασίλειος (Εssey) τῆς Wichita καὶ Κεντρικῆς Ἀμερικῆς (ΗΠΑ) ​
Με τη μελέτη τού π. Χιρς για πρώτη φορά ερευνάται τόσο επισταμένως η ιστορική πορεία τού διαχωρισμού τού Βαπτίσματος από τα άλλα μυστήρια και ερμηνεύεται, πώς αυτό οδήγησε στην “επέκταση” τής Εκκλησίας και παγίωσε ήδη μία νέα Ρωμαιοκαθολική Εκκλησιολογία. Δεν συνιστά μόνο μία επιστημονική συμβολή σε ένα σοβαρότατο θεολογικό θέμα, αλλά είναι μία εκκλησιολογικού χαρακτήρα μελέτη, η οποία συνεισφέρει στην Εκκλησία τα μέγιστα σήμερα, επειδή ανοίγει νέες προοπτικές για κάθε καλοπροαίρετο αναγνώστη είτε Ορθόδοξο είτε Ρωμαιοκαθολικό.
— Δημήτριος Τσελεγγίδης, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής τού Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Η μελέτη είναι μοναδική γαι το θέμα, διεισδύοντας στον πυρήνα τής περί μυστηρίων ρωμαιοκαθολικής, αλλά και τής Ορθόδοξης διδασκαλίας. Αποσαφηνίζει, κατά τον ευστοχότερο τρόπο, τις εντελώς διαφορετικές προϋποθέσεις προσεγγίσεως και τού Βαπτίσματος από τον Ρωμαιοκαθολικισμό και την Ορθοδοξία. Με την έρευνα τού πατρός Χιρς πολλά ζητήματα διαλευκαίνονται, παλαιότερες θέσεις ανατρέπονται και νέες ερευνητικές προοπτικές χαράσσονται για μία αντικειμενική και ψύχραιμη αποτίμηση τής πορείας τού Διαλόγου και τών αληθινών δυνατοτήτων του. Η διατριβή συνιστά ουσιαστική συμβολή στις σημερινές οικουμενικές σχέσεις και θα προσεχθεί ιδιαίτερα.
— Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μεταλληνός, Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Ἡ Ἐκκλησιολογική Ἀναθεώρηση τῆς Β’ Βατικανῆς ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἀξιόλογα ἔργα τῆς Ὀρθόδοξης μυστηριολογίας, ποὺ ἐμφανίσθηκαν ἀπὸ τὸ «Ὁμολογῶ ἕν Βάπτισμα» τοῦ πατρός Γεωργίου Μεταλληνοῦ καὶ ἔκτοτε. Ἡ ἐργασία τοῦ πατρός Πέτρου εἶναι συμπλήρωμα στὴν ἔκκληση τοῦ πατρός Γεωργίου Φλωρόφσκυ νὰ «ἐπαναβιώσουν» οἱ Ὁρθόδοξοι θεολόγοι τὰ διαλεκτικά γυρίσματα καὶ τὶς στροφές τῆς Δυτικῆς Θεολογίας, μὲ στόχο τὴν ἐκκαθάριση κάθε περιττοῦ προσκόμματος, ποὺ ἀνορθώνεται μεταξύ τῶν μὴ Ὀρθοδόξων καὶ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Μόνο μὲ μία τέτοια νεοπατερική προσέγγιση, ὅπως τοῦ πατρός Χὶρς, δυνάμεθα νὰ συμπονοῦμε τὴν «ὑπαρξιακή» κατάσταση τῶν μὴ Ὀρθοδόξων διατηρῶντας καὶ διακηρύττοντας ταυτόχρονα τὴν Ὀρθόδοξη πίστη.
— James L. Kelley, Ὀρθόδοξος θεολόγος, συγγραφέας τοῦ βιβλίου,​​​​ A Realism of Glory: Lectures On Christology in the Works of Protopresbyter John Romanides.

Από τον Πρόλογο του Συγγραφέα:

Στὸ κέντρο τοῦ θεολογικοῦ στοχασμοῦ στὸ πλαίσιο τῆς οἰκουμενικῆς κίνησης σήμερα εἶναι τὸ μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Τὸ Βάπτισμα ὡς βάση γιὰ τὴ χριστιανικὴ ἑνότητα ἔχει προωθηθεῖ καὶ ἐπιμελῶς διερευνηθεῖ ἀπὸ τοὺς ρωμαιοκαθολικοὺς θεολόγους, ἰδίως ἀπὸ τὴν Β΄ Βατικανὴ Σύνοδο τοῦ 1962-1965, ὅσο καὶ ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες θεολόγους στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν. Στὴν συζήτηση αὐτὴ ἔχουν συμμετάσχει καὶ Ὀρθόδοξοι θεολόγοι, ἀλλὰ ἐν πολλοῖς ὡς ἐπισκέπτες σὲ ξένη θεολογικὴ χώρα. Αὐτὸ συμβαίνει ἐπειδή, ἐνῶ οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες μοιράζονται μία κοινὴ ἱστορία καὶ ἔχουν πολλὲς ἐκκλησιολογικὲς θέσεις κοινές, οἱ Ὀρθόδοξοι προσεγγίζουν τὸ ζήτημα μὲ μία τελείως διαφορετικὴ ἱστορικὴ ἐμπειρία καὶ σειρὰ θεολογικῶν προϋποθέσεων. Ἔχουν ἱστορικὴ μνήμη, ἡ ὁποία διατηρεῖ τὴν πατερικὴ ὁμοφωνία τῶν πρώτων τεσσάρων αἰώνων μ.Χ. ὡς τὴν ἀφετηρία καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ ζητήματος ἀκόμη μέχρι σήμερα.
Ἡ προοπτική τοῦ Βαπτίσματος γιὰ νὰ εἶναι τὸ κλειδὶ ποὺ θὰ ἀνοίξει τὴν θύρα πρὸς τὴν ἑνότητα δὲν ἀναγνωρίστηκε πλήρως μέχρι τὴ σύγκληση τῆς Β’ Βατικανῆς Συνόδου. Μὲ τὴν ἀναγνώριση ἀπὸ τὴν Σύνοδο ἀμφοτέρων, τῆς ἐγκυρότητας καὶ ἀποτελεσματικότητας τοῦ μὴ ρωμαιοκαθολικοῦ Βαπτίσματος καθὼς καὶ τῆς ἤδη ὑπάρχουσας ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας, ἂν καὶ ἀτελοῦς, τὸ ἐνδιαφέρον ὅλων στράφηκε πρὸς τὸ Βάπτισμα.
Παρὰ τὴν ἐκτεταμένη οἰκουμενικὴ βιβλιογραφία ἐπὶ τοῦ θέματος, οἱ ἐπιστήμονες παρέβλεψαν νὰ ἐξετάσουν σημαντικὲς ἀντιφάσεις, ἱστορικὲς ὅσο καὶ ἐκκλησιολογικές, ποὺ ὑπάρχουν στὸ σχετικὸ διάταγμα τῆς Συνόδου, *Unitatis Redintegratio (UR)*, ὅπως καὶ τὴν ἱστορικὴ καὶ θεολογικὴ διαδρομὴ ποὺ εἶχε ὡς κατάληξη τὸ UR. Ὡς ἐκ τούτου, πρόωρα θεολογικὰ συμπεράσματα ἐξήχθησαν καὶ ἐγκωμιάστηκαν χωρὶς νὰ ληφθεῖ δεόντως ὑπ’ ὄψιν ἡ Πατερικὴ καὶ Ὀρθόδοξη θεώρηση.
Ἡ παροῦσα διατριβὴ ἐλπίζει νὰ καλύψει αὐτὸ τὸ κενὸ παρουσιάζοντας μία κριτικὴ ἐπισκόπηση τῆς θέσεως τοῦ Βαπτίσματος στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἔχει ἀποτυπωθεῖ στὸ Διάταγμα περὶ Οἰκουμενισμοῦ, Unitatis Redintegratio. Αὐτὴ ἡ κριτικὴ θὰ συμβάλει συνάμα σὲ μία πληρέστερη κατανόηση τῆς Ὀρθόδοξης θεώρησης γιὰ τὴν θέση ποὺ ἔχει τὸ Βάπτισμα στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
Στόχος μας σ’αὐτὴ τὴν μελέτη εἶναι ἡ συστηματικὴ παρουσίαση τῶν κύριων σημείων τῆς δογματικῆς διδασκαλίας περὶ Βαπτίσματος καὶ Ἐκκλησίας στό Διάταγμα Περὶ Οἰκουμενισμοῦ τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου, μὲ σημαντικὲς ἀναφορὲς στὸ Περὶ Ἐκκλησίας Σύνταγμα, Lumen Gentium. Προκειμένου νὰ κατανοήσουμε καλύτερα τὸ ἱστορικὸ καὶ θεολογικὸ πλαίσιο τοῦ UR, θὰ ἐντρυφήσουμε σὲ ὁρισμένες πτυχὲς τῆς ἱστορικῆς του ἀνάπτυξης. Ἐπίκεντρο τῆς κριτικῆς ἐξέτασης θὰ εἶναι ἰδίως τὰ σημεῖα ποὺ ἀντίκεινται στὴν δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ὡς δεύτερο ἐπιμέρους στόχο τῆς μελέτης μας, ἐξετάζουμε τὸν ἰσχυρισμὸ ποὺ προέβαλαν οἱ συγγραφεῖς καὶ θιασῶτες τῆς νέας ἐκκλησιολογίας τῆς Συνόδου, ὅτι αὐτὴ ἀντιπροσωπεύει μία ἐπιστροφὴ στὶς πηγὲς – ressourcement – καὶ πὼς ἡ Σύνοδος ὄχι μόνον δὲν ἦταν μία ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὴν Παράδοση, ἀλλὰ ἀπεναντίας ἦταν μία νέα πραγμάτωση τῆς Παραδόσεως. Θὰ ἀπαντήσουμε στὸ κρίσιμο ἐρώτημα: πέτυχαν οἱ θεολόγοι τῆς Β’ Βατικανῆς νὰ ἐπαναφέρουν τὸν Ρωμαιοκαθολικισμὸ στὴν ἐκκλησιολογία τῆς Ἐκκλησίας τῆς πρώτης χιλιετίας, ἢ μήπως, παρὰ τὶς δηλωθεῖσες προθέσεις τους ἀπέτυχαν ἀπ’ αὐτὴν τὴν ἄποψη;
Ἡ μελέτη μας χωρίζεται σὲ δύο μέρη. Στὸ πρῶτο μέρος περιγράφουμε τὶς βασικὲς πτυχὲς τῆς ἱστορικῆς ἀνάπτυξης τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς διδασκαλίας περὶ Βαπτίσματος καὶ Ἐκκλησίας. Στὸ δεύτερο μέρος, ἐξετάζουμε τὴν διδασκαλία τῆς Συνόδου περὶ Βαπτίσματος καὶ Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὴ ἐκφράστηκε στὶς δύο προαναφερθεῖσες ἐγκυκλίους, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴν communio ἐκκλησιολογία ὡς τὴν κατευθυντήρια ἔννοια τῆς διδασκαλίας τῆς Συνόδου.

Notes:

  • Σελίδες: 360
  • Σχήμα: 17*24
  • Εξώφυλλο: μαλακό εξώφυλλο
  • Ημερομηνία έκδοσης: Νοε. 2014
  • ISBN: 978-678-81583-0-6

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΜΕΜΑΝ



 by amethystosbooks
>Ο οικουμενισμός έχει ήδη φανερώσει την δομή του. Στηρίζεται στην υποτιθέμενη έλλειψη ενότητος της Εκκλησίας, στον διάλογο σαν καταστατικό στοιχείο της Εκκλησίας, στα συλλείτουργα, στα μυστήρια σαν την μοναδική πηγή αγιασμού και σωτηρίας, στην αναβάθμιση του Αρχιερέως και Ιερέως σαν πηγές του αγιασμού, στην απόλυτη προτεραιότητα, εξουσία, του ιερατείου και μάλιστα του επισκόπου, έναντι του υποτιθέμενου λαού (του Θεού;).
Ο Σμέμαν λοιπόν με τέχνη, διότι τελικώς είναι ο επαρκέστερος διώκτης του κληρικαλισμού που έχουμε γνωρίσει μέχρι σήμερα, μας φωτίζει τις διαστροφές της πίστεως, που οδήγησαν στον οικουμενισμό, στο γνωστό βιβλίο του «Ευχαριστία».
Έτσι λοιπόν στη σ.19 διαβάζουμε: Η σχέση των διακονιών του προϊσταμένου και του λαού, η συλλειτουργία τους εκφράζεται στη διαλογική δομή όλων ανεξαιρέτως των ευχαριστιακών ευχών. Κάθε μια απο αυτές αναπέμπεται εξ’ονόματος μας.
Το ίδιο πράγμα μπορούμε να πούμε και για τις ιεροτελεστίες της ευχαριστίας. Όλες αυτές εκφράζουν όχι μόνο την ενότητα του Ιερέα και του λαού, αλλά και τη συνέργεια τους, τη συλλειτουργία, στην κυριολεξία αυτών των λέξεων.
Αυτή η αλήθεια της Εκκλησίας άρχισε να χάνεται στο Βυζάντιο, επειδή η ιεροτελεστία της λειτουργίας—αμέσως μετά τη νίκη των εικόνων—αναπτύχθηκε συστηματικά προς την πλευρά όλο και μεγαλύτερου διαχωρισμού των λαικών απο τον κλήρο, των προσευχομένων απο τους ιερουργούντες.
Η Βυζαντινή λειτουργική ευσέβεια δέχθηκε έντονα την επίδραση της μυστηριολογικής αντίληψης της Θείας λατρείας που θεμελιώθηκε στην αντιπαράθεση των χειροτονημένων απο τους αχειροτόνητους. Απο αυτή την αντιπαράθεση γεννήθηκε ένας ιδιόρρυθμος διχασμός μεταξύ των δεδομένων τις ίδιας της Θείας Λατρείας και της ερμηνείας τους. Αναπτύσσοντας παντοδύναμες συμβολικές ερμηνείες των πιο απλών λέξεων και πράξεων, συνήθως δέ ολωσδιόλου ακατανόητες.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΜΙΑ «ΟΝΟΜΑΤΟΚΡΑΤΙΚΗ» ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΕΥΣΕΒΕΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.
Πραγματικά, στη σημερινή λειτουργική ευσέβεια το ιερό θεωρείται σαν ανεξάρτητο ιερό, προσιτό μόνο στον χειροτονημένο, σαν εξαιρετικά ιερός χώρος, που με την ιερότητα του, τονίζει την βεβήλωση απο την παρουσία των λαϊκών μέσα στα όρια του.
Αυτή η ιεροποίηση του ιερού είναι ίσως η κυριώτερη πηγή του κληρικαλισμού, ο οποίος υποβιβάζει τους λαϊκούς στη θέση κάποιων αποστερημένων που προσδιορίζονται μόνον αρνητικά. Δέν μπορούν να μπούν κάπου, να αγγίξουν οτιδήποτε , να συμμετέχουν.
Ταυτόχρονα με τον παθητικό λαϊκό δημιουργείται και ο καινούργιος τύπος Ιερέως που γνωρίζουμε σήμερα. Ο οποίος στην διαρκή προστασία του ιερού απο τους λαικούς, βλέπει σχεδόν την ουσία της ιερωσύνης και σε αυτό βεβαίως βρίσκει μια ευδαιμονική ικανοποίηση.
Έτσι λοιπόν αυτοι οι κληρικαλιστές οικουμενιστές, στο παπικό ιερατείο βρίσκουν τους ομοίους τους, συλλειτουργούν, διαλέγονται, αγιάζονται, προχωρώντας τοιουτοτρόπως απο δόξης εις δόξαν, απο το κατ’εικόνα Χριστού στο καθ’ομοίωσιν με τους ομοίους τους. Ξαναβρίσκοντας αυτό που αρνούνται στον λαό του Θεού.
Και οι πιστοί δέχονται παθητικά την υποδούλωση, αγνοώντας την ελευθερία που δώρισε ο Κύριος στους πιστούς Του.
Αμέθυστος

Βάση της οικουμενικής συνείδησης, η Ορθοδοξία Γράφει η Βιργινία Δ. Χαμουδοπούλου - Κωνσταντινίδη


