Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2013

Χριστιανισμός, Ιδεολογία, Πολιτισμός και Ελευθερία

Χριστιανισμός, Ιδεολογία, Πολιτισμός και Ελευθερία



Χριστιανισμός, Ιδεολογία,
Πολιτισμός και Ελευθερία
Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου
 
…….. Η κ. Μαριάννα Αγαθαγγέλου ήταν 40 ετών και Λέκτορας στην έδρα της «Ιστορίας Θρησκευτικού Πολιτισμού». Μας αφιέρωσε ελάχιστη ώρα, γιατί είχε προγραμματίσει ομιλία στο κεντρικό αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου για τις 12 το μεσημέρι, με θέμα: «Η θρησκευτική εικονολογία το Μεσαίωνα». Έτσι λοιπόν συμπτύξαμε τις ερωτήσεις μας, ενώ ο Δημήτρης έκανε την πρώτη κίνηση:
 
- «Αν μου επιτρέπετε, να σας ρωτήσω πόσες βασικές αφετηρίες θρησκευτικότητας γνωρίζουμε, διότι πολυθεϊσμός και μονοθεϊσμός εναλλάσσονται στην ιστορία», είπε μιλώντας με κάποιο άγχος.
- Να σας πω, απάντησε εκείνη: Μπορούμε να δεχθούμε εύκολα ότι μία αφετηρία χονδροειδούς θρησκευτικής πίστης πάνω στη γη προήλθε από τον φόβο του ανθρώπου μπροστά στο άγνωστο, τις καταιγίδες, τους σεισμούς, τους κεραυνούς, τις πλημμύρες. Οι άνθρωποι τότε λάτρεψαν φυσικά φαινόμενα και για να τα εξευμενίσουν, να απομακρύνουν την οργή και την εκδικητικότητα των θείων, όπως πίστευαν, δυνάμεων, άρχισαν να κάνουν θυσίες ζώων και ανθρώπων (όπως έκαναν π.χ. και οι Αζτέκοι στο Μεξικό από τον 14ο αιώνα). Η απομάκρυνση από τον έναν Θεό είχε ως αποτέλεσμα να ξεχάσουν οι άνθρωποι την μορφή Του και να πλάσουν είδωλα, ξόανα και φανταστικές απεικονίσεις γι’ αυτόν. Μια μαύρη κουρτίνα, δηλαδή ο σκοτισμένος νους τους –νους είναι στην ασκητικο-πατερική γραμματεία ‘ο οφθαλμός της ψυχής’- σκέπασε την πραγματική και γεμάτη κατανόηση και αγάπη μορφή του Θεού και οι άνθρωποι προτίμησαν τη σκιά και όχι τον ήλιο. Από τότε άρχισαν να ‘κρυώνουν’, ενώ ο Θεός τούς περίμενε  στο Φως του. Ο ήλιος δεν φταίει αν κάποιοι διαλέγουν το σκοτάδι και την σκιά και κρυώνουν αβάσταχτα. Οι άνθρωποι βασίστηκαν από τότε στις δικές τους ιδέες για τον Θεό και δημιουργήθηκαν οι θρησκείες.
- «Στην αρχαία Ελλάδα παρατηρούμε πάντως λογικές σχέσεις με τους θεούς και προχωρημένη φιλοσοφία, όχι χονδροειδείς αντιλήψεις, συμφωνείτε;», ρώτησε η Μαρία.
- Συμφωνώ, πάντως εν μέρει και όχι πάντοτε, είπε η κ. Μαριάννα. Μια δεύτερη ακριβώς αφετηρία θρησκευτικής πίστης προέκυψε από την αναγκαιότητα της λογικής, συνέχισε. Χαρακτηριστική θρησκεία είναι η αρχαία ελληνική θρησκευτική πίστη για το πρώτο κινούν ακίνητο, που φτάνει κάποιος εκεί αν σκεφθεί ποιος δημιούργησε τον Θεό και ποιος δημιούργησε εκείνον που δημιούργησε τον Θεό και πάει λέγοντας. Ο Θεός αυτός θα πρέπει να είναι ακίνητος, αφού ό,τι κινείται είναι τρεπτό και αλλοιώνεται, θα πρέπει να είναι αθάνατος, παντοδύναμος, πάνσοφος κ.λπ. Αλλά δεν έχει καμία σχέση με έναν Θεό πατέρα και Θεό αγάπης, που θυσιάζεται για τους ανθρώπους, αυτή είναι η διαφορά με τον Χριστιανισμό.
- «Ίσως γιατί ο χριστιανισμός είναι μια αποκαλυπτική θρησκεία», αποφάνθηκε ο Πέτρος.
- Γι’ αυτό ακριβώς, συνέχισε η καθηγήτρια. Η τρίτη αφετηρία θρησκευτικής πίστης, στην οποία βασίζεται πλήρως ο Χριστιανισμός (με πιο αυστηρά στοιχεία και παραθεωρώντας τη θεότητα του Χριστού, ο Ιουδαϊσμός και ο Μωαμεθανισμός), είναι η πίστη σε Θεό ιστορικής αποκαλύψεως, σε Θεό άγιο, στον Θεό του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, στον Θεό της άμεσης σχέσης, τον προσωπικό Θεό της ενώπιος ενωπίω παρουσίας και συνομιλίας. Είναι ο Θεός των πατέρων ημών, που χέρι χέρι αναλαμβάνει τον άνθρωπο και τον καθοδηγεί, αποκαλυπτόμενος ολίγο κατ’ ολίγον και μέσω μιας σχέσης εμπιστοσύνης, μέχρι την πλήρη αποκάλυψή του στη ζωή και το έργο του Ιησού Χριστού. Ήδη από την Π.Δ. αποκαλύφθηκε και το όνομα τού ενός Θεού. Είπε ο Θεός στον Μωϋσή: “Είμαι και θα είμαι αυτός που είμαι”. Δηλαδή “Εγώ ειμί ο Ων” (Εξ. 3,14), ο αναλλοίωτος και προσωπικός Θεός (βλ. Χρήστου Γιανναρά, «Αλφαβητάρι της πίστης», εκδ. ‘Δόμος’, Αθ. 1991).
- «Πόση σχέση βλέπετε να έχει, κα καθηγήτρια, ο Χριστιανισμός με την έννοια της ιδεολογίας ή της θρησκείας, όπως αυτά απαντώνται στον κόσμο; Μας ενδιαφέρει, γιατί αν ο Χριστιανισμός είναι Αποκάλυψη Θεού και όχι ανακάλυψη κάποιων, τότε και ο Χριστός είναι Υιός του Θεού», ρώτησε εύστοχα ο Κώστας.
- Θα σας απαντήσω με βάση τη χριστιανική Θεολογία, ξεκαθάρισε η κα Αγαθαγγέλου: Ο Χριστιανισμός και ιδιαίτερα η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι στην ουσία της ούτε ιδεολογία, ούτε θρησκεία. Δεν πρόκειται για έναν νέο ιστορικό μεσσιανισμό, απ' αυτούς που πίκραναν και ταλαιπώρησαν αφάνταστα την ανθρωπότητα. Η φιλοσοφία και ιδεολογία είναι στοχασμός ανθρώπινος, ενώ ο Χριστιανισμός είναι Λόγος υπερβατικής προέλευσης. Ακόμη, πολλές θρησκείες ανά τον κόσμο περιέχουν φανταστικές δοξασίες και δογματικές αστοχίες περί Θεού και τα ελλειμματικά αυτά φανταστικά διανοήματα περί Θεού δεν έχουν φυσικά καμία σχέση με τον αληθινό Θεό. Είναι δυνατόν επομένως να δεχθούμε ότι όλοι οι θρησκευτικοί δρόμοι προς τη σωτηρία είναι το ίδιο ΑΣΦΑΛΕΙΣ με τον αγιοπνευματικό δρόμο που υποδεικνύει ο Χριστός και η Εκκλησία Του; Οπωσδήποτε όχι! Ο Χριστός διακηρύσσει ότι Εκείνος είναι “η οδός, η αλήθεια και η ζωή” (Ιω. 14,6) και πως χωρίς αυτόν «δεν μπορούμε να πετύχουμε τίποτε» (Ιω. 15,5). Λέγει μάλιστα ότι «αυτός που είδε εμένα, είδε τον Πατέρα» (Ιω. 14,9). Η Γραφή τονίζει ότι «Από κανέναν άλλον δεν μπορεί να προέλθει η σωτηρία, ούτε υπάρχει άλλο πρόσωπο κάτω από τον ουρανό δοσμένο στους ανθρώπους με το οποίο να μπορούμε να σωθούμε» (Πράξ. 4,12).
Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, συνέχισε η Λέκτορας, ο Χριστιανισμός είναι η εξ Αποκαλύψεως αλήθεια του ιδίου του Θεού στον κόσμο και στην ιστορία και όχι ανακάλυψή Του. Το άπειρο κενό μεταξύ κτιστού και ακτίστου (μεταξύ της δημιουργίας και του Δημιουργού) μόνο ΜΕ την ενσάρκωση του Κυρίου γεφυρώθηκε για όλη την πλάση και μόνο ΔΙΑ του Χριστού μπορεί να καλυφθεί από τον άνθρωπο, ώστε ο τελευταίος να κοινωνήσει με τις άκτιστες ενέργειές Του και να σωθεί. Διότι “το απρόσληπτον και αθεράπευτον”, μας λένε οι άγιοι. Αυτό σημαίνει ότι η σωτηρία μας, μέσω, και εν τη Εκκλησία (που είναι το σώμα του Χριστού παρατεινόμενο στους αιώνες), δεν είναι μόνο θέμα ηθικής τάξεως -καλές πράξεις, ευγένεια και επίδειξη συνεργασίας, προσφορά και συμπόνοια κ.α., χωρίς να απορρίπτονται φυσικά και αυτά- αλλά οντολογική αλλοίωση, αγιασμός και θέωση, σε αντίθεση με τις θρησκείες, αλλά και με διάφορες εκδοχές του Χριστιανισμού, όπου ένας διαρκής και αγχώδης θρησκευτικός ακτιβισμός, χωρίς εσωτερική τις περισσότερες φορές αλλαγή, θεωρείται τελικά η σωτηρία. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς δεν ήρθε στην γη για να ιδρύσει μια νέα θρησκεία ή ιδεολογία ή κοινωνιολογία, αλλά για να αφήσει  το σώμα Του και το αίμα Του υπέρ της ζωής του κόσμου.
- «Ούτε σωζόμαστε πιστεύοντας εγκεφαλικά και μόνο μερικές αλήθειες εκκλησιαστικές, έτσι δεν είναι», ρώτησε ο Πέτρος.
- Έτσι είναι, είπε η καθηγήτρια. Θα πρέπει να ζούμε στη πράξη την μετάνοιά μας, συνδυαζόμενη με προσευχή και μυστηριακή ζωή. Διότι όλη η αγιοπνευματική και πατερική παράδοση συμφωνεί πως σκοπός της χριστιανικής ζωής είναι να αποκτήσουμε το Άγιο Πνεύμα μέσα στην καρδιά μας από αυτή τη ζωή. Και αυτό είναι χάρισμα και δωρεά του Χριστού σε όσους βρίσκονται στον δρόμο της κάθαρσης από τα πάθη, που ξεκινά όταν δεν θέτουμε ως πρώτη προτεραιότητα στη ζωή μας τις ηδονές και τις ανέσεις και τα υλικά αγαθά. Αλλά όταν χρησιμοποιούμε τα πάντα για την σωτηρία τη δική μας και των άλλων. Όταν είμαστε σωστοί διαχειριστές των εκ Θεού δωρημάτων.
Θα μου επιτρέψετε επομένως να συνοψίσω είπε στην ομάδα η κα Μαριάννα. Στο πλαίσιο όσων είπαμε, ο Χριστιανισμός δεν είναι μια ιδεολογία ή ένα σύστημα γενικών και αντικειμενικών αληθειών. Χριστιανοί είμαστε όταν έχουμε προσωπική σχέση με τον Ιησού Χριστό και όχι όταν ακολουθούμε από παράδοση κάποιες λατρευτικές συνήθειες, που μπορεί να είναι καθ' όλα υπέροχες. Ό ίδιος εξάλλου ο Χριστός δικάστηκε ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΗΤΑΝ (ο Υιός του Θεού) και όχι για κάτι που έκανε. Αυτή είναι και η ουσιαστική διαφορά του Χριστιανισμού, και μάλιστα της Ορθοδοξίας, από κάθε θρησκεία. Βασίζεται στην κοινωνία με τον Χριστό, στην βαθύτερη σχέση μαζί του, μέσω της καθημερινής προσευχής, και όχι σε κάποιες πεποιθήσεις ή ψυχρές αλήθειες που μας έχουν κληρονομηθεί από τους γονείς μας. Στην Ορθόδοξη λειτουργική ζωή αυτή τη σχέση επιζητούμε και εμβαθύνουμε. Και αν επιμένουμε στο λειτουργικό τυπικό, τις μετάνοιες, το άναμμα κεριών ή τα σταυροκοπήματα είναι γιατί τα θεωρούμε άκρως επιβοηθητικά στοιχεία, χωρίς να εξαντλούν την ουσία, που είναι η πνευματική μας σύνδεση με τον λατρευτό μας Κύριο. Τα θεωρούμε ως πορεία και ως ψυχοσωματική άσκηση με σκοπό την μέθεξη με το όντως Όν. Τέλος, επειδή ο Θεός δεν είναι προσωπολάτρης, αλλά δέχεται χωρίς διακρίσεις κάθε άνθρωπο που τον αναζητά από βάθους ψυχής και με καθαρή καρδιά (Πρ. 10,34-35), σώζει μέσα από το πέλαγος της ανεξερεύνητης και άπειρης αγάπης Του όλους εκείνους, που αν και δεν ευτύχησαν στη ζωή τους να γνωρίσουν τον Ιησού Χριστό, εν τούτοις σέβονται τον Θεό και διαθέτουν ηθική συνείδηση, πράττουν το αγαθό και εφαρμόζουν τη δικαιοσύνη και την έμπρακτη αγάπη εν ελευθερία.
- κα Αγαθαγγέλλου, ως καθ’ ύλην αρμόδια πάνω σε θέματα πολιτισμού, μπορείτε να μας διαφωτίσετε σε ένα θέμα ακόμη; ρώτησε ο Κώστας.
- Παρακαλώ, του είπε η  καθηγήτρια.
- «Πόσο σωστή είναι η άποψη ότι ο πολιτισμός μας επηρεάστηκε αρνητικά από τον Χριστιανισμό και τη θρησκεία γενικά, αφού μάλιστα κάποιοι ισχυρίζονται ότι δεν αναπτύχθηκε η επιστήμη τόσο γρήγορα εξαιτίας αυτού (του Χριστιανισμού);»
- Ωραίο ερώτημα, είπε η κ. καθηγήτρια, και συνέχισε ως εξής: Είναι αλήθεια ότι πριν την εμφάνιση του Χριστιανισμού επικρατούσε στους ανθρώπους η μυθική και μαγική αντίληψη κατανόησης της φύσεως. Οι θεότητες ταυτίζονταν με τις κοσμικές δυνάμεις (πανθεϊσμός) και γι' αυτό δεν υπήρχε τρόπος καλλιέργειας και προόδου Επιστήμης και Τεχνολογίας, αφού οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια και ενασχόληση εθεωρείτο ύβρις. Σημαντική συμβολή του Χριστιανισμού, αρχής γενομένης από τον Ιουδαϊσμό, βρίσκεται στην απομυθοποίηση και απομάγευση ή αποειδωλοποίηση του κόσμου και της φύσεως, αφού επρόκειτο για δημιουργήματα, και μόνο, του Θεού, νοοτροπία που συνέβαλε, αντίθετα με όσα ισχυρίζονται όσοι δεν γνωρίζουν, τα μέγιστα στην ανάπτυξη Επιστήμης και Τεχνικού Πολιτισμού στις χώρες της Ευρώπης και Αμερικής. Η Δυτική Εκκλησία βέβαια στάθηκε αρχικά πολύ επιφυλακτική απέναντι στις νέες ιδέες και κατακλυσμιαίες επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις, φοβούμενη μήπως οδηγήσουν στην διασάλευση και υποβάθμιση του χριστιανικού κοσμοειδώλου. Αρνήθηκε κάποτε να αγκαλιάσει την κοσμική γνώση και έρευνα και εναντιώθηκε σε κάθε ανανεωτική και πρωτοπόρα επιστημονική προσπάθεια. Η στάση της αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να επικρατήσουν στις χώρες της Δύσεως δύο αντίπαλα στρατόπεδα: Πίστεως και Αθεΐας, επίσημης Εκκλησίας και εκπροσώπων της Επιστήμης, Χριστιανισμού και Ορθολογισμού - Διαφωτισμού στα νεώτερα χρόνια.  Έκτοτε ένα τέτοιο κλίμα παλαιών παρεξηγήσεων επανέρχεται πολλές φορές στο προσκήνιο, αν και σήμερα η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έχει ξεφύγει φυσικά από το μεσαιωνικό παρελθόν της και βαδίζει συμφιλιωμένη με τα εκάστοτε υγιή επιστημονικά πορίσματα.