Γράφει η Βιργινία Δ. Χαμουδοπούλου - Κωνσταντινίδη 
Ο Ελληνορθόδοξος πολιτισμός γεννήθηκε και διαμορφώθηκε στο πλαίσιο της υπερχιλιετούς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ή ορθότερα της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας. Το όνομα «Βυζάντιο», από τη μικρή πόλη που κτίστηκε τον 7ο αι. π.Χ., από τον Μεγαρέα Βύζαντα και όπου εγκατέστησε ο Μ. Κωνσταντίνος τη Νέα Ρώμη, ουδέποτε χρησιμοποιήθηκε από τους κατοίκους της Κωνσταντινούπολης-Νέας Ρώμης. Γιατί το όνομα «Βυζάντιο» της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είναι δημιούργημα του Γερμανού Ιερώνυμου Βολφ (Wolf), το 1562, ο οποίος υποτίμησε στην ουσία την τεράστια ιστορική σημασία της δημιουργίας του μοναδικού Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού (330-1453 μ.Χ.).
Η «Ρώμη της Ρωμανίας»
Οι από διάφορες εθνότητες πολίτες της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας/Βυζαντίου θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως αμέσους διαδόχους του Ρωμαϊκού Κράτους και γι’ αυτό στα επίσημα έγγραφα, τα λογοτεχνικά αλλά και τα ιστοριογραφικά κείμενα ονομάζονταν Ρωμαίοι-Ρωμηοί και το κράτος τους Ρωμανία. Ο Μ. Αθανάσιος, στα μέσα του 4ου αιώνα γράφει σε μία επιστολή του: «... Μητρόπολις εστίν η Ρώμη της Ρωμανίας». Μέχρι την Αλωση του 1453 και ακόμη και ύστερα από αυτήν, ο λόγος ήταν για Ρωμανία. Τα δημοτικά τραγούδια θρηνούν την πτώση της Ρωμανίας: «Οι Τούρκ’ ... εκούρσευσαν την Πόλ’ την Ρωμανίαν».
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η ονομασία «Βυζάντιο» εξυπηρετούσε, από την αρχή κυρίως του 19ου αιώνα, τα πολιτικά σχέδια των Δυτικοευρωπαίων, αφού οι λαότητες της Ρωμανίας (Ελληνες, Σέρβοι, Βούλγαροι, Ρουμάνοι κ.ά.), περιφερόμενες σε μικρά εθνικά κρατίδια, ως προτεκτοράτα των δυτικών δυνάμεων, δεν «έπρεπε» πλέον –κατά τα σχέδια των Δυτικών– να ανασυστήσουν την Αυτοκρατορία της Ρωμανίας ως κέντρο Ελληνορθόδοξου πολιτισμού, επειδή, με την πάροδο των αιώνων, ο όρος Ρωμαίος, εκτός του πολιτειακού περιεχομένου του, είχε προσλάβει θρησκευτική και πολιτιστική χροιά, αφού, ανεξαρτήτως φυλής, ο υπήκοος του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους (της Ρωμανίας) μιλούσε την ελληνική γλώσσα και ως ορθόδοξος μετείχε των πολιτιστικών αγαθών του Ελληνορθόδοξου πολιτισμού.
Στην Ελληνορθόδοξη Αυτοκρατορία του Μ. Κωνσταντίνου, ο Οικουμενικός χαρακτήρας του Ελληνισμού συνταιριάστηκε με τον υπερφυλετικό και υπερεθνικό χαρακτήρα της Ορθοδοξίας. Από την Αρχαιότητα οι Ελληνες, σεβόμενοι την ετερότητα των άλλων λαών, ταξίδευαν «κατ’ εμπορίαν και θεωρίαν», μεταβάλλοντας την ανάγκη ευρέσεως νέου ζωτικού χώρου σε ανάγκη αυξήσεως των γνώσεών τους και εμπλουτισμό του πολιτισμού τους.
Το έργο αυτό ξεκίνησε ο Μ. Αλέξανδρος, ο οποίος εξελλήνιζε, ενώ η Παλαιά Ρώμη κατακτούσε και στη συνέχεια η Ρωμανία/Βυζάντιο εξεχριστιάνιζε. Μέσα στο πλαίσιο της Ρωμανικής/Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η ελληνική Οικουμενική συνείδηση ενισχύθηκε δια της Ορθοδοξίας.

Αυτός ο άνθρωπος είναι μητροπολίτης Πειραιώς ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΙΑ ΣΥΓΚΛΗΣΗ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ



Αυτός ο άνθρωπος είναι μητροπολίτης Πειραιώς
Αυτός ο άνθρωπος είναι μητροπολίτης Πειραιώς

Αίσθηση προκαλεί για ακόμη μια φορά ο μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ ο οποίος σε μια μακροσκελή, παραληρηματική επιστολή του προς τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο του ζητά να καλέσει Σύνοδο για να καταδικαστεί ο Οικουμενισμός στην Εκκλησία μπλέκοντας ταυτόχρονα Μασόνους, Εβραίους, Σατανιστές και αιρετικούς Παπιστές.
Στο κείμενό του ο μητροπολίτης Σεραφείμ σημειώνει ότι «Ο Οικουμενισμός είναι κοινόν όνομα διά τους ψευδοχριστιανισμούς, διά τας ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του ευρίσκεται η καρδία όλων των ευρωπαικών ουμανισμών με επικεφαλής τον Παπισμό. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αίρεσις παραπλεύρως εις την άλλην αίρεσιν. Το κοινόν ευαγγελικόν όνομά τους είναι η παναίρεσις».
Χαρακτηρίζει ως πηγή και μήτρα του Οικουμενισμού τη Μασονία, η οποία, σύμφωνα με τον μητροπολίτη Πειραιώς, προωθεί την παγκόσμια θρησκεία του «Εωσφορισμού» και, όπως ήταν αναμενόμενο, καταλήγει στο ότι πηγή και μήτρα της Μασονίας είναι ο «φρικώδης διεθνής Σιωνισμός ο οποίος μετήλλαξε τον θεισμόν της Παλαιάς Διαθήκης και των Προφητών σε αίσχιστο Εωσφορισμό με την διαμονική Καμπαλά και το χυδαίο Ταλμούδ, έργα των διαμονιώντων Ραββίνων του εκπεσόντος Ιουδαισμού και της ιδεοληψίας τους περί της διά του αναμενομένου εισέτι ψευδομεσσίου παγκοσμίου κυριαρχίας και διακυβερνήσης».
Συνεχίζει ο μητροπολίτης «Με πόνο και θλίψη διαπιστώνεται ότι ο Οικουμενισμός έχει αιχμαλωτίσει με αλυσίδες και δεσμά όλες σχεδόν τις τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες και τις Ιεραρχίες τους, οι οποίες λατινοφρονούν και οικουμενίζουν με φωτεινές εξαιρέσεις τα Σεπτά Πατριαρχεία της Γεωργίας και της Βουλγαρίας, όπως εν τοις πράγμασι αποδεικνύουν ανήκουστες, ανιστόρητες, πρωτοφανείς και καινοφανείς οικουμενιστικές πράξεις και ενέργειες, πραχθέντα και λεχθέντα τους» και προσθέτει «Ο Οικουμενισμός έχει διαβρώσει και τις Θεολογικές Σχολές, στις οποίες δεν διδάσκεται πλέον η Ορθοδοξοπατερική Θεολογία, αλλά εδραιώνεται ανοικτά, πλέον, με τον πιο πανηγυρικό και επίσημο τρόπο η οικουμενιστική θεολογία.
Ο Οικουμενισμός εισχώρησε και στα νέα θρησκευτικά βιβλία του Δημοτικού και του Γυμνασίου και είναι ο κύριος υπεύθυνος διά την εφαρμογή του νέου πιλοτικού προγράμματος σπουδών στην εκπαίδευση, απαιτώντας την αλλαγή του κατηχητικού και ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών σε θρησκειολογικό και πανθρησκειακό».
Διαβάστε ολόκληρη την επιστολή του Πειραιώς Σεραφείμ:
«Εν Πειραιεί τη 8η Μαίου 2013
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ απέστειλε προς τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο και τα μέλη της Σεπτής Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος την ακόλουθη επιστολή.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
Αριθμ. Πρωτ. 525
Εν Πειραιεί τη 8η Μαίου 2013
Τω Μακαριωτάτω
Αρχιεπισκόπω Αθηνών
και πάσης Ελλάδος
Κυρίω κ. ΙΕΡΩΝΥΜΩι
Προέδρω της Ιεράς Συνόδου και
τοις Σεβασμιωτάτοις Μέλεσι της Ιεράς Συνόδου
της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Εις τας έδρας Αυτών
Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Πατέρες,
Χριστός Ανέστη! Αληθώς Άνέστη!
Όταν εμφανίζεται νέα αίρεσις, που δημιουργεί σύγχυσιν στα της πίστεως, οι ποιμένες κάθε εποχής, επιβεβαιούντες όσα κατά την χειροτονία τους υποσχέθηκαν, προβαίνουν στην αντιμετώπισιν αυτής της αιρέσεως, διά να περιχαρακώσουν και οριοθετήσουν την Ορθόδοξο πίστι, ώστε να διακρίνεται από την πλάνη των αιρετικών και με τον τρόπο αυτό να προφυλάξουν τους πιστούς από την λύμη της κακοδοξίας. Στις ημέρες μας, Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε και Σεβασμιώτατοι άγιοι Αδελφοί, εμφανίσθηκε ως ένα από τα σημεία των εσχάτων καιρών και ως «λύκος βαρύς μη φειδόμενος του ποιμνίου»[1] η παναίρεση του συγκρητιστικού διαχριστιανικού και διαθρησκειακού Οικουμενισμού. Διά τον λόγον αυτόν, εκφράζοντες την αγωνία μας, απευθυνόμεθα προς Σας, το Σεπτόν Σώμα των Αγιωτάτων Επισκόπων της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος, ως το ανώτατο και αρμόδιο διοικητικό όργανο της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, ικετευτικώς και ταπεινώς παροτρύνοντας και προτείνοντας όπως εμείς, οι Επίσκοποι-ποιμένες, εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου, Ζωοποιού και Αδιαιρέτου Τριάδος, του εν τρισί υποστάσεσι Ζώντος Θεού, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος αναλάβωμεν τας ευθύνας μας έναντι Αυτού και του πιστού λαού Tου και αρθώμεν στο ύψος των περιστάσεων και συγκαλέσωμε Τοπική Σύνοδο, η οποία καθηκόντως οφείλει να προχωρήσει στην επίσημο συνοδική καταδίκη της ειρημένης κακοδοξίας και δεινής αιρέσεως.
Οι λόγοι, οι οποίοι καθιστούν αδήριτη την ανάγκη συγκλήσεως τοιαύτης Τοπικής Συνόδου, περιγράφονται κατωτέρω :
Ο Οικουμενισμός, ως γνωστόν, έχει καταγνωστεί ως παναίρεση υπό του συγχρόνου αγίου γέροντος της αδελφής Αγιοσαββιτικής Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και καθηγητού της Δογματικής και Οικουμενικού Διδασκάλου Οσίου και Θεοφόρου Πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς, ο οποίος στο εξαίρετο σύγγραμμά του «Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός» σημειώνει : «Ο Οικουμενισμός είναι κοινόν όνομα διά τους ψευδοχριστιανισμούς, διά τας ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του ευρίσκεται η καρδία όλων των ευρωπαικών ουμανισμών με επικεφαλής τον Παπισμό. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αίρεσις παραπλεύρως εις την άλλην αίρεσιν. Το κοινόν ευαγγελικόν όνομά τους είναι η παναίρεσις»[2].
Πηγή και μήτρα του Οικουμενισμού τυγχάνει η Μασωνία, που προωθεί δι' αυτού την παγκόσμια θρησκεία του Εωσφορισμού, όπως και της Μασωνίας πηγή και μήτρα είναι ο φρικώδης διεθνής Σιωνισμός[3] ο οποίος μετήλλαξε τον θεισμόν της Παλαιάς Διαθήκης και των Προφητών σε αίσχιστο Εωσφορισμό με την διαμονική Καμπαλά και το χυδαίο Ταλμούδ, έργα των διαμονιώντων Ραββίνων του εκπεσόντος Ιουδαισμού και της ιδεοληψίας τους περί της διά του αναμενομένου εισέτι ψευδομεσσίου παγκοσμίου κυριαρχίας και διακυβερνήσης.
Ο Οικουμενισμός κινείται σε δύο επίπεδα˙ σε διαχριστιανικό και σε διαθρησκειακό.
Έτσι, διαμορφώνεται ο διαχριστιανικός οικουμενισμός και ο διαθρησκειακός οικουμενισμός, οι οποίοι αποτελούν δύο από τις βασικές κατευθύνσεις του Οικουμενισμού. Ο μεν διαχριστιανικός οικουμενισμός προωθεί την ένωση των διαφόρων χριστιανικών αιρέσεων (Παπικών, Προτεσταντών, Αγγλικανών, Μονοφυσιτών) με την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία με το κριτήριο του δογματικού μινιμαλισμού. Σύμφωνα με την οικουμενιστική αρχή του «διαχριστιανικού δογματικού συγκρητισμού» οι δογματικές διαφορές μεταξύ αιρετικών και Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι απλώς τυπικές παραδόσεις και πρέπει να παρακάμπτωνται για το καλό της ενότητας της «Εκκλησίας», η οποία μπορεί να εκφράζεται με την ποικιλία διαφόρων μορφών και θέσεων. Ο δε διαθρησκειακός οικουμενισμός, θεωρώντας ότι σε όλες τις θρησκείες υπάρχουν θετικά στοιχεία, προωθεί την ένωση μεταξύ αυτών και κυρίως μεταξύ των λεγομένων τριών μονοθειστικών θρησκειών του κόσμου, του Χριστιανισμού, του Μουσουλμανισμού και του Ιουδαισμού, δηλ. προωθεί την λεγομένη «πανθρησκεία». Σύμφωνα με την οικουμενιστική αρχή του «διαθρησκειακού συγκρητισμού» πρέπει να προβάλλωνται τα δήθεν «κοινά θεολογικά σημεία», που υπάρχουν σε όλες τις «μονοθειστικές θρησκείες», ώστε να οικοδομηθή η θρησκευτική ενότητα της Οικουμένης.
Ο Οικουμενισμός, διά να υλοποιήση τους στόχους του, εφευρίσκει διάφορες θεωρίες, όπως τις κακοδοξίες περί «Διευρημένης Εκκλησίας, αδελφών Εκκλησιών, βαπτισματικής θεολογίας, Παγκοσμίου αοράτου Εκκλησίας, των κλάδων, των δύο πνευμόνων, του δογματικού μινιμαλισμού και μαξιμαλισμού, της μεταπατερικής, νεοπατερικής, συναφειακής αιρέσεως, της ευχαριστηριακής θεολογίας, της μετασυνοδικής θεολογίας, των ελλειματικών και μη πλήρων «Εκκλησιών», της περιεκτικότητος, της ελλειματικής και μη πλήρους μυστηριολογίας, της μετατροπής της οικονομίας σε ακρίβεια και δόγμα», οι οποίες, βεβαίως, τυγχάνουν ξένες και αλλότριες της Ορθοδόξου Δογματικής διδασκαλίας και θεολογίας[4].
Ο Οικουμενισμός προβάλλει τους συγχρόνους μεθοδευμένους και επιτηδευμένους ατέρμονες οικουμενιστικούς θεολογικούς διαλόγους, στους οποίους κυριαρχεί η έλλειψη ορθοδόξου ομολογίας, η έλλειψη ειλικρινείας των ετεροδόξων, ο υπερτονισμός της αγάπης και ο υποτονισμός της αληθείας η απόκρυψη και η παραποίηση των Γραφικών χωρίων ιδία του κατά Ιωάννην «ίνα εν ώσιν καθώς ημείς» (Ιω. ΙΖ΄ 11), η πρακτική του να μη συζητούνται αυτά, που χωρίζουν, αλλά αυτά, που ενώνουν, η άμβλυνση των ορθοδόξων κριτηρίων, η αμοιβαία αναγνώριση εκκλησιαστικότητος, αποστολικής διαδοχής, ιερωσύνης, Χάριτος, μυστηρίων, ο διάλογος επί ίσοις όροις, η αμνήστευση, αθώωση και επιβράβευση του Δούρειου Ίππου του Παπισμού, της επαράτου και δαιμονικής Ουνίας, η συμμετοχή στο παμπροτεσταντικό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών» ή μάλλον των αιρέσεων, η υπογραφή κοινών αντορθοδόξων ανακοινωθέντων, δηλώσεων και κειμένων δίχα Συνοδικής διαγνώμης και αποφάσεως, ως απεδείχθη στην τακτική ΙΣΙ του Οκτωβρίου 2009 (π.χ. Λίμα Περού Νοτίου Αμερικής 1982, Balamand Λιβάνου 1993, Σαμπεζύ Ελβετίας 1994, Porto Alegre Βραζιλίας 2006, Ραβέννας 2007 κ.α.) και οι συμπροσευχές[5].
Ο Οικουμενισμός υιοθετεί και νομιμοποιεί όλες τις αιρέ­σεις ως «Εκκλησίες» και προσβάλλει το δόγμα της Μιάς, Άγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Άνα­πτύσσει, διδάσκει και επιβάλλει νέο δόγμα περί Εκκλησίας, νέα εκκλησιολογία, σύμφωνα με την οποία καμμία Εκκλησία δεν δικαιούται να διεκδικήση αποκλειστικά για τον εαυτό της τον χαρακτήρα της Καθολικής και αληθινής Εκκλησίας. Κάθε μία είναι ένα κομμάτι, ένα μέρος, όχι ολόκληρη η Εκκλησία. Όλες μαζί αποτελούν την Εκκλησία. Με τον τρόπο, όμως, αυτό γκρεμίζει τα όρια μεταξύ αληθείας και πλάνης, Ορθοδοξίας και αιρέσεως και επιδίδεται άριστα στο αγώνισμα της κατεδαφίσεως της Ορθοδοξίας.
Ο Οικουμενισμός εξισώνει όλες τις θρησκείες με την μοναδική, θεόθεν αποκαλυφθείσα από τον Αναστάντα Χριστό θεοσέβεια, θεογνωσία και κατά Χριστόν ζωή. Με τον τρόπο αυτό, αναιρεί το δόγμα της μοναδικής εν τω κόσμω σωτηριώδους αποκαλύψεως και οικονομίας του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου του Θεού, ως και της εν συνεχεία πραγματώσεως του σωτηριώδους Αυτού έργου από την Μία και Μοναδική, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, διά του ενεργούντος σε Αυτή Αγίου Πνεύματος. Ως εκ τούτου συνεπάγεται αναμφιβόλως ότι ο Οικουμενισμός καθίσταται στις ημέρες μας η μεγαλυτέρα εκκλησιολογική αίρεσις όλων των εποχών, επειδή εξισώνει όλες τις θρησκείες και τις πίστεις[6].
Με πόνο και θλίψη διαπιστώνεται ότι ο Οικουμενισμός έχει αιχμαλωτίσει με αλυσίδες και δεσμά όλες σχεδόν τις τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες και τις Ιεραρχίες τους, οι οποίες λατινοφρονούν και οικουμενίζουν με φωτεινές εξαιρέσεις τα Σεπτά Πατριαρχεία της Γεωργίας και της Βουλγαρίας, όπως εν τοις πράγμασι αποδεικνύουν ανήκουστες, ανιστόρητες, πρωτοφανείς και καινοφανείς οικουμενιστικές πράξεις και ενέργειες, πραχθέντα και λεχθέντα τους[7].
Το τραγελαφικόν όμως για τους Ορθοδόξους οικουμενιστάς είναι ότι ενώ αποδίδουν τίτλους εκκλησιαστικότητας στους πρόδηλα κακοδόξους αιρετικούς δεν τολμούν, συνεπείς προς τις διακηρύξεις τους, την μαζί τους μυστηριακή διακοινωνία γιατί γνωρίζουν ότι απ' εκείνης της στιγμής θα απωλέσουν άμεσα την εκκλησιαστική τους ιδιότητα. Αυτό δεν αποτελεί την πλέον κραυγαλέα απόδειξη της κακοδοξίας του Οικουμενισμού; Αν πράγματι πιστεύουν τις απαράδεκτες και προκλητικές τους διακηρύξεις ας το τολμήσουν λοιπόν γιατί άλλως αποδεικνύουν με την στάση τους την ανυπαρξία των τίτλων εκκλησιαστικότητος, που αποδίδουν στους ψευδεπισκόπους των κακοδόξων.
Ο Οικουμενισμός, δυστυχώς, επέτυχε εσχάτως την αθρόα μεταβολή της μακραίωνης και δισχιλιετούς αγιοπατερικής και ιεροκανονικής πορείας τόσο της Μητρός ημών Εκκλησίας, του Σεπτού Κέντρου της Ορθοδοξίας, της ευσεβούς πηγής του Γένους, του Οικουμενικού Πατριαρχείου[8] (από το 1964) όσων και άλλων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών σε οικουμενιστική στάση ζωής. Αλλά, και η Κιβωτός της Ορθοδοξίας, το Περιβόλι της Παναγίας, το Άγιον Όρος δεν παρέμεινε αλώβητο και ανεπηρέαστο.
Ο Οικουμενισμός έχει διαβρώσει και τις Θεολογικές Σχολές, στις οποίες δεν διδάσκεται πλέον η Ορθοδοξοπατερική Θεολογία, αλλά εδραιώνεται ανοικτά, πλέον, με τον πιο πανηγυρικό και επίσημο τρόπο η οικουμενιστική θεολογία.
Ο Οικουμενισμός εισχώρησε και στα νέα θρησκευτικά βιβλία του Δημοτικού και του Γυμνασίου και είναι ο κύριος υπεύθυνος διά την εφαρμογή του νέου πιλοτικού προγράμματος σπουδών στην εκπαίδευση, απαιτώντας την αλλαγή του κατηχητικού και ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών σε θρησκειολογικό και πανθρησκειακό.
Η εξάρτηση από τον Οικουμενισμό συνεχίζει να αυξάνεται, διότι υπάρχει α) απουσία κατηχήσεως των πιστών σε θέματα πίστεως, β) τρομερή έλλειψη μέσων γνησίας και αντικειμενικής ενημερώσεως του λαού του Θεού και γ) εκκοσμίκευση κλήρου και λαού[9].
Ο Οικουμενισμός αμφισβητεί έμπρακτα την ορθοδοξοπατερική μας παράδοσι και Πίστι, σπέρνει την αμφιβολία και την σύγχυση στις καρδιές του ποιμνίου και κλονίζει πολλούς φιλοθέους αδελφούς, οδηγώντας σε διαιρέσεις και σχίσματα (π.χ. παλαιοημερολογιτισμός, αποτείχιση) και παρασύρει ένα μέρος του ποιμνίου στην πλάνη και δι' αυτής στον πνευματικό όλεθρο[10].
Ο Οικουμενισμός εντέλει αποτελεί μέγιστο ποιμαντικό και σωτηριολογικό πρόβλημα, διότι κλονίζει συνθέμελα, ακυρώνει την σωτηρία και την κατά Χάρη θέωση του ανθρώπου. Ο κίνδυνος, βεβαίως δεν αφορά στην Εκκλησία, η οποία δεν πρόκειται να καταστραφή, αφού είναι Σώμα Χριστού, έχει Κεφαλή τον Χριστό, είναι ο Χριστός ο εις τους αιώνας επεκτεινόμενος «και πύλαι Άδου, ου κατισχύσουσιν αυτής»[11], αλλά στα μέλη της Εκκλησίας, στους πιστούς, οι οποίοι κινδυνεύουν να χαθούν, όταν χαθεί η ορθή πίστη, η Ορθοδοξία, και επικρατήσουν η αίρεση και η πλάνη[12].
Μακαριώτατε άγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Σύνεδροι,
Μετά την ανωτέρω παρουσίαση του φαινομένου της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, των κινδύνων και των τραγικών συνεπειών του τόσο στην δογματική όσο και στην σωτηριολογική διδασκαλία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, διαπιστώνομε ότι όντως τώρα κινδυνεύει σοβαρά η Ορθοδοξία. Ταπεινώς φρονούμε ότι επιβάλλεται η όσο το δυνατόν συντομότερα σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, για να εξετάση και ερευνήση τα ανωτέρω καυτά και φλέγοντα θέματα, πάντοτε υπό το φως της Αγιογραφικής, Αγιοπατερικής και Ιεροκανονικής διδασκαλίας και παραδόσεως της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να λάβη καταδικαστική απόφαση εναντίον τόσο του Οικουμενισμού όσο και των ακολουθούντων, διδασκόντων και μεταλαμπαδευόντων την παναίρεση αυτή για να παύσουν τα σκάνδαλα και η σύγχυση κλήρου και λαού. Τούτο άλλωστε θα αποδείξει ότι παραμένωμε επί των επάλξεων και είμεθα συνεπείς στους φρικτούς όρκους που εδώσαμε κατά την χειροτονία μας, εφαρμόζοντας στην πράξη την σχετική απόφαση, που έχομε λάβει στις συνεδρίες της 15ης - 16ης Οκτωβρίου 2009.
Όθεν, Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατοι Άγιοι Συνεπίσκοποι, ούτω ποιούντες μέγα καλό θα προξενήσωμε στην Αγία Ορθοδοξία μας, στο Έθνος μας, στον περιούσιο λαό του Θεού και μεγάλη χαρά θα γίνη στον Ουρανό και στην γη. Το δε μνημόσυνο μας θέλει μείνει στον αιώνα, των ονομάτων μας γραφομένων εν Βίβλω Ζωής, συγχωρουμένων των αμαρτιών μας. Ας βαδίσουμε ενωμένοι στον αγώνα της Ομολογίας της Πίστεως και είμεθα πεπεισμένοι ότι ο Οικουμενισμός «ου» κατισχύσει της Εκκλησίας, κατά την αψευδή ρήσιν του Κυρίου μας, «πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής». Ας τολμήσουμε, Μακαριώτατε Δέσποτα, Σεβασμιώτατοι και περιπόθητοι άγιοι Αδελφοί, να σπάσωμε τα οικουμενιστικά δεσμά, να βγούμε από την οικουμενιστική φυλακή και να απελευθερωθούμε από την αιχμαλωσία της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, τη θεία δυνάμει και Χάριτι του Αναστάντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού «επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι».
Διά ταύτα ταπεινώς προτείνομε να αποστείλητε σχετική αίτηση εκτάκτου συγκλήσεως της Ιεραρχίας και να την υποβάλητε στον Μακαριώτατο Πρόεδρο της ΔΙΣ ώστε κατά τας διατάξεις του άρθρου 6, εδαφ. 1 του Ν. 590/1977 «Περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» Αύτη να προβή σε έκτακτη σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας για την Συνοδική κατάγνωση και καταδίκη του συγκρητιστικού οικουμενισμού, της δεινής αυτής παναιρέσεως των συγχρόνων καιρών.
Ελάχιστος εν Χριστώ Αναστάντι αδελφός
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ο Πειραιώς Σεραφείμ
[1] Πραξ. 20, 29.
[2] ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 224.
[3] ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ποιμαντορική εγκύκλιος επί τη Κυριακή της Ορθοδοξίας 2013, ΑΡΧΙΜ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ
ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ο Οικουμενισμός χωρίς μάσκα, εκδ. Ορθόδοξος Τύπος, Αθήνα 1988, σσ. 43-45, 107-108, ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Διακήρυξις διά την Μασονίαν, http://www.impantokratoros.gr/67D9F5DF.el.aspx.
[4] ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ποιμαντορική εγκύκλιος επί τη Κυριακή της Ορθοδοξίας 2013.
[5] Ο Οικουμενισμός, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2004, σσ. 11-18.
[6] ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού, Ιούλιος 2009, σσ. 23-24.
[7] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Κινδυνεύει τώρα σοβαρά η Ορθοδοξία», Θεοδρομία Θ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2007) 94-98.
[8] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, «Οικουμενικό Πατριαρχείο και Οικουμενισμός», εν Οικουμενισμός˙ Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις, Πρακτικά διορθοδόξου επιστημονικού συνεδρίου, Αίθουσα Τελετών ΑΠΘ, τ. Α΄, εκδ. Θεοδρομία, σσ. 233-250.
[9] Ο.π. σσ. 124-126.
[10] ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού, Ιούλιος 2009, σσ. 25-26.
[11] Ματθ. 16,18
[12] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Κινδυνεύει τώρα σοβαρά η Ορθοδοξία», Θεοδρομία Θ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2007) 89-94».

ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΑΙΡΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΟΡΚΟΣ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ.


Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ. " Παπισμός, οικουμενισμός, όρκος"

 

π. Γεώργιος Μεταλληνός – ΑΦΙΕΡΩΜΑ




π. Γεώργιος Μεταλληνός
Κείμενα π. Γεωργίου Μεταλληνού
Αναμφίβολα και δικαίως κατέχει τον τίτλο ενός εκ των συγχρόνων σπουδαιοτέρων θεολόγων. Ο Αιδεσ. π. Γεώργιος Μεταλληνός, Ομότ. Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών είναι αποδεκτός και σεβαστός από τον επιστημονικό κόσμο παγκοσμίως για την σοφία, την κατάρτισή του και το περισπούδαστο έργο του. Θεωρούμε όμως σημαντικότερο απ’ όλα την αγάπη του πιστού λαού προς το πρόσωπό του εξαιτίας της πιστότητάς του προς την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας και την απλότητα του χαρακτήρος του. Οι λόγοι του πλήρεις εκ της υψηλής Θεολογίας των Αγίων Πατέρων και συγχρόνως ανεπιτήδευτοι ώστε να γίνονται αντιληπτοί από όλους. 

ΜΕΤΑ ΠΙΣΤΕΩΣ & ΑΓΑΠΗΣ - ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ



Η μακρόχρονη -συν Θεώ- πείρα μας έχει διδάξει, ότι τα κείμενα, που δημοσιεύονται σε Περιοδικά και Εφημερίδες, εύκολα "χάνονται" ή δύσκολα βρίσκονται από τους Πιστούς, που έχουν την ευλογία να διαβάζουν τον ποιμαντικό λόγο επιμελώς και θεαρέστως. Γι' αυτό αποτολμάται για μια ακόμη φορά η συγκέντρωση στο τομίδιο αυτό ένδεκα θεολογικών και ποιμαντικών κειμένων μας, προσφερομένων στο εκκλησιαστικό μας πλήρωμα, που μένει σταθερό στην Πίστη μας και αγωνίζεται γι' αυτήν "εν αγάπη".
Βέβαια, η συνδημοσίευση των ταπεινών κειμένων μας δεν θα ήταν δυνατή, αν για μια ακόμη φορά, δεν λειτουργούσε ο ιεραποστολικός ζήλος, και γι' αυτό και η συναντίληψη, του αγαπητού εν Χριστώ Αδελφού κ. Στυλιανού Κεμεντζετζίδη και των εκδόσεων "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ", που απεδέχθησαν με προθυμία -σε δύσκολους μάλιστα καιρούς- το ταπεινό αίτημά μας. Τόσον ο κ. Στ. Κεμεντζετζίδης, όσο και οι φιλότιμοι Συνεργάτες του αποτελούν το ευλογημένο παράδειγμα χριστιανών εκδοτών, που υπεράνω όλων τάσσουν την Ορθοδοξία των Αγίων μας Πατέρων, αγωνιζόμενοι για τον φωτισμό και την πληροφόρηση των Πιστών μας για τα τεκταινόμενα εις βάρος της αμωμήτου Πίστεώς μας. Συνεχίζουν έτσι, την αγωνιστική προσπάθεια των Ορθοδόξων παλαιοτέρων εποχών, και μάλιστα περιόδων δουλείας και διωγμών, που διέσωσαν, ο καθένας με τη δική του συμβολή, την αποστολική και αγιοπατερική παράδοσή μας.
Η προσφορά του λόγου της Πίστεώς μας ήταν πάντα συνδεδεμένη με τον αγώνα για την απόκρουση αιρέσεων και πλανών, που έρχονταν από την αποχριστιανοποιημένη "Δύση", μεταγγίζοντας στην "καθ' ημάς Ανατολή" ένα χριστιανισμό "άλλου είδους", τελείως αποξενωμένο από την αυθεντική χριστιανική παράδοση.
Ο αγώνας αυτός για την προβολή της ορθοδόξου Πίστεως και την μέσω αυτής διάσωση της ελληνορθόδοξου ταυτότητός μας είναι ιδιαίτερα αναγκαίος στην δική μας εποχή, που ο διπλός οικουμενισμός (διαχριστιανικός και διαθρησκειακός) συνιστά τη μεγαλύτερη απειλή για την παράδοσή μας και την ίδια την σωτηρία μας. (Από τον πρόλογο του συγγραφέα)

Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός για τους παλαιοημερολογίτες


 
Picture
Ο γνωστός πανεπιστημιακός καθηγητής και ιερέας πατέρας Γεώργιος Μεταλληνός μιλά για τους ακολουθούντες το πάτριο εορτολόγιο.
"Ξέρετε αυτους που κοροιδευτικά εμείς οι έξυπνοι υιοί τους ονομάζουμε Παλαιοημερολογίτες και που σήμερα αρχίζουμε να κατανοούμε πόσο τους αδικήσαμε.
Διότι εμείς δεν κρατήσαμε Θερμοπύλες όπως αυτοί, οι τόσοι λίγοι. Εμείς υποχωρήσαμε και υποχωρούμε συνέχεια.
Ο διάβολος μας κλέβει σιγά σιγά και με μαστοριά. Εγιναν τοσα βήματα με ξεκάθαρο το στόχο της ένωσης. Άρση αναθεμάτων, αναγνώριση μυστηρίων, αποδοχή αρχιερωσύνης και πρωτείο της τιμής. Και ορίστε σήμερα ενώπιον του κοινού ποτηριου και του παπικού πρωτείου εξουσιας ο λαός του Θεού κοιμάται.
Το πιο λυπηρό είναι οτι αυτοί που εχθρεύονται τους φιλότιμους και ειλικρινείς παλαιοημερολογήτες νομίζοντας οτι έτσι σαπουνίζουν την σπιλωμένη και προδομένη πίστη τους.
Ο Χρόνος όμως θα τους νουθετήσει. Οι προθέσεις θα αποκαλυφθούν. Τα σχέδια και τα προγράμματα θα γίνουν έργα και τότε μαζί με όλους τους συντηριτικούς κληρικούς του νέου ημερολογίου θα κατανοήσουν οτι ο αγώνας που ξεκινούν τόσο αργά, δεν είναι παρα ο αγώνας που έχουν αρχίσει εδώ και τόσα χρόνια οι παλαιοημερολογήτες παππουδες μας.