Η παλαιά αυτή αντίθεση μεταξύ εκπροσώπων της Θρησκείας και της Επιστήμης δεν δικαιολογείται πλέον. Η προσπάθεια ορισμένων επιστημόνων να απορρίψουν την θεία Αποκάλυψη με κοσμικά γνωσιολογικά κριτήρια και η προσπάθεια ανεύρεσης αποτυχημένων κενών σε κάθε νέα επιστημονική ανακάλυψη εκ μέρους θρησκευόμενων ερευνητών, ανήκει πια στο παρελθόν. Οι δύο εξέχοντες χώροι, Θρησκείας και Επιστήμης, έχει γίνει ευρέως αντιληπτό ότι ασχολούνται και εντρυφούν σε διαφορετικά πεδία έρευνας, ήτοι: α) της Θείας Αποκάλυψης, που είναι η σταθερή και αναλλοίωτη στους αιώνες και άνωθεν (πνευματικά) κατερχόμενη Αλήθεια του Θεού, η οποία εξάλλου δεν επιδέχεται λογικής διεργασίας, αφού ανήκει στο χώρο του Ακτίστου, και β) της Κτιστής γνώσεως της φυσικής πραγματικότητας, που είναι εκ των κάτω και γι' αυτό εξετάζεται επιστημονικά, λογικά και μαθηματικά, ενώ αναθεωρείται και αμφισβητείται από νεώτερα κάθε φορά επιστημονικά πορίσματα. Οι δύο αυτοί χώροι συναντιούνται όχι απευθείας (διότι δεν υπάρχει καμία αναλογία μεταξύ Κτιστού και Ακτίστου), αλλά εν τη Εκκλησία, δηλαδή εν τω σώματι του Ιησού Χριστού, όπου λαμβάνει χώρα η μοναδική κοινωνία και συμφιλίωση Θεού και Ανθρωπότητας, 'Ακτιστης και Κτιστής πραγματικότητας, δια της μυστηριακής, προσευχητικής, ασκητικής και αγαπητικής οδού.  
- «Πόσο συνέβαλε όμως ο Χριστιανισμός στην εδραίωση του Πολιτισμού;», ρώτησε δυναμικά η Γιάννα.
- Τα μέγιστα!, απάντησε εκείνη. Ο βυζαντινός και ο δυτικός πολιτισμός δεν είναι δημιουργήματα του Χριστιανισμού;  Τα ανθρωπιστικά αιτήματα, η αξία του ατόμου και του σώματος, η καλυτέρευση της νομοθεσίας και των Συνταγμάτων παγκοσμίως, η εξημέρωση των ηθών και εθίμων, η αξιοπρέπεια, η ισοτιμία, η επικράτηση του κοινωνικού πλουραλισμού, δεν προέκυψαν από το ίδιο Πνεύμα που ώθησε και τον απόστολο Παύλο να κηρύττει το: “δεν υπάρχει δούλος και ελεύθερος, δεν υπάρχει άνδρας και γυναίκα, Ιουδαίος και Έλληνας, αλλά όλοι είμαστε ένα μέσα στον Ιησού Χριστό”; Δεν απαλλάχθηκε ο κόσμος από δεισιδαιμονίες (μαγεία, αστρολογία κ.α.) και φαντάσματα του παρελθόντος (πεπρωμένο, μοίρα κ.α.) που τυραννούσαν τη ζωή τους; Μήπως δεν συνέβαλλε (και συμβάλλει καθημερινά) η φιλανθρωπία του Θεανθρώπου και της Εκκλησίας Του στην προστασία των γυναικών, των παιδιών, των δούλων, των κρατουμένων, των μη προνομιούχων; Μπορεί να μεταλλαχθεί προς το καλλίτερο ο κόσμος και η ιστορία χωρίς εφαρμογή της εγκράτειας, της συγχωρητικότητας, της πραότητας, της δικαιοσύνης και της αγάπης, ακόμα και προς τους εχθρούς, όπως διδάσκει ο Χριστιανισμός; Η βυζαντινή φιλοσοφία δεν ήταν εκείνη που προβληματίστηκε ιδιαίτερα δια των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας αναφορικά με τον άνθρωπο και τον κόσμο; Ποιος δίδαξε, αν όχι ο Ιουδαϊσμός και ο Χριστιανισμός, ότι η ιστορία δεν έχει πορεία κυκλική, επαναλαμβανόμενη, τυχαία, υποταγμένη στους ρυθμούς της φύσης, αλλά ευθύγραμμη, ανοδική και μοναδικής σημασίας; Το ουμανιστικό πνεύμα των νέων χρόνων δεν ξεκίνησε από τα νοσοκομεία, γηροκομεία, λεπροκομεία, ορφανοτροφεία και πτωχοκομεία που συντηρούσε η Εκκλησία; Η ανεξαρτησία των λαών, η αυτοδιάθεση, η ειρήνη, η κοινωνική αλληλεγγύη δεν προέκυψαν από το ευαγγελικό μήνυμα; Ο Τεχνικός πολιτισμός δεν ξεκίνησε από την χριστιανική πίστη στην υλικότητα των ουρανίων σωμάτων και όχι στην θεϊκότητά τους, σύμφωνα με τις παγανιστικές θρησκείες; Η χριστιανική υπέρβαση του ατομισμού δεν βοήθησε ιδιαίτερα στον περιορισμό της αυταρχικότητας των εξουσιών; Η τεράστια ανάπτυξη των τεχνών (αγιογραφίας, ναοδομίας, ζωγραφικής, γλυπτικής, μουσικής, υμνογραφίας, ποίησης, αρχιτεκτονικής κ.λπ.) δεν ήταν προσφορά του Χριστιανισμού στον κόσμο;  Πλήθος αρχαίων παπύρων, περγαμηνών και έργων της αρχαιότητας με τεράστια για την επιστήμη σημασία δεν διασώθηκαν και συντηρήθηκαν από χριστιανούς μοναχούς;
Βέβαια, το δυτικό πνεύμα οδηγήθηκε στη συνέχεια σε υπερανάπτυξη και καταστροφικές τάσεις του τεχνικού σε βάρος του πνευματικού στοιχείου (βιομηχανικές παρενέργειες, οικολογική καταστροφή κ.λπ.). Γι' αυτό όμως, όπως και για τα εγκλήματα του μεσαίωνα, τις αποικιοκρατίες, τις σταυροφορίες, τους θρησκευτικούς πολέμους και την βία δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε τον Θεό, το ιερό Του Ευαγγέλιο ή τις μονοθεϊστικές θρησκείες, αλλά τις αδυναμίες εκπροσώπων Του ή εκπροσώπων τους, που δεν βίωσαν στη πράξη το πνεύμα αγάπης του Ιησού Χριστού, καθώς και τις ατυχείς ιστορικές συγκυρίες. Μήπως δεν έπρεπε άλλωστε η Επιστήμη να προχωρήσει στην διάσπαση του ατόμου επειδή σήμερα η ραδιενέργεια, που εκλύθηκε στη φύση εξαιτίας πολλών ατυχημάτων σε πυρηνικά εργοστάσια ανά τον κόσμο, έχει μολύνει ιδιαίτερα το περιβάλλον; Θα φταίει η ανάπτυξη της Γενετικής αν κάποιοι προχωρήσουν παράνομα στην κλωνοποίηση ανθρώπων κατά παραγγελία; Μπορούμε να κατηγορήσουμε την Χημεία για τους πολέμους με χρήση χημικών όπλων που διεξάγονται παγκοσμίως; Επομένως χρειάζεται μια γερή δόση κριτικής στην πρόχειρη κριτική που χρησιμοποιούν ορισμένοι κατά διαστήματα εναντίον του Χριστιανισμού.      
- Και κάτι άλλο σημαντικό θέλω να σας ρωτήσω, είπε ο Κώστας: «Ποια είναι η έννοια της χριστιανικής ελευθερίας, δεσμεύει την θέλησή μας, και πόσο διαφέρει από την λεγόμενη κοσμική ελευθερία των ελεύθερων δημοκρατικών επιλογών;»
- Πολύ σημαντική ερώτηση για την εποχή μας, είπε η ειδήμων και συνέχισε:  Και φυσικά δεν δεσμεύει την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου η Θρησκεία και ιδιαίτερα η Ορθοδοξία, όπως κάποιοι άθεοι διανοούμενοι γράφουν. Δεν διαθέτει νομικίστικη ηθική η Εκκλησία και δεν σε καθηλώνει κάτω από το βάρος κανόνων και κανονισμών. «Απαιτεί» όμως, αν κάποιος θελήσει να ακολουθήσει τον Ιησού Χριστό ως Κύριό του και Θεό, να συμμορφωθεί στον τρόπο ζωής Εκείνου για να είναι καθόλα συνεπής. Και αυτό σημαίνει ότι οφείλει να ζήσει με ειλικρίνεια, με σεβασμό προς τον εαυτόν του και τους άλλους, με φιλάνθρωπη διάθεση και στάση ζωής. Είναι αυτός ο τρόπος ζωής δέσμευση και καταναγκασμός; Είναι, αλλά μόνο για εκείνους που παραμένουν δέσμιοι των εγωιστικών, ηδονιστικών και υλιστικών τους επιδιώξεων και όχι λάτρεις του απολύτου και αναζητητές της πραγματικής ελευθερίας, που σημαίνει απελευθέρωση από τα ανούσια, τα χαμερπή και την κακία. 