πατέρας Γεώργιος Μεταλληνός
 

ΒΙΒΛΙΑ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ















Μεταλληνός π. Γεώργιος (Metallinos Georgios)



Ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός γεννήθηκε στήν Κέρκυρα (1940) καί περάτωσε ἐκεῖ τήν ἐγκύκλιο παιδεία του (1958). Ἔλαβε τά πτυχία Θεολογίας (1958-1962) καί Φιλολογίας (1964-1967) στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν. Μετά τήν ἐκπλήρωση τῆς στρατιωτικῆς του θητείας ὡς ἁπλός στρατιώτης (1963-1965), διορίστηκε ἐπιστημονικός βοηθός στήν ἕδρα Πατρολογίας καί τό 1969 μετέβη γιά μεταπτυχιακές σπουδές στήν τότε Δ. Γερμανία (Βόννη καί Κολωνία), ὅπου ἔμεινε μέχρι τό 1975. Ἐνδιάμεσα ἔκανε σπουδές καί ἔρευνες ἀρχειακές στήν Ἀγγλία. Τό 1971 εἰσῆλθε στίς τάξεις τοῦ κλήρου στή Γερμανία καί ἔγινε διδάκτωρ Θεολογίας (Ἀθήνα) καί Φιλοσοφίας–Ἱστορίας (Κολωνία). Ἀπό τό 1984 καθηγητής στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἐδίδαξε Ἱστορία καί Πνευματικό Βίο κατά τήν μεταβυζαντινή περίοδο, Ἱστορία καί Θεολογία τῆς Λατρείας καί Βυζαντινή Ἱστορία. Διετέλεσε Κοσμήτωρ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς ἀπό 1-9-2004 ἕως 31-8-2007, ὁπότε καί ἀφυπηρέτησε, διατελῶν πλέον ὁμότιμος Καθηγητής. Την ποιμαντική του δραστηριότητα ἀναπτύσσει στόν πανεπιστημιακό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀντίπα στό χῶρο τῆς Ὀδοντιατρικῆς Σχολῆς.

π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ - ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ 1/2

Η «Σύνοδος» του κολυμπαρίου Κρήτης και η Σύμπλευση με τον Οικουμενισμό



ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ
Η «ΣΥΝΟΔΟΣ» ΤΟΥ ΚΟΛΥΜΠΑΡΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ
ΚΑΙ Η ΣΥΜΠΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ
Οἱ ἀνησυχίες καὶ ἡ ἀγωνία τοῦ ὑγιοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ἔκβαση τῶν ἐργασιῶν τῆς λεγόμενης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπαληθεύθηκαν. Ἡ σύναξη αὐτὴ δὲν εἶναι οὔτε σύνοδος οὔτε ἁγία οὔτε μεγάλη.
Δὲν εἶναι σύνοδος, διότι δὲν ἔχει τίποτε κοινὸ μὲ τὶς συνόδους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας· διακόπτει τὴν παράδοση τῶν ὀρθοδόξων συνόδων, δὲν ἀποτελεῖ συνέχειά τους, συνιστᾶ συνοδικὴ παρεκτροπὴ καὶ κανονικὴ καινοτομία. Ἡ ἐκκλησιολογικὰ κυνικὴ καὶ προκλητικὴ ὁμολογία τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας ὅτι «δὲν εἶναι ἀντίγραφο τῶν παλαιῶν συνόδων ἀλλὰ ἕνα νέο εἶδος συνόδου», ἐπαινεθεῖσα ἀπὸ τὸν πρωτοστάτη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, οἰκουμενικὸ πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τὸν καὶ πρόεδρο τῆς «Συνόδου», καθιστᾶ ὅλους τοὺς συμμετέχοντες ἀρχιερεῖς, ποὺ τὴν ἀποδέχθηκαν ἀδιαμαρτύρητα, καινοτόμους καὶ παραβάτες τῆς μακραίωνης συνοδικῆς καὶ κανονικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὑποκείμενους στὴν κρίση μιᾶς μελλοντικῆς ἀληθοῦς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου.
Ἡ εἰκόνα τῶν συμπροσευχομένων μὲ τοὺς Ὀρθοδόξους αἱρετικῶν παρατηρητῶν, Μονοφυσιτῶν, Παπικῶν καὶ Προτεσταντῶν καὶ οἱ φιλόφρονες πρὸς αὐτοὺς λόγοι καὶ ἐκδηλώσεις βοοῦν καὶ κραυγάζουν γιὰ τὴν πρωτοφανῆ συνοδικὴ καινοτομία καὶ τὴν εὐθεία προσβολὴ τῶν Ἱερῶν Κανόνων.
Δὲν εἶναι ἁγία, διότι ὁρισμένα σημαντικὰ κείμενα τὰ ὁποῖα ἐνέκρινε εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὶς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ληφθεῖσες διὰ τῶν αἰώνων ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἰδιαίτερα ὡς πρὸς τὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρετικῶν. Δὲν εἶναι δυνατὸν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ εἶναι ἀντίθετο μὲ τὸν ἑαυτό του· ἄλλοτε νὰ καταδικάζει, στὶς ὄντως ἅγιες συνόδους, τὶς αἱρέσεις καὶ νὰ ἀναθεματίζει τοὺς αἱρετικούς, καὶ ἄλλοτε, ὅπως στὴν «σύνοδο» τῆς Κρήτης, νὰ τὶς θεωρεῖ ἐκκλησίες. Καὶ ἐπειδὴ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι εὐθές, ἀναλλοίωτο καὶ ἄτρεπτο, διεστραμμένες καὶ ἀλλοιωμένες εἶναι κάποιες ἀπὸ τὶς ἀποφάσεις τῆς συνάξεως τοῦ Κολυμπαρίου ποὺ ἔχουν κατεξοχὴν δογματικὸ περιεχόμενο. Δὲν ἐλήφθησαν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀλλ᾽ ἐν ἄλλῳ πνεύματι, σκολιῷ καὶ ἀλλοτρίῳ.
Δὲν εἶναι ἐπίσης μεγάλη ἡ «σύνοδος» γιὰ δύο λόγους. Τὸ μεγαλεῖο ἐν πρώτοις συνδέεται μὲ τὴν θεοσέβεια καὶ τὴν ἁγιότητα. Ἡ Ἐκκλησία ὀνόμασε μεγάλους ὅσους Ἁγίους διακρίθηκαν εἴτε στὴν ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας εἴτε στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν ἁγιότητα ἢ καὶ στὰ δύο· Μέγας Ἀθανάσιος, Μέγας Κωνσταντῖνος, Μέγας Βασίλειος, Μέγας Ἀντώνιος, Μέγας Εὐθύμιος καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Ἡ «σύνοδος» τῆς Κρήτης στὴν ὑπεράσπιση τῆς πίστεως ὄχι μόνον δὲν παίρνει μεγάλο βαθμό, ἀλλὰ ἡ ἐπίδοσή της εἶναι ἀρνητική, κάτω ἀπὸ τὸ μηδέν, ἀφοῦ δὲν καταπολεμεῖ, ἀλλὰ ἐκκλησιοποιεῖ τὶς αἱρέσεις.

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΑ, ΠΡΩΤΟΠΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ, Η ΟΔΟΣ, ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ



ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΑ
_________

Πρωτοπρεσβυτέρου Γεώργιου Δημ. Μεταλληνού, Η Οδός, Κείμενα εισαγωγικά στην Ορθοδοξία, Α΄ έκδοση Ιανουάριος 2016, σσ. 328.

Του θεολόγου κ. Ανδρέα Κυριακού
=====

Το υπό κρίσιν πολυσέλιδο πόνημα του εκλεκτού συγγραφέως, που κυκλοφόρησε το 2013 στα αγγλικά, «ήλθε να καλύψει έν σημαντικό κενό στις θεολογικές και κατηχητικές ανάγκες των ξένων Ορθοδοξων αδελφών μας» όπως σημειώνει στον Πρόλογό του ο αρχιμανδρίτης Κύριλλος, Καθηγούμενος του Ιερού Ησυχαστηρίου Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου. 

Στην πραγματικότητα πρόκειται για επιμέρους μελέτες του π. Γεωργίου, που, όπως σημειώνει ο ίδιος, παρόλον που «έχουν συνταχθεί ανεξάρτητα η μία από την άλλη, ενίοτε δε και σε μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ τους, διατηρούν ενότητα θεματική, διότι σχετίζονται με όψεις του ιδίου μυστηρίου, που είναι η Ορθοδοξία και η αποστολικοπατερική της βίωση ως Ορθοπραξία».

Η εύστοχη επιλογή του τίτλου Οδός, με την καινοδιαθηκική έννοια του όρου (παρ. οδός του Κυρίου, οδός του Θεού, Πραξ. ιη΄25-26) μας αποκαλύπτει ότι το παρόν παρουσιάζει, σε μικρές ενότητες, τα βασικά δεδομένα της Ορθόδοξης Χριστιανικής πίστεως.

Μιλώντας λ.χ. για το φαινόμενο των αιρέσεων ο συγγραφέας παρουσιάζει τις παλαιές αιρετικές παραφυάδες, από το γνωστικισμό μέχρι το νεστοριανισμό και μονοφυσιτισμό. Όπως σημειώνει όμως «η μεγαλύτερη και τραγικότερη διαίρεση στην Εκκλησία επήλθε τον 9ο και 11ο αιώνα, εξ αιτίας των αξιώσεων των παπών της Ρώμης». Εδώ δεν διαστάζει να διατυπώσει (στα 2013) την απαίτηση ότι το παπικό πρωτείο επιβάλλεται να συζητηθεί στην Πανορθόδοξη Σύνοδο. Όμως, όπως είναι τοις πάσι γνωστό, με βάση τις οικουμενιστικές μεθοδεύσεις τέτοιο θέμα δεν τέθηκε καν στο θεματολόγιο της Συνάξεων των Προκαθημένων τον Ιανουάριο του 2016, πολύ δε περισσότερο δεν εθίγη, ούτε ψιλώ ονόματι, στο Κολυμβάριο τον παρελθόντα Ιούνιο. Τουναντίον ο εκπεσών Παπισμός (κι ο λοιπός εσμός των αιρετιζόντων) απενοχοποιήθηκε πλήρως με πρωτοφανή κι ανυποχώρητη επιμονή, που παραπέμπει σε ακατανόητες εμμονές και χαρακτηρίσθηκε πανηγυρικώς ως «ετερόδοξη Εκκλησία»! Όσο κι αν θέλει ο ψύχραιμος παρατηρητής να αποφύγει το λογισμό ότι αυτός ήταν ο προφανής κι αμετάθετος στόχος της «Συνόδου» της Κρήτης, τα πράγματα και η ροή των γεγονότων εκεί σπρώχνουν τη σκέψη του.

Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η ανάγνωση του κεφαλαίου που επιγράφεται «Φιλοκαλική διάκριση Ορθοδοξίας και  αιρέσεως». Σημειώνει εκεί εμφαντικά: «Ορθόδοξη είναι η πίστη που λειτουργεί σωτηριολογικά. Και είναι ακριβώς σ’ αυτό το σημείο, που διαφοροποιείται η αίρεση από την Ορθοδοξία. Η αίρεση είναι η νόθευση της πίστεως και ταυτόχρονα η αναίρεσή της, διότι νοθεύει την πίστη σε δύο κατευθύνσεις. Αφ’ ενός μεν εν αναφορά προς το «πιστευόμενον» (τον Χριστόν) και αφ’ ετέρου σε σχέση με τον τρόπο αποδοχής του Χριστού. Ο Χριστός στην αίρεση τεμαχίζεται και γίνεται δεκτός όχι ολόκληρος, αλλά από ένα τεμαχισμένο-όχι ολόκληρο – άνθρωπο».

Ευχαριστούμε τον π. Γεώργιο, που με τα συγγράμματά του μας στηρίζει στους αποκαλυπτικούς καιρούς μας και μάχεται, με όπλο την αποστολικοπατερική μαρτυρία, τον επελαύνοντα κακόδοξο οικουμενισμό.

1. Όρος της Αγίας του Χριστού Εκκλησίας περί του βαπτίσματος των Δυτικών (1755π. Γεώργιος Μεταλληνός - Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα



† Πολλών όντων των μέσων, δι’ ων της σωτηρίας ημών αξιούμεθα και τούτων, ως ειπείν, κλιμακηδόν αλληλενδέτων και αλληλουχουμένων όντων, άτε δη πάντων προς το αυτό τέλος αφορώντων, πρώτον εστι το τοις ιεροίς Αποστόλοις θεοπαράδοτον βάπτισμα, οία δη των λοιπών τούτου χωρίς απρακτούντων· «εάν γαρ τις μη γεννηθή, φησίν, εξ ύδατος και πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν των ουρανών»[336]· έδει και γαρ αναγκαίως, της πρώτης γεννήσεως επί τον θνητόν τουτονί βίον παραγαγούσης τον άνθρωπον, γέννησιν ετέραν εξευρεθήναι και τρόπον μυστικώτερον, μήτε από φθοράς ανερχόμενον, μήτε εις φθοράν καταλήγοντα, δι’ ου γένοιτ’ αν ημίν δυνατόν μιμήσασθαι τον αρχηγόν της σωτηρίας ημών Ιησούν Χριστόν. Το γαρ εν τη κολυμβήθρα ύδωρ του βαπτίσματος εν τάξει μήτρας λαμβάνεται, και τόκος τω τικτομένω γίνεται, η φησιν ο Χρυσόστομος[337]· το δε εν τω ύδατι επιφοιτών Πνεύμα εν τάξει Θεού το έμβρυον διαπλάττοντος· και ώσπερ εκείνος μετά την εν τάφω κατάθεσιν τριταίος επί την ζωήν ανεφοίτησεν, ούτως οι πιστεύοντες, αντί της γης, το ύδωρ υποδυόμενοι, εν τρισί καταδύσεσι την τριήμερον εαυτούς χάριν της Αναστάσεως εξεικονίζουσιν[338], αγιαζομένου του ύδατος τη επιφοιτήσει του παναγίου Πνεύματος, ως αν τω μεν φαινομένω ύδατι το σώμα φωτίζοιτο, τω δε αοράτω Πνεύματι τον αγιασμόν η ψυχή λήψαιτο· ως γαρ το εν τω λέβητι ύδωρ της του πυρός μεταλαμβάνει θερμότητος[339], ούτω το εν τη κολυμβήθρα ύδωρ τη ενεργεία του Πνεύματος εις θείαν μεταστοιχειούται δύναμιν, καθαίρον μεν και υιοθεσίας αξιούν τους ούτω βαπτιζομένους, τους δε άλλως πως τελουμένους, αντί καθάρσεως και υιοθεσίας ακαθάρτους και σκότους υιούς αποφαίνον.