Ο Χριστιανισμός πράγματι πιστεύει ότι ελευθερία σημαίνει πρωτίστως ελευθερία από τη σκλαβιά των παθών, που μας κρατούν δέσμιους στον υλιστικό (και όχι υλικό) τρόπο ζωής. Επομένως, αν εννοήσουμε ως ελευθερία την δυτικόφερτη έννοια του “κάνε ό,τι σ' αρέσει”, εδώ η Εκκλησία έχει σοβαρές ενστάσεις. Πρακτικά και εύστοχα ο ιερός Αυγουστίνος προτρέπει: “Αγάπα πρώτα, και μετά κάνε ό,τι σ' αρέσει”. Διότι όποιος αγαπά γνήσια και πραγματικά είναι σίγουρο ότι δεν θα κάνει ποτέ κάτι που ενδέχεται να θλίψει, βλάψει ή πληγώσει αυτούς που αγαπά. Μέσα σ' αυτήν την αγάπη άλλωστε “ανακαλύπτει” κανείς το Θεό. Ελευθερία λοιπόν, αλήθεια και αγάπη είναι το αξιολογικό τρίπτυχο που μας ωθεί να στραφούμε προς τον εαυτό μας, τους άλλους και το Θεό, βαδίζοντας ολίγον κατ' ολίγον προς την τελειότητα αυτής της συνάντησης, και που δεν παύει να αποτελεί τον περιπαθή άθλο του προσώπου στην υποκειμενική του ανάβαση και αναζήτηση της αλήθειας.
Μάλιστα η αγάπη εν ελευθερία, και όχι η ιδιοτελής προσκόλληση στα πάθη -που αποτελούν διαστροφή των ψυχικών δυνάμεων και όχι υγιή ανάπτυξή τους, όπως δυστυχώς ο δυτικός τρόπος ζωής προτρέπει- είναι εκείνη που μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε αθάνατοι. Και μόνο μέσα σ' αυτήν την συνειδητοποίηση της αθανασίας και της πραγματικής ελευθερίας εν Χριστώ το ερώτημα περί Θεού γίνεται υπαρξιακό.  Τότε μόνο ο Θεός μου παραμένει η ζωή και η καταφυγή μου, το τέλος και η αρχή μου, το Α και το Ω μου, ξεφεύγοντας από την καταπίεση της ψυχρής λογικής και της αντικειμενικής γνώσης. Ακριβώς γιατί η αλήθεια του Θεού δεν είναι νοητική αφαίρεση και διανοητική ανακάλυψη ή ορθολογιστική γνώση, αλλά προσωπική μετοχή και σχέση με το Όντως 'Ον, συνάντηση μοναδική, ένεκα της οποίας ο άνθρωπος βρίσκει την προσωπική του υπόσταση και πληρότητα. Δεν μιλάμε λοιπόν στον Χριστιανισμό για μια επιδερμική παχυλή ελευθερία από τις ηθικές δεσμεύσεις, αλλά για το πραγματικό νόημα της ζωής στο οποίο ο Χριστός μάς προτρέπει να εντρυφήσουμε.
Γιατί άραγε η συνεχώς αυξανόμενη πρόοδος σε τεχνολογικούς και επιστημονικούς γενικά τομείς δεν συμβάλλει στην αντίστοιχη μείωση των υψηλών ποσοστών: χρήσης εξαρτημένων ουσιών και ηρεμιστικών, κατάθλιψης, αυτοκτονιών, βιασμών, πείνας, κοινωνικής αδικίας, κακοποίησης γυναικών και παιδιών, βασανιστηρίων και οικολογικής καταστροφής, που παρατηρούνται στις χώρες του “προηγμένου κόσμου”; Διότι στην ουσία των προβλημάτων, ατομικών και κοινωνικών, υπάρχει πραγματική κρίση ταυτότητας και έλλειψη νοήματος ζωής. Ερωτήματα του τύπου: “Ποιοι είμαστε;”, “Πού βαδίζουμε;”, “Έχει σκοπό το ταξίδι της ζωής;”, “Έχουν σημασία τα πράγματα του κόσμου μας;”, “Έχουν λόγο ύπαρξης οι αξίες;”, δεν μπορούν φυσικά να απαντηθούν ουσιαστικά από την Επιστήμη και τη Φιλοσοφία. Μπορούν όμως και έχουν απαντηθεί από τον Χριστιανισμό, τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό και το μήνυμα της ελευθερίας και σωτηρίας Του προς όλους ανεξαρτήτως τους ανθρώπους από καταβολής κόσμου, εκατομμύρια των οποίων έχουν “αιχμαλωτισθεί” καρδιακά από τη ζωή, τη διδασκαλία, τα θαύματα και την ανάστασή Του. Ό ίδιος σκορπά τα χαρίσματά Του απλόχερα και πλούσια: Όποιοι υπεύθυνα ακολουθούν τον δρόμο του και τις εντολές του συμφιλιώνονται μεταξύ τους και με τους εχθρούς τους, αντλούν ολοφάνερες απαντήσεις για το νόημα της ζωής τους και την αιωνιότητα, γεμίζουν ελπίδα και την μεταδίδουν στο περιβάλλον τους, πλημμυρίζουν από ανώτερα συναισθήματα και προσφέρουν αγάπη σε γνωστούς και αγνώστους, αποκτούν καλοσύνη, κατανόηση για τους άλλους και εμπιστοσύνη προς τον Τριαδικό Θεό. Υπάρχει ανώτερος τρόπος ζωής από αυτόν, που να αξίζει κανείς να ακολουθήσει; Δεν είμαστε πραγματικά ελεύθεροι αν απελευθερωθούμε από την απληστία, την υποκρισία, τον φόβο, τον κατώτερο εαυτό μας, το μίσος, τον εγωισμό μας, όπως μας δίδαξε και τήρησε εξάλλου στη ζωή Του ο Ιησούς Χριστός;
Είναι ακόμη παντελώς ανιστόρητο να θεωρείται από ορισμένους ο Χριστιανισμός αντίθετος με την έννοια της ελευθερίας, όταν είναι τόσο γνωστό πως συνέτρεξε αμέτρητες περιπτώσεις κατατρεγμένων, πληγωμένων, φυλακισμένων, αρρώστων, πτωχών, ορφανών και χηρών, κρατουμένων και περιθωριακών και πως απελευθέρωσε την συνείδηση κρατών και ατόμων από την άγνοια, την πολιτική εκμετάλλευση και την ψυχική αρρώστια. Αν βέβαια κάποιοι έχουν στο νου τους μια εσφαλμένη μορφή του Θεού ως ουράνιου αστυνόμου και εξουσιαστή ή αν θεωρούν ως ελευθερία την απομάκρυνσή τους από κάθε έννοια ηθικής, όπως ο πολύς Λάϊμπνιτς είχε εύστοχα διατυπώσει -”αν η Γεωμετρία είχε ηθική, πολλοί θα την είχαν απορρίψει”, είχε πει- τότε ως φυσικό επακόλουθο της φιλοσοφικής τους στάσης απορρίπτουν τον Χριστιανισμό διότι θεωρούν ότι φυγαδεύει τις ελεύθερες επιλογές τους. Αν πάλι οι αξίες στη ζωή είναι θέμα γούστου και ατομικής επιλογής, τότε έχει βάση πραγματική η ψυχογραφική επί του θέματος ακτινογραφία του αιώνα μας, όπως την παραθέτει ο Βρετανός ιστορικός Dr. Paul Johnson:  “Αυτό που είναι τόσο αξιοσημείωτο σχετικά με τον εικοστό αιώνα και που αποτελεί μια κυρίαρχη αιτία των τρόμων του είναι το ότι μεγάλη δύναμη έχει αποκτηθεί από ανθρώπους που δεν φοβούνται τον Θεό και που δε θεωρούν τον εαυτό τους περιορισμένο από κάποιον απόλυτο κώδικα συμπεριφοράς”.
“Χριστιανική ελευθερία σημαίνει λοιπόν να επιτρέψουμε στον καλύτερο άνθρωπο [σημείωση δική μας: Θεάνθρωπο] που έζησε ποτέ να γίνει η έμπνευση της ζωής μας. Τι καταπιεστικό υπάρχει σε αυτό; Σίγουρα, μια τέτοια στάση, μπορεί συχνά ν' αντιτίθεται στις εγωιστικές συνήθειές μας. όμως αυτό είναι απαραίτητο σε κάθε προσπάθεια για κάτι ανώτερο. Βρίσκει εφαρμογή στον αθλητή, τον ακαδημαϊκό, το γιατρό..... Προοδευτικά επιτρέπει στον καθένα μας να γίνει αυτό το είδος ανθρώπου που όλοι επιθυμούμε να είμαστε στις καλύτερες στιγμές μας. Και το αποτέλεσμά της είναι ένας τρόπος συμπεριφοράς ο οποίος, αν γενικευόταν, δε θα κατάστρεφε την κοινωνία, αλλά θα τη μεταμόρφωνε. Με μια λέξη, η μόνη ελευθερία που ο χριστιανισμός  “αφαιρεί” είναι η ελευθερία να πληγώνουμε τους εαυτούς μας και τους άλλους ανθρώπους. Η αληθινή ελευθερία έρχεται μόνο από τον Ιησού” («Δέκα μύθοι για τον Χριστιανισμό», εκδ. ο Λόγος, 1996, σελ.   5,6,19, 21). 
- Σας ευχαριστούμε πολύ, είπε στην κα Αγαθαγγέλου η Μαρία, και αναχωρήσαμε πλουσιότεροι.

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Γ. ΧΟΥΛΗ, ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Ο ΙΗΣΟΥΣ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
 
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com


Read more: http://www.egolpion.com/1A2B4914.el.aspx#ixzz2lqecrYbG

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

Περί προσευχΗς  


56. Περί προσευχής
Εάν παρευρεθήτε ποτέ σε συνάξεις Παπικών ή Προτεσταντών, επικρατεί η συνήθεια να κάνουν αυτοσχέδιες προσευχές. Αυτή η παράδοσις προέρχεται κυρίως από την Προτεσταντική επανάστασι, τότε που διάβαζαν πολύ προσεκτικά την Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Διάβαζαν δηλαδή τότε στο Ευαγγέλιο ότι έρχεται το Πνεύμα το Άγιο και προσεύχεται μέσα στον άνθρωπο. Έτσι ο άνθρωπος (κατ’ αυτούς) υποκινείται στο να προσεύχεται από το Άγιο Πνεύμα, το οποίο έρχεται μέσα του. Κατ’ αυτούς λοιπόν απόδειξις ότι κάποιος έχει επάνω του Άγιο Πνεύμα είναι το ότι ο άνθρωπος αυτός προσεύχεται. Διότι το Άγιο Πνεύμα που έχει μέσα του τον υποκινεί και τον εμπνέει να προσεύχεται. Επειδή λοιπόν στους Προτεστάντες κατά την εποχή της Μεταρρυθμίσεώς τους υπήρχε αυτή η ερμηνεία, διετηρήθη μέχρι σήμερα σ’ αυτούς. Πιστεύουν δηλαδή ότι ο άνθρωπος, όταν θέλη να προσευχηθή, έρχεται υποχρεωτικά το Πνεύμα το Άγιο, το οποίο τον υποκινεί και τον εμπνέει να προσεύχεται σωστά.Στην Ορθόδοξη Παράδοσι όμως επικρατεί κάτι άλλο. Οσάκις η Γραφή ομιλεί περί προσευχομένου Αγίου Πνεύματος μέσα στον άνθρωπο, όταν δηλαδή λέγη ότι το Άγιο Πνεύμα προσεύχεται μέσα στον Προφήτη ή μέσα στον Απόστολο, δεν ομιλεί περί λογικής προσευχής, αλλά περί νοεράς. Αυτή δηλαδή η λατρεία, δεν είναι λογική λατρεία, αλλά νοερά102.
Έτσι υπάρχει μεν η λογική λατρεία, που γίνεται με την λογική του ανθρώπου, την οποία προσφέρομε στον Θεό, όταν διαβάζωμε ή ψάλλωμε τις ακολουθίες της Εκκλησίας. Η Θεία Λειτουργία π.χ. είναι λογική λατρεία, όπως λογικές λατρείες είναι όλες οι τυπωμένες σε κείμενα ακολουθίες της Εκκλησίας. Η νοερά λατρεία όμως, που είναι ποιοτικά ανώτερης μορφής λατρεία, δεν είναι λατρεία που προσφέρεται στον Θεό από τον άνθρωπο με πρωτοβουλία του ανθρώπου. Και τούτο διότι σε κάποιο στάδιο της πνευματικής αναπτύξεως του ανθρώπου ήλθε το Πνεύμα το Άγιο στον άνθρωπο αυτόν, στην καρδιά του, και μετέφερε την λατρεία του Θεού από τον εγκέφαλο στον χώρο της καρδιάς. Οπότε στον άνθρωπο αυτόν γίνεται πλέον η λατρεία του Θεού νοερώς στον χώρο της καρδιάς. Τότε η διάνοια παρακολουθεί την νοερά προσευχή, αλλά δεν συμμετέχει με λογικά σχήματα. Απλώς αφουγκράζεται την προσευχή του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά. Αυτή είναι η ευχή του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά του ανθρώπου.
Όταν το Άγιο Πνεύμα προσεύχεται νοερά μέσα στον άνθρωπο, όπως είπαμε προηγουμένως, τότε εκείνος ο άνθρωπος την περίοδο εκείνη γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος και μάλιστα ο χώρος της καρδιάς του γίνεται το θυσιαστήριο αυτού του ναού. Και το αισθάνεται αυτό ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος τότε γίνεται ακροατής της ευχής του Αγίου Πνεύματος103. Τότε η καρδιά του ανθρώπου γίνεται παπάς και ψάλτης και ο άνθρωπος εκείνος βιώνει της εσωτερική – μυστική ιερωσύνη. Τότε γίνεται μέλος του Βασιλείου Ιερατεύματος. Τότε γίνεται ενεργεία μέλος του Σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας, διότι το ίδιο το Άγιο Πνεύμα τον εισήγαγε στο μυστικό Σώμα του Χριστού, στην όντως Εκκλησία. Το Χρίσμα, το οποίο εδέχετο ο Χριστιανός στην αρχαία Εκκλησία, ήταν ακριβώς η επιβεβαίωσις, η σφραγίδα ότι ο Χριστιανός εκείνος είχε γίνει μέλος του Σώματος του Χριστού.
Όταν ο άνθρωπος, στον οποίο ενεργείται η προσευχή του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά, θελήση να προσευχηθή λογικά104, μπορεί να το κάνη αυτό και να προσεύχεται με άλλους στίχους από εκείνους που ακούει μυστικά μέσα στην καρδιά του. Μπορεί όμως επίσης να αφεθή και να επαναλαμβάνη ή να απαγγέλλη εκείνα που ακούει να λέγονται μέσα στην καρδιά του.
Στην Ορθόδοξη Παράδοσι όμως ένας ο οποίος δεν βρίσκεται σε αυτήν την πνευματική κατάστασι της νοερής προσευχής, δεν κάνει αυτοσχέδιες προσευχές, αλλά προσεύχεται λογικά χρησιμοποιώντας τις προσευχές των ακολουθιών της Εκκλησίας. Διότι η αυτοσχέδια προσευχή πνευματικά είναι πάρα πολύ επικίνδυνη για όσους δεν έχουν τις ανάλογες πνευματικές προϋποθέσεις105. Εκείνος που ξέρει πώς να προσεύχεται σωστά είναι ο Παράκλητος, δηλαδή το Πνεύμα το Άγιο, ο Οποίος διδάσκει τον άνθρωπο πώς να προσεύχεται σωστά, καθώς επίσης και ο άνθρωπος που έχει διδαχθή από το Άγιο Πνεύμα πως να προσεύχεται σωστά.
Αυτή η κατάστασις για την οποία ομιλεί ο Χριστός, όταν λέγη ότι θα έλθη το Πνεύμα το Άγιον να κατοικήση μέσα σας και μαζί με το Πνεύμα το Άγιο θα έλθω και εγώ μαζί με τον Πατέρα μου και θα κατοικήσωμε μέσα σας – το λέγει καθαρά αυτό ο Χριστός -, και μάς λέγει και πώς θα γίνη αυτό και επίσης μας λέγει «αιτείτε και δοθήσεται υμίν»106 και μιλάει για προσευχή και μιλάει για αγάπη, όλα αυτά αν τα συνδυάση κανείς, τι συμπέρασμα βγάζει; Ότι μιλάει ο Χριστός για μία κατάστασι, κατά την οποία, όταν έλθη ο Χριστός και το Πνεύμα το Άγιο και κατοικήση μέσα στον άνθρωπο, ο άνθρωπος αυτός θα το ξέρη ότι γίνονται αυτά μέσα του; Ή μήπως, όταν γίνουν αυτά σε έναν άνθρωπο, ο άνθρωπος αυτός δενθα το ξέρη, δεν θα το καταλάβη; Δηλαδή το Πνεύμα το Άγιο, όταν έρχεται μέσα στον άνθρωπο, έρχεται απαρατήρητα ή μετά παρατηρήσεως (εσωτερικής); Ή μήπως θα έλθη, επειδή το είπε κάποιος Δεσπότης ή κάποιος παπάς;
Θυμάμαι, όταν ήμουν νεοχειροτονημένος παπάς, έλεγα και εγώ εκείνο που λέγει ο απόστολος Παύλος ότι «ημείς εσμεν ναός του Αγίου Πνεύματος»107 και αν φθείρετε τον ναόν τούτον… κλπ. και συζητούσαμε και λέγαμε και λέγαμε κάνοντας ηθικολογία επάνω σ’ αυτά που έλεγε ο απόστολος Παύλος. Αλλά ο απόστολος Παύλος απευθυνόμενος στην ενορία της Κορίνθου, στο σημείο που έλεγε ότι ημείς εσμεν ναός του Αγίου Πνεύματος, ημείς εσμεν μέλη του σώματος του Χριστού, και έχετε το Πνεύμα το Άγιο μέσα σας κλπ., αν διαβάσετε όλα αυτά προσεκτικά, θα δήτε ότι αναφέρεται σε τι είδος πιστών; Διότι λέγει: «Θέλω πάντας υμάς λαλείν γλώσσαις»108. Δηλαδή αναφέρεται στους λαλούντας γλώσσαις (σ’ εκείνους δηλαδή που είχαν στην κατοχή τους διάφορα είδη της νοεράς προσευχής).
Λένε οι παπάδες από τον άμβωνα: ξέρετε, αγαπητοί μου Χριστιανοί, δεν πρέπει να στεναχωριέστε… Να, ο απόστολος Παύλος λέγει ότι το Πνεύμα το Άγιο είναι, μέσα μας και μας καθοδηγεί και ξέρει το Πνεύμα τι ανάγκες έχομε και πώς να προσευχηθή… κλπ.. Δηλαδή κάνουν μία ομιλία, μιλάνε για κάποια προσευχή του Αγίου Πνεύματος μέσα στον άνθρωπο, την οποία ο άνθρωπος δεν αισθάνεται ούτε ξέρει ότι ενεργείται μέσα του ούτε την διακρίνει μέσα του, την οποία δηλαδή δεν ακούει ο άνθρωπος να τελήται εσωτερικά, μέσα του.
Όμως εκείνη η προσευχή του Αγίου Πνεύματος, για την οποία μιλάει ο απόστολος Παύλος, είναι αισθητή ή όχι; Ο Απόστολος Παύλος δηλαδή μιλάει έτσι αόριστα για κάποια προσευχή του Αγίου Πνεύματος, για αόριστη συμμετοχή στο Σώμα του Χριστού; Ή μας δίνει συγκεκριμένα βιωματικά στοιχεία για το πώς συμβαίνει αυτό; Δηλαδή υπάρχει νοερά αίσθησις, αισθητή εσωτερική αντίληψις ή όχι σ’ εκείνα για τα οποία μιλάει έτσι ο απόστολος Παύλος;
Διαβάζοντας όμως τους Πατέρες της Εκκλησίας, βλέπομε το εξής: Ότι δηλαδή αποκλείεται κάποιος να είναι ναός του Αγίου Πνεύματος και να μη το καταλαβαίνη, να μην έχη δηλαδή αίσθησι ο ίδιος ότι είναι ναός του Αγίου Πνεύματος. Διότι «το Πνεύμα συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού»109. Το Πνεύμα όμως πώς συμμαρτυρεί «τω πνεύματι ημών»; Δεν είναι αυτό η νοερά προσευχή; Διότι, αν δεν είναι αυτό η νοερά προσευχή, τότε τι είναι; Είναι καμμιά φαντασία κανενός φαντασμένου ανθρώπου;
Λοιπόν με την φράση: «το Πνεύμα συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού» δεν εννοείται τίποτε άλλο, παρά η νοερά προσευχή. Και αυτή η νοερά αίσθησις, αυτή η κατάστασις, αυτή η εμπειρία του Χριστιανού, όταν ενεργείται από το Άγιο Πνεύμα, αυτή η είναι η Πατερική παράδοσις από γενεά σε γενεά. Βάσει αυτής ένας πνευματικός πατέρας ξέρει πότε το πνευματικό του παιδί έχει φθάσει από την κάθαρσι στο φωτισμό. Μπορεί ένας πνευματικός πατέρας να το ξέρη αυτό ή όχι; Και πώς το ξέρει αυτό; Πώς δηλαδή ξέρει αν το πνευματικό του παιδί έφθασε στην κατάστασι φωτισμού; Από αυτά που είπαμε. Έτσι, όταν μιλάμε για εμπειρική Θεολογία μιλάμε για εμπειρική ευσέβεια (όχι για ευσεβισμό). Η Θεολογία είναι εμπειρική ευσέβεια. Δεν είναι λόγια, αλλά είναι κάτι το πολύ συγκεκριμένο.
 