Επειδή τοιγαρούν προ χρόνων ήδη τριών ζήτημα ανεφύη, ει τα παρά την παράδοσιν των αγίων Αποστόλων και θείων Πατέρων και παρά την συνήθειαν και διαταγήν της Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας επιτελούμενα βαπτίσματα των αιρετικών δεκτά εστι, προσερχομένων ημίν, ημείς, άτε θείω ελέει τη ορθοδόξω Εκκλησία εντραφέντες, και τοις κανόσι των ιερών Αποστόλων και θείων Πατέρων επόμενοι, και μίαν μόνην γινώσκοντες την ημετέραν αγίαν καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν, και ταύτης τα μυστήρια, επομένως και το θείον βάπτισμα, αποδεχόμενοι, τα δε υπό των αιρετικών, όσα μη ως το Πνεύμα το άγιον τοις ιεροίς Αποστόλοις διετάξατο και η Εκκλησία του Χριστού μέχρι της σήμερον ποιεί, επιτελούμενα, εφευρέματα ανθρώπων διεφθαρμένων όντα, ως αλλόκοτα και της αποστολικής όλης παραδόσεως αλλότρια γινώσκοντες, αποστρεφόμεθα κοινή διαγνώσει. Και τους εξ αυτών ημίν προσερχομένους ως ανιέρους και αβαπτίστους δεχόμεθα, επόμενοι τω Κυρίω ημών Ιησού Χριστώ, τω τοις μαθηταίς αυτού εντειλαμένω βαπτίζειν «εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος»[340] τοις τε ιεροίς και θείοις Αποστόλοις, διαταττομένοις[341] εν τρισί καταδύσεσι και αναδύσεσι τους προσερχομένους βαπτίζειν και εν εκάστη των καταδύσεων εν όνομα επιλέγειν της αγίας Τριάδος· τω τε ιερώ και ισαποστόλω Διονυσίω, λέγοντι «τρις εν κολυμβήθρα ύδωρ και έλαιον ηγιασμένα εχούση τον προσερχόμενον παντός αμφίου γεγυμνωμένον βαπτίζειν, την τρισσήν της θείας μακαριότητος επιβοήσαντα υπόστασιν, και ευθύς τω θεουργικωτάτω μύρω τον βαπτισθέντα επισφραγίζειν, και μέτοχον αποφαίνειν λοιπόν της ιεροτελεστικωτάτης ευχαριστίας»[342], τη τε δευτέρα[343] και πενθέκτη[344] αγίαις Οικουμενικαίς Συνόδοις, διαταττομέναις τους μη βαπτιζομένους εις τρεις αναδύσεις και καταδύσεις και εν εκάστη των καταδύσεων μίαν επίκλησιν των θείων υποστάσεων μη επιβοώντας, αλλ’ άλλως πως βαπτιζομένους, ως αβαπτίστους προσδέχεσθαι τη Ορθοδοξία προσιόντας.

π. Γεώργιος Μεταλληνός - Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα


ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΤΟΥ Ζ’ ΚΑΝΟΝΟΣ ΤΗΣ Β’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΩΝ/ΝΟ ΟΙΚΟΝΟΜΟ

(συμβολή στην ιστορικοκανονική θεώρηση
του προβλήματος περί του κύρους
του δυτικού βαπτίσματος)

Έκδοση Β’ επηυξημένη
Μεταφορά στην Νέα Ελληνική: Αθανάσιος Σ. Λαγουρός

Εκδόσεις «ΤΗΝΟΣ»

Αθήνα 1996

Τη μακαρία μνήμη
των Κολλυβάδων Πατέρων
και πάντων των τούτοις συμψύχων
προαπελθόντων Πατέρων και Αδελφών ημών.

Κανών ζ’ της εν Κωνσταντινουπόλει Β’ Οικουμενικής Συνόδου (381)

Περὶ τοῦ πῶς δεκτέον τοὺς αἱρετικούς: Τοὺς προστιθεμένους τῇ Ὀρθοδοξία καὶ τῇ μερίδι τῶν σῳζομένων, ἀπὸ αἱρετικῶν, δεχόμεθα κατὰ τὴν ὑποτεταγμένην ἀκολουθίαν καὶ συνήθειαν. Ἀρειανοὺς μέν, καὶ Μακεδονιανούς, καὶ Σαββατιανούς, καὶ Ναυατιανούς, τοὺς λέγοντας ἑαυτοὺς Καθαροὺς καὶ Ἀριστερούς, καὶ τοὺς Τεσσαρασκαιδεκατίτας, εἴτουν Τετραδίτας, καὶ Ἀπολλιναριστὰς δεχόμεθα διδόντας λιβέλλους, καὶ ἀναθεματίζοντας πᾶσαν αἵρεσιν μὴ φρονοῦσαν, ὡς φρονεῖ ἡ Ἁγία τοῦ Θεοῦ Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία καὶ σφραγιζομένους, ἤτοι χριομένους, πρῶτον τῷ ἁγίῳ μύρῳ τό τε μέτωπον, καὶ τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ τὰς ῥῖνας, καὶ τὸ στόμα, καὶ τὰ ὦτα· καὶ σφραγίζοντες αὐτούς, λέγομεν· Σφραγὶς δωρεὰς Πνεύματος ἁγίου, Εὐνομιανοὺς μέντοι τοὺς εἰς μίαν κατάδυσιν βαπτιζομένους, καὶ Μοντανιστάς, τοὺς ἐνταῦθα λεγομένους Φρύγας, καὶ Σαβελλιανούς, τοὺς υἱοπατορίαν διδάσκοντας, καὶ ἕτερά τινα καὶ χαλεπὰ ποιοῦντας, καὶ τὰς ἄλλας πάσας αἱρέσεις, (ἐπειδὴ πολλοῦ εἰσιν ἐνταῦθα, μάλιστα οἱ ἀπὸ τῶν Γαλάτων χώρας ὁρμώμενοι), πάντας τοὺς ὑπ᾿ αὐτῶν θέλοντας προστίθεσθαι τῇ Ὀρθοδοξία, ὡς Ἕλληνας δεχόμεθα· καὶ τὴν πρώτην ἡμέραν ποιοῦμεν αὐτοὺς Χριστιανούς, τὴν δὲ δευτέραν κατηχουμένους· εἶτα τῇ τρίτῃ ἐξορκίζομεν αὐτούς, μετὰ τοῦ ἐμφυσᾶν τρίτον εἰς τὸ πρόσωπον, καὶ εἰς τὰ ὦτα, καὶ οὕτω κατηχοῦμεν αὐτούς, καὶ ποιοῦμεν χρονίζειν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, καὶ ἀκροᾶσθαι τῶν γραφῶν, καὶ τότε αὐτοὺς βαπτίζομεν.
(Ἀμ. Σ. Ἀλιβιζάτου, Οἱ ἱεροὶ Κανόνες καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ Νόμοι, ἐν Ἀθήναις 1949, σ. 38).



Πρόλογος στη Β΄ έκδοση

Η μελέτη αυτή γράφθηκε με συγκεκριμένη αφορμή, σχετιζόμενη με τις σημερινές διαχριστιανικές ή οικουμενικές σχέσεις και την φανερά αντίθεσή τους με την αυθεντική εκκλησιαστική παράδοση των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων και Μητέρων μας όλων των αιώνων. Τρεις Γερμανοί φοιτητές, που γνώρισα στην Κολωνία το 1978, έχοντας ήδη κατηχηθεί στην Ορθόδοξη παράδοση, μου ζήτησαν να αναλάβω την ολοκλήρωση της κατηχήσεώς τους και να τους «βαπτίσω» Ορθοδόξους. Αυτό σήμαινε να γίνουν δεκτοί από την Εκκλησία μας με το ένα και αυθεντικό βάπτισμά της τελούμενο εις το όνομα της Αγίας Τριάδος, με τριπλή κατάδυση και ανάδυση εις το ύδωρ.
Γνωστού όντος, ότι οι Λατίνοι έχουν χαρακτηρισθεί αιρετικοί στην Η’ Οικουμενική Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Κωνσταντινούπολη 879) για την αίρεση του «FILIOQUE» και ότι μετά την Σύνοδο του Τριδέντου (16ος αι. κ.ε.) έχει εξ ολοκλήρου χαθεί το κανονικό βάπτισμα στη Δύση και αντικατασταθεί με ράντισμα ή επίχυση, ζήτησα άδεια από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών για να γίνουν δεκτοί «κατ᾿ ακρίβειαν» από την Εκκλησία της Ελλάδος. Η άδεια δόθηκε αδίστακτα (διότι ουδέποτε είχε καταργηθεί αυτή η πράξη στην Εκκλησία της Ελλάδος) και το βάπτισμά τους έλαβε χώρα τη νύκτα του Μ. Σαββάτου του έτους 1979, κατά την πράξη της (αρχαίας) Εκκλησίας, στον Ιερό Πανεπιστημιακό ναό του «Αγίου Αντίπα».
Όταν το πράγμα έγινε γνωστό, δέχθηκα σφοδρές επιθέσεις εκ μέρους Λατίνων (στην Ελλάδα και τη Δ. Γερμανία), αλλά και από λατινίζοντες-φιλενωτικούς και Ουνίτες του ελλαδικού χώρου. Αυτό έδωσε αφορμή να αρχίσει ένας φιλολογικός αγώνας στα μέσα ενημερώσεως (τύπο, ραδιόφωνο, τηλεόραση), κατά την διάρκεια του οποίου απεφάσισα να γράψω μια θεολογική μελέτη για το ζήτημα, με σκοπό, όχι να δικαιωθεί η ενέργειά μου, που είχε άλλωστε την επιδοκιμασία της Εκκλησίας μου και, κυρίως, ήταν σύμφωνη με την Ορθόδοξη παράδοση, αλλά να εκτεθεί η σχετική ορθόδοξη διδασκαλία, μέσα από την ίδια την πράξη της Εκκλησίας μου.
Έτσι, με χαρά δέχθηκα την πρόσκληση του «Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών» (Θεσσαλονίκη) να συμμετάσχω στο διοργανούμενο τον Αύγουστο του 1981 συνέδριο με θέμα την Β’ Οικουμενική Σύνοδο διότι θα είχα την ευκαιρία, ασχολούμενος με τον σημαντικότατο Ζ’ Κανόνα της (και τον ομόλογό του 95 της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου) να παρουσιάσω την ερμηνεία του από μεγάλες μορφές της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που όχι μόνον γνώριζαν όσο λίγοι, αλλά και εβίωσαν την παράδοση της Εκκλησίας μας.

π. Γεώργιος Μεταλληνός - Αἱρέσεις, Οἰκουμενισμός: Οἱ διάλογοι χωρὶς προσωπεῖον Πηγή: Ἐφημερίδα Ὀρθόδοξος Τύπος


Εἶναι κοινὴ διαπίστωση, ὅτι οἱ Διάλογοι, διαχριστιανικοὶ καὶ διαθρησκειακοί, γίνονται στὶς ἡμέρες μας ὅλο καὶ πιὸ συχνοί. Καὶ τὸ μὲν Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο συνεχίζει καὶ ἐντατικοποιεῖ τὴν παλαιὰ σχετικὴ τακτική του, τὸ συναγωνίζεται ὅμως καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ρίχνοντας τὸ βάρος κυρίως πρὸς δυὸ κατευθύνσεις: τὶς ἐπαφὲς μὲ τὸ Βατικανὸ καὶ τὸν Παπισμὸ ἀφ᾿ ἑνός, ἀλλὰ καὶ τὶς διαθρησκειακὲς συναντήσεις ἀφ᾿ ἑτέρου. Καὶ τὸ μὲν Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀκολουθεῖ τὴν χαραγμένη ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα (†1972) πορεία, χωρὶς δυνατότητα πλέον αὐτοκριτικῆς καὶ αὐτοελέγχου, ἡ δὲ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, στὶς διοικητικὲς δομές της καὶ παρὰ τὶς συνεχεῖς ἀντιδράσεις τῆς πλειονοψηφίας τοῦ Κλήρου καὶ τοῦ εὐσεβοῦς Λαοῦ, τείνει νὰ ὑπερβῆ τὸ Πατριαρχικὸ Κέντρο σὲ πρωτοβουλίες, μὲ ρυθμοὺς συνεχῶς ἐπιταχυνομένους, ποὺ δίκαια προβληματίζουν, διότι ἀθετοῦν σκανδαλωδῶς τὴν γνωστὴ ἀπὸ τὸ παρελθὸν τακτικὴ τῆς συνετῆς αὐτοσυγκρατήσεως, ποὺ ἐφήρμοζαν οἱ Ἀρχιεπίσκοποί μας, ἀπὸ τὸν Χρυσόστομο Β´ (†1968) μέχρι καὶ τὸν Σεραφεὶμ (†1998). Καὶ τὸ ἐρώτημα εἶναι ἀμείλικτο: Διατί;
1.

Στὶς οἰκουμενικὲς σχέσεις ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας ἐνεκαινίασε μία πορεία, συνεχῶς ἐπιταχυνομένη, ποὺ εἶναι πιὰ ἀδύνατο νὰ ἀναθεωρήσουν καὶ ἀναχαιτίσουν οἱ διάδοχοί του, σ᾿ αὐτὴ δὲ τὴν «παγίδα» ἔχει ἐμπλακεῖ καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία μὲ τὴν σημερινή της Ἡγεσία, παρὰ τὸν φαινομενικὸ ἀνταγωνισμὸ μὲ τὴν κορυφὴ τοῦ Φαναρίου, ἐφαρμόζει τὴν ἴδια μὲ ἐκεῖνο οἰκουμενι(στι)κὴ καὶ διαθρησκειακὴ πολιτική. Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας συνέδραμε χωρὶς ἀναστολὲς τὴν προώθηση τῶν στόχων τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου (1962-1965), ποὺ δὲν ἦταν ἄλλοι ἀπὸ τὴν ὑποταγὴ τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν Παπισμό, ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς ἑνώσεως. Ἡ ἐνεργοποιημένη ἀπὸ τὴν Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-39) ἀρχὴ τῆς Οὐνίας ἔγινε ἀνομολόγητα δεκτὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἑλληνόφωνη Ὀρθοδοξία, μὲ τὴν ψευδαίσθηση, ὅτι διεξάγεται διάλογος «ἐπὶ ἴσοις ὅροις», μὲ σκοπὸ τὴν «ἐν ἀληθείᾳ» ἕνωση, ἐνῶ στὴν οὐσία καταλήξαμε στὴν οὐνιτικὴ ἀναγνώριση τοῦ Παπισμοῦ, τῆς μεγαλύτερης καὶ ριζικότερης «ἀλλοτριώσεως τοῦ ἴδιου του πυρήνα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀληθείας» μὲ τὴν παραγωγὴ «ἑνὸς διαφορετικοῦ χριστιανισμοῦ στοὺς ἀντίποδες τοῦ εὐαγγελικοῦ τρόπου ζωῆς καὶ σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου» (Χρ. Γιανναρᾶς). Ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα, πεπεισμένο κήρυκα αὐτῆς τῆς πορείας, μὲ τὶς Πανορθόδοξες Διασκέψεις τῆς Ρόδου (1961 καὶ 1963) καὶ μία σειρὰ προσωπικῶν του ἐνεργειῶν (ὅπως ἡ περίφημη συνάντησή του μὲ τὸν πάπα Παῦλο ΣΤ´, Ἱεροσόλυμα 1964) καὶ παρὰ τὶς ἀντιδράσεις κυρίως τοῦ Ἀθηνῶν Χρυσοστόμου Β´, τὸ καθορισμένο σὲ συνεργασία μὲ τὸ Βατικανὸ σχέδιο, προωθήθηκε καὶ ἐπεβλήθη, ὁδηγώντας στὴν κατάσταση τῶν ἡμερῶν μας. Ἀπὸ τὸν «Διάλογο τῆς ἀγάπης», ἐφεύρημα παραπλανητικό της Β´ Βατικανῆς Συνόδου, καὶ τοῦ ὁποίου ὁ μεγαλύτερος προπαγανδιστὴς ὑπῆρξε ὁ Ἀθηναγόρας, προχωρήσαμε βεβιασμένα στὸν Θεολογικὸ Διάλογο, χωρὶς ὅμως νὰ ἐκπληρωθῆ ὁ βασικὸς ὅρος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ἄρση δηλαδὴ τοῦ παπικοῦ πρωτείου καὶ ἀλαθήτου, δεδομένου ὅτι ὁ παπικὸς θεσμὸς συνιστᾶ τὴν τραγικότερη ἀλλοίωση τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ σημαντικότερο ἐμπόδιο στὴν «ἐν ἀληθείᾳ» συνάντηση Ρωμαιοκαθολικισμοῦ καὶ Ὀρθοδοξίας. Ἡ ἐφαρμοζομένη ὅμως «πολιτική» τῆς παραπλανήσεως καὶ παγιδεύσεως ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὴν ἀπόφαση κατὰ τὸν Θεολογικὸ Διάλογο νὰ μὴ συζητηθοῦν τὰ «διαιροῦντα» (μόνιμη καὶ ἀπαράβατη ἀρχὴ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων), ἀλλὰ τὰ «ἑνοῦντα», γιὰ τὴν δημιουργία ψευδαισθήσεως ἑνότητος καὶ ταυτίσεως, μὲ τὴν προώθηση τῆς οὐνιτικῆς τακτικῆς. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ ἐπιμονὴ τοῦ Βατικανοῦ νὰ σώσῃ μὲ κάθε τρόπο τὸν θεσμὸ τῆς Οὐνίας, ἐνῶ παράλληλα καλλιεργήθηκε τὸ πνεῦμα τῆς «ἀμοιβαίας ἀναγνωρίσεως» (κορύφωση ἡ συνάντηση τοῦ Balamand τὸ 1993 καὶ τὸ ἀχαρακτήριστο κείμενο περὶ Οὐνίας, ποὺ συνυπέγραψαν ἐννέα ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, μὲ πρῶτο τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο). Ὅταν ὁ μακαριστὸς π. Ἰωάννης Ρωμανίδης διεμαρτυρήθη γιὰ ὅλα αὐτὰ καὶ κυρίως γιὰ τὴν ἀποδοχὴ τῆς μεθόδου τῆς Οὐνίας, ἐπιτιμήθηκε μὲ γράμματα γεμάτα ὀργὴ (σώζονται...) καὶ ἀπειλήθηκε ἔμμεσα μὲ καθαίρεση. (Ποτὲ δὲν μπόρεσε νὰ συμβιβασθῆ μὲ αὐτὴ τὴν στάση, ποὺ τὸν ὁδήγησε ταχύτερα στὸν θάνατο).
2.