Σημειώσεις:

102. Γίνεται δηλαδή με την καρδιά, την οποία κινεί η θεία Χάρις και όχι με την λογική.
103. Α’ Πέτρ. 2, 9.
104. Διαβάζοντας ή ψάλλοντας κάτι μέσα στον ναό ή κάνοντας αυτοσχέδια προσευχή ή επαναλαμβάνοντας μία μονολόγιστη ευχή.
105. Παράδειγμα είναι ο Φαρισαίος του Ευαγγελίου, ο οποίος έπεσε σε υπερηφάνεια.
106. Ματθ. 7, 7.
107. Η ακριβής διατύπωσις είναι: «Ουκ οίδατε ότι ο ναός Θεού εστε και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν; Ει τις τον ναόν του Θεού φθείρει, φθερεί τούτον ο Θεός· ο γαρ ναός του Θεού άγιός εστιν, οίτινες εστε υμείς» (Α’ Κορ. 3, 16-17).
108. Α’ Κορ. 14, 5.
109. Ρωμ. 8, 16.
 http://www.oodegr.com/oode/biblia/pateriki_theologia/56.htm

Το λάθος του Eυαγγελιστή Ματθαίου στο 27/κζ: 9

Το λάθος του Eυαγγελιστή Ματθαίου στο 27/κζ: 9
Δυστυχώς το Προτεσταντικό πνεύμα που θέλει μια Αγία Γραφή αλάθητη, φαίνεται ότι υπάρχει ακόμα σε αρκετούς προτεσταντίζοντες Ορθοδόξους, που δεν εννοούν να κατανοήσουν την Ορθόδοξη θέση περί Αγίας Γραφής, αλλά στο βωμό της προκατάληψης θυσιάζουν την ειλικρίνεια και την αλήθεια. Γι' αυτούς τους προτεσταντίζοντες αδελφούς μας κυρίως, θα πούμε μερικά ακόμα πράγματα, για το λάθος του Ευαγγελιστή Ματθαίου, όσον αφορά την προφητεία για τα τριάντα αργύρια του Ιούδα.
 
1. Η ένσταση στα όσα γράψαμε
Διατυπώνοντας την Ορθόδοξη θέση ότι ΜΟΝΟ οι Οικουμενικές Σύνοδοι είναι αλάθητες, και όχι η Αγία Γραφή, και καταγράφοντας σε άλλο μας άρθρο παραδείγματα για την Ορθόδοξη αυτή θέση, σε αντιπαράθεση με την Προτεσταντική, δεχθήκαμε κριτική από Ορθόδοξο (;) αναγνώστη, και μάλιστα δημόσια σε φόρουμ, αντί να μας επιστήσει την προσοχή σε αυτό που θεώρησε λάθος μας, (ώστε να το διορθώσουμε αν έχει δίκιο). Δυστυχώς (ή ευτυχώς) δεν είχε δίκιο, και για του λόγου το αληθές, ακολουθεί το παρόν άρθρο. Είχαμε  γράψει στο άρθρο μας περί δήθεν "αλαθήτου" της Αγίας Γραφής:
"Ας δούμε λοιπόν ένα ολοφάνερο λάθος, για να πιστοποιήσουμε αυτό ακριβώς: Ότι η Αγία Γραφή, από μόνη της, αν ερμηνεύεται ξέχωρα από την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας, δεν διαφέρει από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο, και περιέχει λάθη:
Γράφει ο Ματθαίος στο 27/κζ: 9: "Τότε επληρώθη το ρηθέν δια Ιερεμίου του προφήτου λέγοντος: Και έλαβον τα τριάκοντα αργύρια, την τιμήν του τετιμημένου ον ετιμήσαντο από υιών Ισραήλ"
Λοιπόν, ψάξτε όσο θέλετε τον Ιερεμία. Αυτό το εδάφιο δεν θα το βρείτε! Και ας γράφει ο Ματθαίος ότι το λέει ο Ιερεμίας. Πού είναι αυτό το εδάφιο; Βρίσκεται στον προφήτη Ζαχαρία! Γράφει ο Ζαχαρίας:
"και ερώ προς αυτούς: Ει καλόν ενώπιον υμών εστι, δότε στήσαντες τον μισθόν μου ή απείπασθε· και έστησαν τον μισθόν μου τριάκοντα αργυρούς" (Ζαχαρίας 11/ια: 12).
Είναι προφανές εδώ, ότι ο Ματθαίος έγραψε από μνήμης την προφητεία, και έκανε λάθος! Νόμιζε ότι την είχε διαβάσει στον Ιερεμία, αλλά την είχε διαβάσει στον Ζαχαρία! Συνεπώς, αυτά που έγραφε, δεν του τα υπαγόρευε ο Θεός. Δικά του ήταν! Δεν είναι δυνατόν ο Θεός να του υπαγόρευσε λάθος πληροφορία. Λέτε ο Θεός να μην ήξερε ποιος έγραψε την προφητεία στην πραγματικότητα; Όμως ο Θεός τον άφησε να κάνει αυτό το λάθος, για να είναι αυτό το λάθος σήμερα, ατράνταχτη απόδειξη, απέναντι στην αιρετική Προτεσταντική άποψη της αλάθητης Αγίας Γραφής!"
Τα παραπάνω που είχαμε γράψει, προφανώς δεν άρεσαν στον προτεσταντίζοντα αδελφό μας, ο οποίος έγραψε σε φόρουμ τα εξής:
"Έχει δίκιο η Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής; Προφανώς όχι. Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος γνωρίζει τι γράφει. Κατά τον σχολιασμό του αειμνήστου πατρός Ιωήλ Γιαννακόπουλου γράφει για το επίμαχο σημείο: ΄΄Ο προφήτης Ιερεμίας υπαγορεύει την προφητεία στο μαθητή του Βαρούχ, όμως ο βασιλιάς Ιωακείμ καίει το χειρόγραφον και εκ νέου ξαναγράφεται, όμως το κείμενον των Ο΄ είναι βραχύτερον του Εβραϊκού και της Βουλγάτας κατά 2.700 λέξεις, ήτοι κατά το 1/8 ως υπολογίζει ο Graf ' ' Και καταλήγει ο μακαριστός: ' ' κατά Ε.Β. Δύναται να αποδοθεί εις φθοράν του κειμένου του Ιερεμίου ή εις άλλην τινά αιτίαν αγνώστου εις υμάς.΄΄ ".
Και σε επόμενο μήνυμά του, ο αδελφός μας αυτός, γράφει τα εξής; "Η ΟΟΔΕ δεν γνωρίζει αυτό που λέει ο Συναξαριστής; 28 Σεπτεμβρίου: Προφήτου Βαρούχ (1). Μάρτυρος Αλεξάνδρου.Μαρτύρων Αλφειού και Ζωσίμου. Ευσταθίου του Ρωμαίου και Καλλινίκου. Ηλιοδώρου, Μάρκου του ποιμένος, Νέωνος, Νίκωνος, Αλεξάνδρου. Οσίων Χαρίτωνος ομολογητού (†350). Αυξεντίου και Νεοφύτου του Εγκλείστου των εν Κύπρω.
(1) Ο προφήτης Βαρούχ ο Δίκαιος ήταν γιος του Νηρίου, αφοσιωμένος ακόλουθος και γραμματέας του προφήτη Ιερεμία. Ήταν φιλαλήθης και θαρραλέος. Ο Βαρούχ έγραψε με υπαγόρευση τού Ιερεμία, που ήταν φυλακισμένος, προφητείες, με την εντολή να τις διαβάσει στο λαό σε ημέρα νηστείας. Όταν ο βασιλιάς Ιωακείμ πληροφορήθηκε το γεγονός, έριξε τις προφητείες στη φωτιά. Οι προφητείες όμως εκείνες ξαναγράφτηκαν. Ο Βαρούχ φυλακίστηκε για την φιλαλήθη και θαρραλέα γλώσσα του. Ο Βαρούχ στο ομώνυμό του βιβλίο προλέγει καθαρά την ενανθρώπιση του Κυρίου Ιησού Χριστού."
Στα παραπάνω, άλλος Χριστιανός του ιδίου φόρουμ, πεπεισμένος για την ορθότητα των όσων γράφτηκαν από τον αδελφό μας, γράφει:
"ευχαριστώ για τη λύση του 'μυστηρίου' της άγνοιας του Ματθαίου, που κατά κάποιους Χριστιανούς Ορθόδοξους, δεν ήξερε που παν τα τέσσερα. Δογματική έρευνα να χαρώ. Να παρουσιάζουμε έναν από τους 12 αποστόλους σαν να μην ήξερε που παν τα τέσσερα, ΑΦΟΥ ΕΙΧΕ ΗΔΗ ΛΑΒΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΦΟΙΤΗΣΗ ΜΕ ΠΥΡΙΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ. Λες και ο Ματθαίος δεν είχε πρόχειρες τις προφητείες του Ιερεμία και του Ζαχαρία και δεν μπορούσε ακόμα και να ανοίξει το βιβλίο και να διαβάσει πριν γράψει τέτοιο χονδροειδές λάθος. Λες και η εκπλήρωση μιας τόσο σημαντικής Μεσσιανικής προφητείας μπροστά στα μάτια του ήταν κάτι το ρηχό και ανάλαφρο, και το να μπέρδευε το ποιος προφήτης είχε προφητεύσει για το 'πούλημα' του Μεσσία ήταν σαν να λέμε το είπε ο Μάκης ή ο Θέμος".
Με δυο λόγια, για τους αδελφούς μας αυτούς, το θέμα είναι λυμένο. Κατ' αυτούς, ο Ματθαίος σωστά το έγραψε, επειδή η προφητεία αυτή βρισκόταν στα κείμενα του Ιερεμία που κάηκαν, και που όταν ξαναγράφτηκαν δεν περιείχαν την προφητεία, η οποία δεν ξαναγράφτηκε στα νέα κείμενα, που ήταν λιγότερα κατά 1/8 (κατά τον αδελφό μας). Αλλά ο Ματθαίος το γνώριζε αυτό, και έτσι σωστά έγραψε περί μιας προφητείας, που δεν υπήρχε πλέον στα κείμενα. Μάλιστα, για να ισχυροποιήσει αυτή τη θεωρία του, λέει σε κάποιο μήνυμά του, ότι "ούτε ο Ζαχαρίας γράφει κάτι τέτοιο".
Εμείς φυσικά, καθώς σε πλήθος μελέτες μας  δίνουμε τις απαντήσεις σε υποτιθέμενα λάθη της Αγίας Γραφής, και δείχνουμε ότι ΔΕΝ είναι λάθη, δεν θα είχαμε κανένα λόγο να μην αποδεχθούμε κάτι τέτοιο, ΑΝ ήταν αλήθεια. Όμως, δεν είναι έτσι. Εδώ ο Ματθαίος, πράγματι κάνει λάθος. Είτε αυτό αρέσει σε κάποιους, είτε όχι. Και ως Χριστιανοί, οφείλουμε να λέμε την αλήθεια, και να μη προσπαθούμε να "μπαλώσουμε" τα πράγματα, όταν νομίζουμε ότι "θίγουν" αυτό που ΕΜΕΙΣ νομίζουμε ως αλάθητο (σε αντίθεση με το τι διδάσκει η Εκκλησία). Και θα δείξουμε στη συνέχεια πόσο λάθος κάνουν όλοι αυτοί οι Χριστιανοί, που νομίζουν ότι με αστήρικτες θεωρίες, "στηρίζουν" την Αγία Γραφή. Η Αγία Γραφή όχι μόνο δεν στηρίζεται με φανταστικές θεωρίες, αλλά στην πραγματικότητα ΒΛΑΠΤΕΤΑΙ με τέτοιες αλχημείες, όπως θα δείξουμε στη συνέχεια.
 
2. Η δήθεν εξήγηση που δήθεν δίνει ο π. Ιωήλ
Πράγματι, ο Ιωήλ Γιαννακόπουλος γράφει κάτι για το θέμα. ΟΧΙ όμως αυτά που ισχυρίζεται ο διαφωνών αδελφός μας! Για του λόγου το αληθές, ο Ιωήλ Γιαννακόπουλος στο σχολιασμό του εδαφίου, γράφει μόνο το εξής: "Δια την απόδοσιν του τεμαχίου τούτου υπό του Ματθαίου 27, 9 εις τον Ιερεμίαν ιδέ εισαγωγήν. Κατά το Ε. Β. δύναται να αποδοθή εις φθοράν του κειμένο του Ιερεμίου ή εις άλλην τινά αιτίαν άγνωστον εις ημάς".
Όσο και αν ερευνήσαμε την εισαγωγή και του σχολιολογίου του Ζαχαρία, και του Ιερεμία, ΠΟΥΘΕΝΑ δεν εντοπίσαμε να γράφει ο Ιωήλ Γιαννακόπουλος αυτά που ισχυρίζεται ο εν λόγω "υποστηρικτής" του "μη λάθους" του Ματθαίου. ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ, εντοπίσαμε σημεία που ΤΟΝ ΑΝΑΙΡΟΥΝ ρητά!
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά:
Ο Ιωήλ Γιαννακόπουλος, γράφει ότι "ΔΥΝΑΤΑΙ" να αποδοθεί το λάθος του Ματθαίου, σε φθορά του κειμένου του Ιερεμία. Χωρίς να αναφέρει ΤΙΠΟΤΑ περί Βαρούχ και καψίματος του βιβλίου του Ιερεμία. Αυτά είναι ιδέα του αδελφού μας, που ΠΡΟΣΘΕΤΕΙ κατά βούλησιν, δικές του πρόχειρες ερμηνείες, στα λόγια του Ιωήλ Γιαννακόπουλου! Η "δυνητική φθορά" του κειμένου, δεν έχει καμία σχέση με το κάψιμο του βιβλίου του Ιερεμία, και ούτε καν κάνει υπόνοια για κάτι τέτοιο ο π. Ιωήλ. Αντιθέτως, ΟΥΤΕ Ο ΙΔΙΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΟΣ για το κατά πόσον είναι δυνατόν να εξηγηθεί το λάθος του Ματθαίου με αυτή την υπόθεση. Γι' αυτό τελειώνει με τα λόγια: "δύναται να αποδοθή εις φθοράν του κειμένο του Ιερεμίου ή εις άλλην τινά αιτίαν άγνωστον εις ημάς". Ο π. Ιωήλ δηλαδή, όχι μόνο δεν θεωρεί την "εξήγηση" της φθοράς ως επαρκή, αλλά με ειλικρίνεια παραδέχεται, ότι πιθανόν να είναι και άλλος ο λόγος της ασυμφωνίας του Ματθαίου με τα γεγονότα, που ο ίδιος ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΕΙ. Αντιθέτως όμως, ο αδελφός μας εκείνος, αφού βάζει στο στόμα του π. Ιωήλ λόγια που ποτέ δεν είπε, δηλώνει σίγουρος για τη λύση που περιγράφει, αν και ο ίδιος ο π. Ιωήλ, δηλώνει ότι ούτε ο ίδιος δεν είναι πεπεισμένος! Και μαζί, δηλώνει πεπεισμένος και ο άλλος Χριστιανός που διάβασε την ανωτέρω "εξήγηση", και μάλιστα, τόσο πεπεισμένος, ώστε μαζί οι δύο τους, να μέμφονται την ΟΟΔΕ, επειδή δήθεν "δεν γνωρίζουμε τα περί Βαρούχ και καψίματος του βιβλίου του Ιερεμία"!!!
Εμείς βεβαίως γνωρίζουμε τα γεγονότα του καψίματος. Όμως γνωρίζουμε επίσης, ότι τα γεγονότα αυτά, δεν έχουν την παραμικρή σχέση με το ζήτημα! Και αυτό το γνωρίζει πολύ καλά και ο π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος! Γι' αυτό στην εισαγωγή του σχολιολογίου του για τον Ιερεμία, γράφει ξεκάθαρα τα ζητήματα, τόσο καθαρά, που διαψεύδουν ευθέως τον αδελφό μας που μας κατηγορεί!
Συγκεκριμένα, ο π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος, στη σελίδα 23 της εισαγωγής του, γράφει αυτούσιο το εδάφιο του Ιερεμία ΜΓ (Μασ. ΛΣΤ) 32: "και έλαβε Βαρούχ χαρτίον έτερον και έγραψεν επ' αυτω από στόματος Ιερεμίου άπαντας τους λόγους του βιβλίου, ους κατέκαυσεν Ιωακείμ· και έτι προσετέθησαν αυτω λόγοι πλείονες ως ούτοι."
Σύμφωνα λοιπόν με την ίδια την Αγία Γραφή, τα όσα κάηκαν από τον Ιωακείμ, όχι μόνο ξαναγράφτηκαν "άπαντα" (ΟΛΑ), αλλά και προστέθηκαν πολύ περισσότερα!!! Και μόνο αυτό, διαψεύδει τον διαφωνούντα αδελφό μας, τόσο για το τι έγραψε ο π. Ιωήλ, όσο και για το τι γράφει η ίδια η Αγία Γραφή! Με άλλα λόγια, αν θελήσει να "δικαιολογήσει" το λάθος του Ματθαίου, με το επιχείρημα που χρησιμοποιεί, τότε ΒΓΑΖΕΙ ΛΑΘΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΕΜΙΑ!!! Για να καλύψει ένα λάθος, χρησιμοποιεί μια λανθασμένη δικαιολογία, που διαψεύδει όμως με τη σειρά της τον Ιερεμία! Και πάλι δηλαδή θα είχαμε λάθος στην Αγία Γραφή! Αυτά κάνει η προτεσταντική προκατάληψη και η προχειρότητα.
Πέραν των ανωτέρω, από τη "δικαιολογία" που βρήκε ο αδελφός μας αυτός για το λάθος του Ματθαίου, προδίδει πλήρη άγνοια για τα αρχαία κείμενα της Αγίας Γραφής. Γιατί μας μιλάει για τη διαφορά του 1/8ου του ενός κειμένου από το άλλο, αποδίδοντας προφανώς τη διαφορά αυτή, στα καμένα και στα μη καμένα κείμενα του Ιερεμία. Όμως η διαφορά αυτή των κειμένων, δεν έχει την παραμικρή σχέση με το κάψιμο και τον Βαρούχ. Ο ίδιος ο π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος (από τον οποίο προφανώς το διάβασε μεν, αλλά δεν το κατάλαβε ο αδελφός μας), γράφει πολύ καθαρά το εξής στη σελίδα 23: "Το σημερινόν κείμενον του Ιερεμίου έχομεν υπό δύο μορφάς. Εν τη μεταφράσει των Ο΄ και τω εβραϊκώ. Η διαφορά αυτών εν πρώτοις είναι ποσοτική, διότι το κείμενον των Ο΄ είναι βραχύτερον του Εβραϊκού και της Βουλγάτας κατά 2.700 λέξεις ήτοι κατά το 1/8 περίπου ως υπολογίζει ο Graf (Hastings, Dictionnary of the Bible)".
Η ποσοτική διαφορά λοιπόν, αναφέρεται στο Εβραϊκό και στο Ο΄, και ΟΧΙ στα προ και μετά του καψίματος κείμενα του Ιερεμία, όπως ισχυρίζεται ο αδελφός μας, αποδίδοντας αυτή την ανακρίβεια μάλιστα στον π. Ιωήλ Γιαννακόπουλο! Αυτό φυσικά ΔΕΝ δείχνει δόλο. Δείχνει όμως ΠΑΝΤΕΛΗ ΑΓΝΟΙΑ για τα κείμενα της Αγίας Γραφής! Γιατί τόσο το κείμενο των Ο'  όσο και το Εβραϊκό, υπάρχουν, και ΚΑΝΕΝΑ δεν έχει σχέση με τα προ του καψίματος γραπτά του Ιερεμία. Και κυρίως, ΚΑΝΕΝΑ από αυτά, δεν περιέχει την υποτιθέμενη προφητεία που αναφέρει ο Ματθαίος για τον Ιερεμία!
Τέλος, να πούμε, ότι ακόμα και αν αποδεχόμασταν ως πιθανή την εξήγηση που επιχειρεί ο π. Ιωήλ, ότι πιθανόν να έχουμε "φθορά" του κειμένου, και να μην διαθέτουμε σήμερα την προφητεία αυτή, θα είχαμε την εξής αντίφαση: Το κείμενο που έχουμε σήμερα, είναι ΠΑΝΟΜΟΙΟΤΥΠΟ με το κείμενο που είχε στη διάθεσή του και ο Ματθαίος. Οποιαδήποτε φθορά πιθανόν να έχει συμβεί, θα είχε συμβεί ΠΡΙΝ από την εποχή του Ματθαίου, όπως πολύ ωραία αναλύει ο π. Ιωήλ στην εισαγωγή του Ιερεμία την ιστορία των αρχαίων κειμένων. Συνεπώς, ο Ματθαίος, έχοντας το ΙΔΙΟ κείμενο με εμάς σήμερα, ποτέ δεν θα έλεγε για μια προφητεία η οποία ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ ΟΥΤΕ ΤΟΤΕ στον Ιερεμία!
Αλλά ας εξαντλήσουμε την καλοπιστία μας, και ας υποθέσουμε, ότι ο Ματθαίος, το γράφει αυτό βάσει Θείας αποκάλυψης, ότι "κάποτε" πριν από την εποχή του, υπήρχε μια τέτοια προφητεία στον Ιερεμία. Μα τι νόημα θα είχε αυτό; Αν οι αναγνώστες του Ματθαίου ΔΕΝ είχαν αυτή την προφητεία στο δικό τους βιβλίο του Ιερεμία, ώστε να την ελέγξουν, δεν θα είχε νόημα καν να την αναφέρει. Στην περίπτωση αυτή, θα έπρεπε να γράψει ξεκάθαρα, ότι πρόκειται για προφητεία που χάθηκε, ώστε να μην ψάχνουν οι καημένοι αναγνώστες του σε όλον τον Ιερεμία, για να βρουν μια προφητεία που είχε χαθεί από αιώνες! Δηλαδή άκυρη αυτή η θεωρία.
Δεν έχει όμως νόημα να συνεχίσουμε και στις υπόλοιπες ανακρίβειες που αναφέρθηκαν από τον αδελφό μας αυτόν, γιατί πιστεύουμε ότι έχει ήδη γίνει κατανοητό, ότι ο π. Ιωήλ, γράφει απλώς μια ΠΙΘΑΝΟΛΟΓΙΑ, έτσι αόριστα, την οποία ούτε ο ίδιος δείχνει να πιστεύει, γι' αυτό δηλώνει με συνέπεια ότι "δεν γνωρίζει". Όμως κάποιοι αναγνώστες του, αντιθέτως πείσθηκαν από πράγματα που ποτέ δεν έγραψε εκείνος, και πείσθηκαν τόσο πολύ, που μέμφονται την ΟΟΔΕ, επειδή δήθεν δεν... γνωρίζαμε τι έγραψε ο π. Ιωήλ και γράψαμε προχειρότητες που θίγουν τον Ευαγγελιστή!
 