Μιλήσαμε ὅμως παραπάνω γιὰ ἀποφασισμένη καὶ ἀκολουθουμένη «γραμμή» καὶ γιὰ νὰ μὴ μένη καμμία ἀμφιβολία, θὰ παρουσιάσουμε ἕνα «ντοκουμέντο» ἀδιάψευστο, ποὺ ἀποκαλύπτει τὶς βάσεις αὐτῆς τῆς πορείας, ὅπως ἐτέθησαν ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα. Τὸν Αὔγουστο τοῦ 1971 μία ὁμάδα Ἑλλήνων Κληρικῶν (εἴκοσι ἐξ Ἀμερικῆς καὶ δέκα ἐκ Δυτικῆς Γερμανίας), μαζὶ μὲ τὶς συζύγους καὶ ἄλλα πρόσωπα, ἐπισκέφθηκαν τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ἡ προσφώνηση τοῦ Ἀθηναγόρου μαγνητοφωνήθηκε ἀπὸ πολλοὺς καὶ σώζονται καὶ σήμερα οἱ μαγνητοταινίες. Τὸ ἀπομαγνητοφωνημένο κείμενο ἔχει δημοσιευθῆ στὴν ἐφημερίδα « Ὀρθόδοξος Τύπος» τῆς 13.7.1979. Ἀναζητώντας τὴν ἑρμηνεία τῶν σημερινῶν φαινομένων καὶ ἐξελίξεων, θυμήθηκα τὸ κείμενο ἐκεῖνο, ποὺ εἶχε σαφῶς προγραμματικὸ χαρακτήρα. Δὲν ἐκφράζει μόνο τὸν ἰδεολογικὸ κόσμο τοῦ πρ. Πατριάρχου καὶ τὸ πνευματικὸ ὑπόβαθρο τῶν οἰκουμενιστικῶν ἐνεργειῶν του, ἀλλὰ καὶ τὶς ὑποθῆκες, ποὺ «εὐκαίρως-ἀκαίρως», ἄφηνε στοὺς περὶ αὐτόν, ποὺ ἀποδεικνύονται προγραμματικὲς καὶ ἀμετάθετες.
Ἡ προσλαλιὰ τοῦ Ἀθηναγόρου

Η "Νέα Εποχή" και ο διπλός Οικουμενισμός (Πολιτικός και Θρησκευτικός)



Η «ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ» ΚΑΙ Ο ΔΙΠΛΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
(ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ)

Του πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού 
Η εποχή μας σφραγίζεται καθοριστικά από μια νέα ιστορική συγκυρία, τη Νέα Παγκόσμια Τάξη πραγμάτων και την ανάδυση στο παγκόσμιο προσκήνιο μίας νέας παγκόσμιας Μονοκρατορίας της Pax Americana, που μεταφέρει τον κόσμο, αναδρομικά, στην ενότητα της Pax Romana και σ’ ό,τι αυτή μπορεί να σημαίνει για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Η ανθρωπότητα εντάχθηκε σ’ ένα παγκόσμιο σύστημα πολιτικής και αξιών, που ελέγχει και διαμορφώνει καθολικά, μέσω της ενιαιοποιημένης παιδείας και των κατευθυνόμενων Μ.Μ.Ε., τον άνθρωπο και την κοινωνία, ως πλανητικό άνθρωπο και πλανητική-ολιστική κοινωνία. Το Internet-Διαδίκτυο ιδιαίτερα, ενοποιεί τον κόσμο μας, τεκμηριώνοντας αυτό, που εμπεριέχει ο όρος παγκοσμιοποίηση (Globalization). Και είναι θεμιτό να επικαλούμεθα τον ελπιδοφόρο λόγο του Χριστού μας «γενήσεται μία ποίμνη, εις ποιμήν» (Ιω. 10, 18), το ερώτημα όμως είναι: υπό ποίον ποιμένα; 
Η Νέα Τάξη συνδέεται αποκρυφιστικά, με τη Νέα Εποχή (New Age), την υδροχοϊκή περίοδο της ιστορίας, που διαδέχθηκε, όπως λέγουν, την εποχή του «Ιχθύος», δηλαδή του Ιησού Χριστού και της ιστορικής περιόδου, που σφραγίζεται από την μορφή Του. Και οφείλω να ζητήσω συγγνώμη, που επικαλούμαι και την οπτική του αποκρυφισμού, δικαιώνονται πάντως, αφού οι περισσότεροι των πολιτικών Ηγετών καθοδηγούνται από αστρολόγους. 
Στο σημείο αυτό επιτρέπεται ένας ιστορικός παραλληλισμός: Στις 11.5.330 μ.Χ. αναδύθηκε ένα νέο ιστορικό μέγεθος, η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, που υποστασιωνόταν με το τρίπτυχο: εκχριστιανισμένος ρωμαϊκός κρατικός φορέας-ελληνικός πολιτισμός/παιδεία και χριστιανική ορθοδοξία, η ψυχή και ζωοποιός δύναμη του νέου αυτού παγκόσμιου μορφώματος. Η σημερινή Νέα Εποχή, ως παγκόσμια αυτοκρατορία, ανατρέπει και υποκαθιστά το παλαιό με το δικό της τρίπτυχο: παγκόσμια πολιτική εξουσία των Η.Π.Α., παγκόσμιος πολιτισμός, με την επιβολή και επικράτηση του δυτικού-φράγκικου πολιτισμού, και παγκόσμια θρησκεία, ως Πανθρησκεία, για την διαμόρφωση ολιστικής συνειδήσεως πάνω στην πανθεϊστική βάση: Όλοι ένα-όλοι Θεός! Μέσα στην πολυωνυμία του (αναμενόμενου;) Υδροχοϊκού Μεσσία αθετείται η μοναδικότητα και αποκλειστικότητα του ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου στη δυνατότητα σωτηρίας ως θεώσεως (πρβλ. Πραξ. «4, 12: ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία»), διότι ο ΜΟΝΟΣ σωτήρας είναι ο Χριστός. Η ιδεολογία της Νέας Εποχής συνιστά έτσι, πρόκληση ουσιαστική για την Ορθοδοξία. 
Όχι θεολόγος, αλλά διεθνολόγος, ο καθηγητής Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης, περιέγραψε τη νέα αυτή πραγματικότητα ως «κυριαρχία ενός ανάρχου διεθνούς συστήματος, με κύρια χαρακτηριστικά την αστάθεια, ρευστότητα, την ανασφάλεια, τον πόλεμο όλων εναντίον όλων, αλλά και την ανικανότητα του διεθνούς Οργανισμού να αποτρέψει συγκρούσεις και πολέμους, πολύ δεν περισσότερο να επιβάλει την τάξη» (στον τόμο ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ, Άγιον Όρος 1996, σ. 248). Κατά τον ίδιο, «η ανθρωπότητα ήδη βιώνει την τραγωδία της μετάβασης σ’ ένα εξαιρετικά αβέβαιο μέλλον». Η τραγωδία αυτή αποκαλύφθηκε σήμερα με την επιβαλλόμενη από τους ισχυρούς της γης παγκόσμια οικονομική κατάρρευση. 

«Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Πατέρας της Θ΄ Οικουμενικής Συνόδου» ΠΡΩΤ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ


Βιβλιοπαρουσίαση
Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Πατέρας της Θ΄ Οικουμενικής Συνόδου
Εορτάζεται τη Β΄ Κυριακή τών Νηστειών τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής


Σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί αδελφοί! Η μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά συμπίπτει με την 14η Νοεμβρίου. Η Σύνοδος όμως του 1368, η οποία διακήρυξε εις τον κόσμο την αγιότητα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, λόγω των θαυμάτων τα οποία εποίει και όχι λόγω της παιδείας του, ούτε λόγω των συγγραμμάτων του, που είναι το υψηλότερο στην εποχή του επίτευγμα, αλλά και στην κορυφή συγχρόνως της αγιοπατερικής θεολογικής παραδόσεως, μετέφερε τη μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά εις την Β΄ Κυριακή των Νηστειών. Είναι μία πράξις συμβολική και αποφασιστική, διότι η σημερινή ημέρα τιμάται από τους Ορθοδόξους όλου του κόσμου ως επέκταση και προέκταση της Κυριακής της Ορθοδοξίας. Είναι συνέχεια της νίκης της Εκκλησίας ως σώματος Χριστού και εν Χριστώ κοινωνίας εναντίον της πλάνης. Δεν είναι νίκη προσώπων εναντίον άλλων προσώπων, δεν είναι νίκη παρατάξεων εναντίον άλλης παρατάξεως η άλλων παρατάξεων, αλλά είναι η νίκη της Πίστεως. Ο θρίαμβος της Πίστεως ως τρόπου σκέψεως, ως τρόπου ζωής και εμπειρίας αγιοπνευματικής, που μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο εις την θέωση. Είναι νίκη δηλαδή της σωτηρίας, την οποία εισήγαγε στην ιστορία ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, άσαρκος εις την Παλαιά Διαθήκη και ένσαρκος εις την Καινή Διαθήκη.
Για να κατανοήσουμε τη σημασία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τον οποίο εις τον τίτλο της αποψινής ομιλίας ονομάζουμε Πατέρα της 9ης Οικουμενικής Συνόδου, θα ήθελα να οριοθετήσουμε τα συστατικά του τίτλου αυτού.

Η Προσωπικότητα του Αγίου
Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1296 και σπούδασε φιλοσοφία, κυρίως αριστοτελική, σε τέτοιο βαθμό, ώστε όταν έδινε δεκαεξαετής τις εξετάσεις του εις το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, ο μεγάλος λόγιος ο Θεόδωρος Μετοχίτης ενθουσιασμένος να του πει: «Παιδί μου, ούτε ο ίδιος ο Αριστοτέλης θα μπορούσε να εκφραστεί κατά καλύτερο τρόπο».
Θεολογία ο Άγιος Γρηγόριος εσπούδασε εις την Θεολογική Σχολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δεν ήταν κάποιο ίδρυμα κρατικό, διότι η Θεολογική Σχολή είναι το μοναστήρι, είναι το (κοινοβιακό) μοναστήρι. Μέσα στο μοναστήρι ο Άγιος Γρηγόριος έγινε Θεολόγος. Μέσα από την άσκηση και την πνευματική ζωή. Εις το Παπίκιον Όρος, μεταξύ Μακεδονίας και Θράκης, στο Άγιον Όρος και στην Βέροια, με τη αυστηροτάτη άσκησή του. Πέντε ημέρες της εβδομάδος ήταν απομονωμένος εις την αναχωρητική άσκηση, την βαρειά άσκησή του, και δύο ημέρες κατέβαινε για να συζητήσει με το μοναστικό σώμα τα προβλήματα, να μετάσχει δηλαδή στην κοινωνική εν Αγίω Πνεύματι ζωή των συμμοναστών του.
Ο Άγιος Γρηγόριος αναδείχθηκε σε μέγα Θεολόγο της Εκκλησίας, διότι είχε τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Ήταν ο Θεολόγος της ασκήσεως, της μετανοίας, και όχι ο Θεολόγος των πτυχίων και των πανεπιστημιακών τίτλων. Επιτρέψτε μου να το πω. Με αξίωσε ο Θεός, το λέγω γιατί τώρα βρίσκομαι στο τελευταίο στάδιο της ζωής μου, δεν ξέρω πόσο ο Θεός θα μ’ αφήσει στον κόσμο, αγγίζω τα εβδομήντα. Λέγω συνήθως, όσα πτυχία και να έχουμε δεν μας καταξιώνουν ως Θεολόγους. Με τη Χάρη του Θεού έχω πέντε πανεπιστημιακά διπλώματα, τρία πτυχία και δύο «Ντοκτορά», διδακτορικούς τίτλους, διδακτορικό Θεολογίας και Φιλοσοφίας – Ιστορίας, αυτά σε ξένο Πανεπιστήμιο. Γιατί τα είπα αυτά; Για να επαναλάβω αυτό που αρέσκομαι να λέγω συνήθως, ότι όλα αυτά, οι τίτλοι και τα πτυχία είναι μηδέν και κάτω του μηδενός, μηδέν και κάτω του μηδενός, ένα τίποτα. Εκείνο, το οποίο χρειάζομαι και μάλιστα ως Κληρικός, είναι μια αχτίδα της Χάριτος του Θεού. Λίγη Χάρη Θεού χρειάζομαι, για να ανταποκριθώ εις τις απαιτήσεις του διακονήματος και λειτουργήματός μου, και σ’ αυτό πιστεύω ότι θα συμφωνούν όλοι οι σεβαστοί συνάδελφοι εν Χριστώ, που είναι στο Άγιον Βήμα.
Έγινε, λοιπόν, μ’ αυτήν την Θεολογία συνεχιστής των Αγίων Πατέρων, ως Θεολόγος κατεξοχήν της παραδόσεως. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εντάχθηκε σε μια σκυταλοδρομία του Αγίου Πνεύματος, η οποία αρχίζει με τους Αποστόλους, τους Αποστολικούς Πατέρες, με πρώτον τον Άγιο Ιγνάτιο Αντιοχείας, συνεχίζεται με τον Άγιο Ειρηναίο, με τον Άγιο Κυπριανό, φθάνει στο Μέγα Αθανάσιο, τους Καππαδόκες Πατέρες, τους Κυρίλλους, των Ιεροσολύμων και της Αλεξανδρείας, και συνεχίζεται αυτή η σκυταλοδρομία με τον Μάξιμο τον Ομολογητή, τον Μέγα Φώτιο τον 9ο αιώνα, για να κορυφωθεί τον 14ο αιώνα στον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και εν συνεχεία στους αγίους Κολλυβάδες Πατέρες, τους ησυχαστές του 18ου αιώνα.
Από την άλλη πλευρά, Φώτιος, Γρηγόριος Παλαμάς και Μάρκος Ευγενικός είναι στην ευθεία γραμμή της παραδόσεως, η οποία προέβαλε τους αγίους Πατέρες, την σκέψη τους και την βιοτή τους απέναντι στην αλλοτριωμένη και διεστραμμένη Δυτική Χριστιανοσύνη. Παρ’ όλα αυτά, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς -ο Θεός το επέτρεψε, για να τον δυναμώσει περισσότερο- έγινε και ομολογητής της πίστεως. Κατηγορήθηκε ως καινοτόμος και μάλιστα ως αιρετικός. Αυτή ήτανε η κρίση του 14ου αιώνος.
Μετά την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο (691/2) έχουμε τέτοια παραδείγματα μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, από τα τέλη του 7ου αιώνος και εξής. Οι Άγιοι να θεωρούνται ως καινοτόμοι, οι Άγιοι να θεωρούνται ως αιρετικοί, διότι δεν συμφωνούσαν με μια πολιτική Θεολογία, η οποία είχε διαδοθεί, με Ιεράρχες και Θεολόγους, οι οποίοι προσπαθούσαν να τα έχουν καλά με την εξουσία, για να καρπούνται οφέλη γήινα και προσωρινά. Το 1343 εφυλακίσθη ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στη φυλακή των ανακτόρων και το 1344 καταδικάσθηκε σε ακοινωνησία! Σύνοδοι είχαν καταδικάσει παλαιότερα τον Ιερό Χρυσόστομο, (σκεφτείτε τον ιερό Χρυσόστομο!) δύο φορές σε εξορία, ώστε να πεθάνει στην εξορία. Ανάλογες Σύνοδοι κατεδίκασαν τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, γιατί δεν ήταν πρόθυμος να υπηρετήσει τα συμφέροντα των ισχυρών του εκκλησιαστικού χώρου και της πολιτείας. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, αγαπητοί αδελφοί, Σύνοδοι που θεωρούνται Ορθόδοξοι, να αθωώνουν τους ενόχους και να καταδικάζουν τους Αγίους. Αυτό το φαινόμενο, που σημαίνει διαστροφή της Παραδόσεως εκ μέρους των, που αποκαλύπτει την εκκοσμίκευση του εκκλησιαστικού χώρου, θα συνεχίζεται όσο υπάρχει η αμαρτία, και φοβερά αποστασία, μέσα στο ράσο. Έτσι, λοιπόν, -θα μου επιτρέψετε παρενθετικά- να προσθέσω κάτι: Συνήθως λέγουν κάποιοι, και δεν είναι άστοχο το ερώτημα, γιατί δεν συμμετέχουν και οι λαϊκοί, μέλη και αυτοί του Σώματος του Χριστού, εις τας Συνόδους της Εκκλησίας. Οι Άγιοι Πατέρες τα έχουν διατάξει κατά τέτοιο τρόπο, ώστε δεν χρειάζεται ούτε εμείς οι πρεσβύτεροι, ούτε οι λαϊκοί να συμμετέχουμε στις Συνόδους. Διότι τότε θα αρχίσει το ερώτημα: γιατί αυτός και όχι εγώ!
Ο Επίσκοπος μετέχει στη Σύνοδο, μεταφέροντας σ’ αυτήν αυτούσια τη γνώμη του ποιμνίου του. Όταν, λοιπόν, κάθε Επίσκοπος μέσα στη Σύνοδο εκφράζει την γνώμη της τοπικής του εκκλησίας, τότε συμμετέχει σ’ αυτήν, έμμεσα, και το πλήρωμά της. Φτάσαμε όμως σε καταστάσεις, αγαπητοί αδελφοί, που άλλη είναι η γνώμη του λαού, άλλη είναι η γνώμη των πρεσβυτέρων, του κλήρου του ευρυτέρου, άλλη είναι η γνώμη των Επισκόπων και τελικά άλλα αποφασίζουν οι Σύνοδοι. Αυτή είναι η κακοτυχία, η οποία μας δέρνει. Και θα μου επιτραπεί ταπεινά να υποβάλω γονυπετής, την παράκλησή μου στην Ιερά Σύνοδο. Ας πνεύσει και σ’ αυτήν ένας αέρας Πατερικός. Ας γίνει και στη Σύνοδό μας μία αναγέννηση, Πατερική όμως και Αποστολική και Προφητική. Κι ας ακούει τη φωνή του ποιμνίου -η Σύνοδος-, διότι θα έλθει εποχή, όπου οι αταξίες που συμβαίνουν στο πεζοδρόμιο καθημερινά, θα εισέλθουν και μέσα στην Εκκλησία. Μόλις ολοκληρωθεί ο σχεδιαζόμενος χωρισμός Εκκλησίας-Πολιτείας, με την πλέον αρνητική έννοια του όρου, τότε θα καταντήσουμε χειρότερα από τους Παλαιοημερολογίτες. Και αν δεν θελήσουμε με πρώτους τους Επισκόπους μας, τους οποίους σέβομαι απόλυτα, εάν δεν θελήσουμε να σωφρονισθούμε και να μην προκαλούμε τον λαό του Θεού, θα φθάσουμε σε φοβερές καταστάσεις στο χώρο τον εκκλησιαστικό. Δεν είμαι προφήτης, αλλά ο Θεός μου επέτρεψε να ασχολούμαι με την επιστήμη της Ιστορίας. Ο ιστορικός εργάζεται πάνω σε νομοτέλειες. Όχι λοιπόν με την διαίσθηση Προφήτου, διότι είμαι ακάθαρτος και ασήμαντος, αλλά με την διαίσθηση που μου δίνει ο χώρος της Ιστορίας, προβλέπω ότι εκεί θα καταλήξουμε. Κλείνω την παρένθεση.
Ο Άγιος Γρηγόριος απελευθερώθηκε το 1343 και από το 1347 μέχρι το 1359, μέχρι την κοίμησή του, διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος Θεσ/κης. Το 1368, όπως είπα, η Σύνοδος του Πατριαρχείου για πρώτη φορά στην ιστορία επεμβαίνει για να διακηρύξει, όχι να αγιοποιήσει, -αυτά είναι φράγκικα, δεν έχουμε αγιοποίηση- αλλά επεμβαίνει η Σύνοδος να διακηρύξει την αγιότητά του, την υπάρχουσα και αποδεικνυομένη, όχι από τα βιβλία του, αλλά από τα θαύματά του.
Ο Θεσμός των Οικουμενικών Συνόδων
Μιλήσαμε όμως στον τίτλο για 9η Οικουμενική Σύνοδο. Ποια είναι η 9η Οικουμενική Σύνοδος, με την οποία θα συνδέσουμε την παρουσία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά; Είναι γνωστό από την Ιστορία, ότι έχουμε επίσημα επτά Οικουμενικές Συνόδους. Η Οικουμενική Σύνοδος είναι το ανώτερο κριτήριο της εκκλησιαστικότητος. Για μας τους ορθοδόξους υψίστη μορφή εκκλησιαστικού πολιτεύματος είναι η Οικουμενική Σύνοδος. Κορυφή μας δεν είναι ένας άνθρωπος, ένας Πάπας -εδώ είναι ουσιαστική η διαφορά μας με τον παπισμό. Οι Προτεστάντες τα κατήργησαν όλα, και είναι πιο έντιμοι από τους παπικούς. Είναι πιο έντιμοι, γιατί δε θέλησαν να κρατήσουν τίποτε από την παράδοση της Εκκλησίας και να το διαστρεβλώνουν. Ο Παπισμός όμως υποκατέστησε την Οικουμενική Σύνοδο με τον Πάπα και την έκανε όργανο του παπισμού την Οικουμενική Σύνοδο, θεραπαινίδα των παπικών σχεδίων.
Στην Ορθοδοξία υπάρχει και θα υπάρχει μέχρι τέλους της ιστορίας, ως ύψιστος θεσμός εις την ζωήν της, η Οικουμενική Σύνοδος. Η Οικουμενική Σύνοδος –οικουμενική σημαίνει Σύνοδος όλου του κράτους. Κατά τον όρο του Ξενοφώντος και στο Ελληνικό Βυζάντιο, στην Ελληνική, δηλαδή, Ρωμανία, η λέξη Οικουμένη, σημαίνει κατ’ ουσίαν το κράτος, οικουμενικός διδάσκαλος, οικουμενικοί πατέρες κ.ο.κ.-. Η Οικουμενική Σύνοδος, λοιπόν, είναι η Σύνοδος όλου του κράτους και αντιμετωπίζει τα μεγάλα προβλήματα της πίστεως και τάξεως της Εκκλησίας. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι προϋποθέτουν κρίσεις εις το σώμα της Εκκλησίας, που σημαίνει ότι απειλείται η σωτηρία. Και τότε έρχεται ως στόμα της Εκκλησίας η Οικουμενική Σύνοδος, για να διακηρύξει, σε κάθε περίπτωση, την σώζουσα Αλήθεια, σύμφωνα με τους Πατέρες, τους Αποστόλους, τους Προφήτες και τις Μητέρες όλων των αιώνων. Έχουμε επί παραδείγματι την 1η και την 2α Οικ. Σύνοδο, 325 και 381, οι οποίες ασχολήθηκαν με το πρόβλημα, τη μάστιγα καλύτερα, του Αρειανισμού και το Τριαδολογικό πρόβλημα. Έχουμε, λοιπόν, το 381 την ομολογία της πίστεως που είναι το «Πιστεύω», το οποίο απαγγέλλουμε στην Θ. Λειτουργία και σε πολλές άλλες ακολουθίες. Το «Πιστεύω» είναι η ομολογία της πίστεως που σώζει, που οδηγεί στη θέωση, με βάση τις αιρέσεις που προέκυψαν από τον Αρειανισμό. Δεν είναι ολόκληρη η πίστις της Εκκλησίας.
Την περασμένη Κυριακή -πιστεύω ότι κι εδώ, όπως και σε όλη την Ορθοδοξία- ανεγνώσθη ένα μέρος του Συνοδικού της Ορθοδοξίας. Το Συνοδικόν είναι η συνέχεια του Συμβόλου της πίστεως. Άρχισε να συντάσσεται στην Σύνοδο του 843, που έγινε η αναστήλωση των αγίων Εικόνων, και ολοκληρώθηκε τον 14ον αι., στην εποχή του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, περιλαμβάνοντας και όλες τις μεταγενέστερες, μετά το 843, αιρέσεις. Το Συνοδικόν της Ορθοδοξίας είναι προέκταση, επέκταση του Συμβόλου της Πίστεως. Ο μακαρίτης ο Κοραής, ο οποίος θέλησε να διαμορφώσει όλον τον ελληνικό βίο, έλεγε: «Δέχομαι το Σύμβολο της Πίστεως, άρα είμαι Ορθόδοξος»! Αλλά και οι Προτεστάντες και οι παπικοί, έστω με την μικρή αλλαγή, που έχει μεγάλη σημασία βέβαια, του Filioque, το ίδιο Σύμβολο δέχονται. Εκείνο που χαρακτηρίζει την Ορθοδοξία είναι η συνέχεια του Συμβόλου της Πίστεως, και σ’ αυτήν ανήκει το κείμενο του Συνοδικού της Ορθοδοξίας.
Από την 3η μέχρι την 7η Οικ. Σύνοδο, μέχρι το 787, έχουμε αντιμετώπιση από τους Αγίους μας του Χριστολογικού προβλήματος. Είναι οι σχέσεις των δύο φύσεων, ανθρωπίνης και θείας εις Χριστόν, των δύο ενεργειών, θείας και ανθρωπίνης και των δύο θελήσεων, με κορύφωση εις το πρόβλημα του εικονισμού του Θείου Λόγου. Αν είναι δυνατόν ο Θεός Λόγος, που εσαρκώθη «δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν», αν είναι δυνατόν να εικονισθεί. Έχουμε μία σύγκρουση μεταξύ του ελληνικού πνεύματος που δέχεται τον εικονισμό, και του ασιατικού πνεύματος, με όλα τα παρακλάδια του που αρνείται αυτόν τον εικονισμό, ήδη στην Παλαιά Διαθήκη. Και η απόφαση, η διακήρυξη καλύτερα των Αγίων Πατέρων (7η Οικ. Σύνοδος και Σύνοδος του 843) είναι ότι, αφού ο Θεός Λόγος προσέλαβε τον άνθρωπο ολόκληρο, ψυχή και σώμα, και έχουμε εν Χριστώ τέλειον άνθρωπον και τέλειον Θεόν, εικονίζεται ο Θείος Λόγος, κατά την ανθρώπινη φύση Του. Και έτσι μπορούμε να έχουμε τον Ιησούν Χριστόν σε εικόνες και να προσκυνούμε δια της ανθρωπίνης φύσεως, την θεότητα του Ιησού Χριστού. Αυτό είναι τεράστιο επίτευγμα της Εκκλησίας, αλλά και του ελληνικού πνεύματος, το οποίο προσέφερε και αυτό την παράδοσή του, για να εκφρασθεί, να ενισχυθεί και να κηρυχθεί σε όλο τον κόσμο η Ορθοδοξία.
Εάν είχαμε τον Ιησούν Χριστόν σήμερα, (βέβαια Εκείνος επέλεξε το πότε θα ήρχετο μέσα στην Ιστορία ως Θεάνθρωπος), εάν ο Ιησούς Χριστός κυκλοφορούσε ανάμεσά μας σήμερα, θα μπορούσαμε με μία κινηματογραφική μηχανή ή με μία φωτογραφική μηχανή να αποτυπώσουμε την μορφή του, όπως θα φαινόταν ο ίδιος ανάμεσά μας. Αυτό είναι τεράστια νίκη, επαναλαμβάνω, της Ορθοδοξίας και η λύσις του Χριστολογικού προβλήματος.
Υπάρχει όμως και η 8η Οικ. Σύνοδος. Είναι η Σύνοδος του 879, επί Μ. Φωτίου. Ο γνωστός δογματολόγος και δάσκαλός μας, ο Ιωάννης Καρμίρης, στην Θεολογική Σχολή Αθηνών, έλεγε ότι η Σύνοδος του 879 επί Μ. Φωτίου, είναι η τελευταία προ του Σχίσματος Γενική Σύνοδος της Αρχαίας Εκκλησίας, με όλα τα γνωρίσματα Οικ. Συνόδου. Η Σύνοδος αυτή καταδικάζει την δυτική αλλοτρίωση εις την διατύπωση του Filioque, της εκπορεύσεως δηλαδή του Αγίου Πνεύματος, όχι μόνο από τον Πατέρα, όπως ο Χριστός μας το λέει στο 15,26 του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου -«ό παρά του Πατρός εκπορεύεται»- αλλά και «εκ του Υιού».
Θα μου επιτρέψετε, μιλώντας για θεολογικά θέματα να πω ότι είναι υπόθεση όχι επαγγελματιών της Θεολογίας, αλλά είναι υπόθεση όλου του Σώματος, όπως η πίστις μας τον 19ο αι. ήταν υπόθεση και του αγραμμάτου –σχολικά- Μακρυγιάννη. Χριστιανός Ορθόδοξος, ο οποίος δεν ζητεί να ενημερωθεί και να κατανοήσει τα προβλήματα της πίστεως, δεν είναι Ορθόδοξος. Γι’ αυτό διάφοροι χώροι που παρουσιάζονται ως Ορθόδοξοι από τον 19ο αι. μέχρι σήμερα, ασχολούνται με ηθικολογικά, με ηθικιστικά προβλήματα και νομίζουν ότι η ενασχόληση με τα δογματικά, -λόγω των σφαλμάτων του Μακράκη- θα οδηγήσει σε παρεκτροπές. Όχι αδελφοί μου, με ταπείνωση, με φόβο Θεού και με την στήριξη των Γερόντων, των πνευματικών μας, πρέπει να επιδιώκουμε να κατανοήσουμε τα θεολογικά προβλήματα και τη σημασία τους. Γιατί τα λέω αυτά;
Κάποτε ένας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, το 1981 σε ένα συνέδριο (αιωνία του η μνήμη) μου λέει: «Μα είναι δυνατόν να ερίζουμε, να φιλονικούμε με τους Δυτικούς χριστιανούς για μία λεξούλα; (για το Filioque). Και τότε ο παπα-Γιώργης –ο Θεός φώτισε– του είπα ένα επιχείρημα που το κηρύσσω μέχρι σήμερα. Λέω, πως υπάρχει μία φρασούλα που λέγεται βλασφημία. Βλασφημούμε τον Θεόν, τον Χριστόν μας, την Παναγία και πολλά άλλα πρόσωπα της εκκλησιαστικής μας πίστεως. Ο αιρετικός, έστω και με μία φράση, εκτοξεύει συνεχώς βλασφημία κατά του Θεού. Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, έστω και σε ατελείς Θ. Λειτουργίες να μετέχουμε με τους αιρετικούς, όταν αυτό που λέγουν, αυτό που διδάσκουν, ο παπισμός, το πρωτείον, το αλάθητον, είναι εκτόξευση «κατά ριπάς» βλασφημιών εναντίον του Θεού; Εμείς με τους λόγους των Αγίων μας, χωρίς να ισχυρίζομαι ότι εμείς είμαστε καλύτεροι ως άνθρωποι, αλλά με τους λόγους των Αγίων μας υμνούμε θεαρέστως τον Θεόν. Εκείνοι με τα λόγια των Παπών και των ψευδοσυνόδων τους βλασφημούν συνεχώς τον Θεό. Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, να υπάρξει κοινωνία; Καταλαβαίνετε τη σημασία και μιας μικρής λέξεως ακόμη. Αν το σκεφθείτε έτσι, ότι κάθε αιρετική παρέκκλιση είναι βλασφημία κατά του Θεού, θα καταλάβετε, γιατί οι Άγιοι Πατέρες τρέμουν κυριολεκτικά, όταν ακούνε τα λόγια των αιρετικών. Εμείς έχουμε φθάσει, μιλώ για τον εαυτό μου, σε τέτοια αναισθησία, ώστε ακούμε συνεχώς να βλασφημείται ο Θεός και δε μας ενδιαφέρει καθόλου. Είναι θάνατος πνευματικός, νάρκωση πνευματική!
Η 8η Οικ. Σύνοδος είναι η σύνοδος του 879, η οποία καταδικάζει το Filioque, την προσθήκη της φράσεως αυτής εις το Σύμβολον και κυρίως εκείνους που εισήγαγαν στο Σύμβολον αυτή την προσθήκη, δηλαδή τον φραγκικό κόσμο και την ηγεσία του.
Η Διασταση Ανατολής και Δύσεως
Υπάρχει όμως και η 9η Οικ. Σύνοδος. Είναι οι Σύνοδοι της περιόδου της εκρήξεως του προβλήματος που αφορούσε στον ησυχασμό. Δεν είναι «ησυχαστικές έριδες», οι Φράγκοι μας μάθανε να τις λέμε ησυχαστικές έριδες. Είναι η έκρηξη της αντιστάσεως των ησυχαστών, των Ορθοδόξων δηλαδή, απέναντι στις παπικές και σχολαστικές προκλήσεις.
Είναι οι Σύνοδοι του 1341, του 1347, του 1351, με κατακλείδα την Σύνοδο που ανέφερα πριν, του 1368. Η αφορμή εδόθηκε από τα προβλήματα, τα οποία δημιούργησε η σύγκρουση των δύο παραδόσεων, της Ανατολής και της Δύσεως. Επίσης σχολαστικοί του Βυζαντίου, της Ρωμανίας, λατινίζοντες, ρίχνουν λάδι στη φωτιά. Εκείνα όμως τα πρόσωπα, τα οποία ηγούνται, στην διασπορά πλανών εις την Ορθοδοξο Ανατολή είναι, όπως ξέρετε, ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός και ο Γρηγόριος Ακίνδυνος ή Πολυκίνδυνος, όπως τον έλεγαν, ο μαθητής του.
Ο Βαρλαάμ και ο Ακίνδυνος αλλά και οι άλλοι οπαδοί τους, μετέφεραν την δυτική αλλοτρίωση στην Ανατολή. Ήδη στη Δύση είχε διαμορφωθεί ένας άλλος Χριστιανισμός, είχε αλλάξει η ουσία του Χριστιανισμού με την εκκοσμίκευση του Χριστιανισμού στη Δύση, η οποία εκκοσμίκευση σαρκώνεται και κορυφώνεται στην δημιουργία του παπικού κράτους.
Εμείς σήμερα, με ποιόν Πάπα μιλούμε; Με τον Πάπα επίσκοπο, έστω και super επίσκοπο, όπως θέλει να ονομάζεται, -γενικός επίσκοπος υπεράνω όλων των επισκόπων- ή με τον Πάπα βασιλέα και αυτοκράτορα και αρχηγό κράτους; Διερωτώμαι αυτοί που διεξάγουν τέτοιους διαλόγους, πότε θα το συνειδητοποιήσουν; Δύο τινά συμβαίνουν. Ή δεν μπορούν να τα καταλάβουν τα προβλήματα –κάτι που δεν θέλω να πιστέψω, γιατί διαθέτουν λογικό καλύτερο από το δικό μου,– η αδιαφορούν και τα θεωρούν όλα αυτά άνευ σημασίας, ασχολούμενοι με κοινωνικά, με πολιτικά και διπλωματικά θέματα.
Η Δύση και όλος ο Χριστιανισμός είχε αλλοτριωθεί σε σημείο που να λέγει ο Ντοστογιέφσκυ, δύο φορές, εις τους αδελφούς Καραμάζωφ και εις τον Ηλίθιον: Με τον άθεο, -ήταν η εποχή της άθεης ιντελιγκέντσιας εις την Ρωσία- με τους αθέους μπορώ να μιλήσω, διότι ξέρω που κινείται η σκέψη τους και ο λόγος τους, τι πιστεύουν και τι δεν πιστεύουν. Με τον παπισμό δεν μπορώ να μιλήσω, διότι ο παπισμός μου δίνει αλλοτριωμένη πίστη, «μου δίνει Χριστό που δεν υπάρχει, μου δίνει τον Αντίχριστο». Αυτό το λέγει ο Φιοντόρ, ο Θεόδωρος, δηλαδή, Ντοστογιέφσκι.
Έτσι λοιπόν η Δύσις εισάγει ό,τι εισάγει, χτυπώντας την καρδιά της Ορθοδοξίας που είναι ο ησυχασμός. Ο ησυχασμός ως άσκηση, ως πρακτική πνευματικότητος, συνοδεύει τον άνθρωπο από την αρχή της Δημιουργίας. Η επιστροφή των Πρωτοπλάστων γίνεται μέσω της πνευματικής ζωής, όπως και η πτώσις τους ήταν καρπός της αρνήσεως της πνευματικής, της αγιοπνευματικής, καλύτερα, ζωής. Ο ησυχασμός με την κάθαρση της καρδιάς, τον φωτισμό της καρδιάς από την Χάρη του Θεού, την άκτιστη, και με την θέωση, ανατρέπει την πλάνη, την αμαρτία μας, ανατρέπει την τραγικότητά μας. Η θεολογική ταυτότητα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, είναι ο ησυχασμός. Συνεχίζει και επανεκφράζει την πατερικότητα, αλλά κυρίως ο Άγιος Γρηγόριος αντελήφθη την αλλοτρίωση της Δύσεως. Μία Δύση που οι σχολαστικοί οι δικοί μας την ήθελαν και τότε ως συνομιλητή και συνοδοιπόρο.
Η Θεολογία της Θεώσεως
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, σ’ αυτό το σημείο, συνεχίζει τον Μ. Φώτιο. Ο πρώτος που αντελήφθη την αλλοτρίωση του Δυτικού Χριστιανισμού, -ότι είναι κάτι άλλο, αλλά όχι Χριστιανισμός των Αγίων Πατέρων- ήταν ο Άγιος Φώτιος, με το περίφημο έργο του «Περί της μυσταγωγίας του Αγίου Πνεύματος», που είναι πηγή μέχρι σήμερα εις την διδασκαλία και στα συγγράμματα όλων των θεολόγων μας περί Αγίου Πνεύματος. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ανοίγει περισσότερο τον δρόμο. Είχε δε τις προκλήσεις του Καλαβρού Βαρλαάμ, ώστε να συλλάβει την πλήρη αλλοτρίωση της Δυτικής Θεολογίας. Ποια είναι η ουσία της διδασκαλίας του Αγίου Γρηγορίου, που είναι η συνέχεια της πατερικότητος; Ανακεφαλαιώνει τους Αγίους Πατέρες όλων των εποχών ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και επαναδιατυπώνει και επανεκφράζει την πίστη με τα μέσα, που του έδιδε η εποχή του. Την ίδια Ορθοδοξία εκφράζει και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, με τη δική του γλώσσα, με τον δικό του τρόπο, μένοντας όμως πιστός στην θεολογική ομολογία των πατέρων του 4ου, του 5ου κ.ο.κ αιώνος. Δέχεται πρώτον την διάκριση ουσίας και ενέργειας εις τον Θεόν, την ονομάζει «διάκρισιν θεοπρεπή και απόρρητο», που είναι η προϋπόθεση της θεώσεως.
Εάν αρνηθούμε, όπως ο σχολαστικισμός, η θεολογία του παπισμού δηλαδή, την διάκριση ουσίας και ενέργειας, μένει μετέωρον το θέμα της θεώσεως. Πώς θεούμεθα; Ο σκοπός, ο απόλυτος σκοπός και προορισμός κάθε ανθρώπου, όχι μόνο των χριστιανών, είναι η θέωση. Κάθε άνθρωπος να φτάσει στη θέωση. «Ο Θεός πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α΄ Τιμ. 2, 4). Η «επίγνωση της αληθείας» είναι η θέωση. Να ενωθούμε με την άκτιστη Χάρη τού Θεού. Με την ουσία του Θεού δεν υπάρχει δυνατότητα ενώσεως. Υπερβαίνει πάσα κατάληψη η ουσία του Θεού. Ενούμεθα με την άκτιστη Χάρη και ενέργεια του Θεού, οπότε, αν δεν υπάρχει αυτή η ενέργεια, αλλά η ενέργεια είναι κτιστή, – η μεγαλύτερη βλασφημία μετά το Filioque είναι η παραδοχή κτιστής χάριτος, κτιστής ενέργειας εις τον Θεόν-, δεν είναι δυνατή η σωτηρία.
Κτιστή ενέργεια σημαίνει, έχει αρχή και τέλος. Πώς θα σε σώσει κάτι που έχει αρχή και τέλος; Η ενέργεια της Αγίας Τριάδος, ούτε αρχή έχει, ούτε τέλος. Είναι άναρχη και ατελεύτητη, όπως η ουσία του Θεού. Αφού, λοιπόν, την ουσία δεν μπορούμε να την δεχτούμε -την ουσία του Θεού-, δεχόμεθα την ενέργειά Του. Χάρις, ενέργεια, Βασιλεία, δύναμις, η Βασιλεία των ουρανών, όλα αυτά σημαίνουν την άκτιστη ενέργεια που εκπορεύεται από την Αγία Τριάδα.
Σε κάποιο έργο που προέρχεται από τον ησυχαστικό κύκλο, επιτρέψτε μου αυτή τη στιγμή να ομολογήσω την αδυναμία μου να πω αν είναι του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ή όχι (αλλά δεν έχει καμιά σημασία, ίσως ανήκει στον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά), αποσαφηνίζεται πώς βλέπει τον Θεό η Δύση, ο παπισμός. Βλέπει τον Θεό ως έναν δίσκο ηλιακό, που βρίσκεται στον ουρανό, αλλά οι ακτίνες του δεν φτάνουν στην γη. Τότε ή υπάρχει ο ήλιος ή δεν υπάρχει είναι το ίδιο πράγμα. Δεν μας ζεσταίνει, δεν μας ζωογονεί, αφού οι ακτίνες του δεν φτάνουν εις τον κόσμον. Ο Θεός της Ορθοδοξίας, των Αγίων Πατέρων, είναι ένας ήλιος που στέλνει τις ακτίνες του και ζωογονεί τη γη, και όλη την κτίση, αγιοπνευματικά. Οπότε από τα διάφορα υπόγεια, από την αμαρτία μας, από την πτώση μας, σπεύδουμε να ανεβούμε στην επιφάνεια του εδάφους, για να δεχθούμε τις ζωογόνες ακτίνες, όχι του φυσικού ηλίου, αλλά του υπερφυσικού Ηλίου, του Ηλίου της Δικαιοσύνης.
Γι’ αυτό έφτασε η Δύση από τον Deismus, στον «θάνατο του Θεού». Deismus τι σημαίνει; Θεός, Δημιουργός, αλλά όχι κυβερνήτης του κόσμου. Deus creator, sed non gubernator. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός είτε υπάρχει, είτε δεν υπάρχει, δεν έχει καμία σημασία. Γι’ αυτό ασχολείται η Δύση με κοινωνικά, με ηθικά προβλήματα. Όχι ότι δεν τα συμμεριζόμεθα κι εμείς, αλλά δεν είναι η κύρια προτεραιότητα της πίστεώς μας. Αυτοί ασχολούνται με τα αποτελέσματα, χωρίς να αναζητούν τις ρίζες, την ουσία. Η Δύση, λοιπόν, έφτασε από τον Deismus, εις τον θάνατον του Θεού. Στην δεκαετία του 1950 στην Αμερική και μετά στην Ευρώπη ο θεολογικός κόσμος μιλεί για τον «θάνατο του Θεού» και για την θεολογία «μετά τον θάνατο του Θεού». Τι σημαίνει θάνατος του Θεού; Δεν σημαίνει ότι ο Θεός καθ’ εαυτόν πεθαίνει. Δεν τους απασχολεί, γιατί ή υπάρχει ή δεν υπάρχει ο Θεός δεν λέει τίποτε γι’ αυτούς. Θάνατος του Θεού σημαίνει ότι ο Θεός δεν έχει καμιά σχέση με τη ζωή μας. Ο Θεός δεν μπορεί να μας σώσει. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, όχι μόνο βλασφημία, πόση ανοησία κρύβει αυτή η πορεία. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μιλώντας για τη διάκριση ουσίας και ενεργείας, όπως ο Μ. Βασίλειος και οι λοιποί Άγιοι Πατέρες, σώζει την Πίστη και την δυναμική της συγχρόνως εις την θέωση του ανθρώπου. Μιλεί, επίσης, για την ουσία του Θαβωρίου Φωτός. Στην συζήτηση με τους σχολαστικούς και τον Βαρλαάμ ετέθη το θέμα του Θαβωρίου Φωτός. Τι φως είναι; κτιστό ή άκτιστο; Ο Άγιος Γρηγόριος μας λέγει ότι και στο Σινά και στο Θαβώρ και στην Πεντηκοστή έχουμε την άκτιστη ενέργεια του Θεού ως άκτιστο φως. Η αίρεση είναι που προκαλεί όλα αυτά τα προβλήματα. Ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός εχαρακτηρίζετο σοφός. Είχε σπουδάσει στην Ρώμη μαθηματικά, φιλοσοφία. Ήταν ουμανιστής. ανθρωπιστής. Για να καταλάβετε αυτό το θέμα, παραπέμπω σε μια πρόσφατη μελέτη του αγαπητού αδελφού και συναγωνιστού, του πατρός Θεοδώρου Ζήση, Καθηγητού στην Θεσσαλονίκη (είναι και αυτός τώρα ομότιμος όπως και ο ομιλών αυτή τη στιγμή) εις τον Ορθόδοξον Τύπον. Σε τρεις συνέχειες αναλύει το αν ο Μέγας Φώτιος ήταν ανθρωπιστής, όπως διάφοροι φιλοσοφούντες θέλουν να τον παρουσιάσουν. Δεν θα επιμείνω περισσότερο γιατί θέλω να ολοκληρώσω αυτές τις σκέψεις.
Ήρθε, λοιπόν, ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός από τη Μεγάλη Ελλάδα, την Καλαβρία. Ήρθε και έγινε καθηγητής εις την Κων/πολη. Δέχτηκε μεγάλες τιμές. Μάλιστα εξεπροσώπησε την Ορθοδοξία σε μια Σύνοδο στις αρχές του 14ου αι. εις την Avinion της Γαλλίας, όπου οι πάπες μέσα στις συγκρούσεις τους ήταν εξόριστοι. Ο Παλαμάς διέγνωσε αμέσως τον αιρετικό τρόπο σκέψεως του Βαρλαάμ. Κάποιος μοναχός, για να καταλάβετε τι σημαίνει Άγιος και Πατέρας της Εκκλησίας, κάποιος μοναχός έδωσε στον Άγιο Γρηγόριο ένα κείμενο περί Αγίου Πνεύματος, κατά του filioque, το οποίο είχε γράψει ο Βαρλαάμ. Και όλοι πίστευαν ότι είναι η κορυφή της Ορθοδόξου πίστεως και παραδόσεως. Μόλις διάβασε λίγες γραμμές ο Άγιος Γρηγόριος λέει «είναι αιρετικό το κείμενο»