3. Περισσότερες θεωριολογίες για την κάλυψη του λάθους
Φυσικά, είναι καθήκον κάθε Χριστιανού, να εξαντλήσει τις πιθανότητες, πριν αποφανθεί ότι κάποιος συγγραφέας της Αγίας Γραφής έγραψε ένα λάθος. Αυτό κάνει και ο Τρεμπέλας στο δικό του σχολιολόγιο, αναφέροντας διάφορες πιθανολογίες που κατά καιρούς διατυπώθηκαν, για να καλύψουν το λάθος αυτό.
Ο Τρεμπέλας λοιπόν, για το εν λόγω λάθος του Ματθαίου, γράφει τα εξής:
"΄΄Εν τη αναγινωσκομένη βίβλω του Ιερεμίου τούτο ου γέγραπται΄΄ (Ζηγαβηνός)". Η παράθεσις προδήλως εκ του Ζαχαρία 11/ια: 12. Προταθείσαι λύσεις:
1. Υπεστήριξάν τινες παλαιότεροι κατά τον Αυγουστίνον, ότι ουχί πάντες οι κώδικες των ευαγγελίων έχουσι το ρηθέν: ΄΄δια Ιερεμίου του προφήτου΄΄, αλλά μόνον: ΄΄δια του προφήτου΄΄. Ο Αυγουστίνος όμως δεν αποδέχεται τούτο, διότι εις τους πλείονας των κωδίκων υπήρχε.
2. ΄΄Εν τη αποκρύφω βίβλω του Ιερεμίου ιστόρηται΄΄ τούτο (Ζηγαβηνός, Ωριγένης). Η παράθεσις δηλαδή γίνεται κατ' απόκρυφον σύγγραμμα επ' ονόματι του Ιερεμίου φερόμενον (S). Οι συντηρητικώτερον κρίνοντες δεν ευρίσκουσιν ορθόν το να παραθέτη ο θεόπνευστος συγγραφεύς εκ αποκρύφου πηγής (L).
3. Άλλοι εισηγούνται, ότι η παράθεσις εγένετο εξ απολεσθέντος συγγράμματος του Ιερεμίου ή εκ των εν τη παραδόσει σωζομένων λόγων αυτού. Άλλοι ότι το δεύτερον μέρος του βιβλίου του Ζαχαρίου ήτο κατ' αρχάς ανώνυμον και απεδίδετο υπό τινων εις τον Ιερεμίαν κλπ (p).
Η πιθανοτέρα εκδοχή: Και ο Ιερεμίας (39/λθ: 7-10: "κτήσαι σεαυτώ τον αγρόν μου... και έστησα το αργύριον εν ζυγώ" και εν 18/ιη: 2: "ανάστηθι και κατάβηθι εις οίκον του κεραμέως και εκεί ακούση τους λόγους μου") ποιείται λόγον περί αγοράς αγρού και περί καταβολής αργυρίου και περί οίκου κεραμέως και ο ιερός ευαγγελιστής την εκ του Ζαχαρίου παράθεσιν συνεδύασε προς τας ανωτέρω ρήσεις του Ιερεμίου. Πρόκειται περί ελευθέρας αποδόσεως τού εβραϊκού πρωτοτύπου παρουσιαζούσης διαφοράς προς τους Ο'...".
Και ο Τρεμπέλας, συνεχίζει για να δείξει την ταύτιση των λόγων του Ματθαίου, με το χωρίο ΤΟΥ ΖΑΧΑΡΙΑ και ΟΧΙ του Ιερεμία!!! Γιατί μπορεί ο Ιερεμίας να μιλάει για "αγρούς" και για "κεραμέα", αλλά για τα 30 αργύρια, μιλάει ο Ζαχαρίας, και από αυτόν κυρίως παραθέτει ο Ματθαίος, κάτι που είναι φανερό σε όποιον θέλει να δει την αλήθεια.
Μια άλλη πρόταση είναι ότι δήθεν ο Ματθαίος παρέθεσε από προφορική παράδοση τού Ιερεμία. Αλλά κάτι τέτοιο επίσης δεν ευσταθεί, για τους εξής λόγους:
α) αν υπήρχε μια τέτοια προφορική παράδοση, θα είχε συμπεριληφθεί ήδη στο βιβλίο τού Ιερεμία μαζί με τις υπόλοιπες προφητείες του, όπως συμπληρώθηκαν προφητείες πολύ αργότερα, στο βιβλίο τού Ζαχαρία.
β) Αφού ΕΧΟΥΜΕ ΗΔΗ γνωστή την προφητεία από την οποία παραθέτει ο Ματθαίος, και αυτή είναι γνωστό ότι βρίσκεται στον Ζαχαρία, είναι κουτό να την αναζητάμε αλλού. Είναι σαν να έχουμε βρει το "πτώμα" και να το ψάχνουμε ακόμα αλλού! Για παράδειγμα, η άλλη προφητεία τού Ματθαίου: "Ναζωραίος κληθήσεται" που δεν υπάρχει γραμμένη κάπου, δικαίως αναζητάται στην προφορική παράδοση. Αυτή όμως που εξετάζουμε εδώ, ήδη είναι γνωστό πού υπάρχει, και υπάρχει στον Ζαχαρία!

γ) Αφού η απλούστερη εξήγηση είναι αυτή ακριβώς, ότι ο Ματθαίος συνένωσε δύο διαφορετικές προφητείες, και έγραφε "ελευθέρως" το Ευαγγέλιο, γιατί πρέπει να αναζητούμε λύση σε "άγνωστα", "αστήρικτα" και "ύποπτα" στοιχεία παράδοσης, αφού είμαστε Ορθόδοξοι, και δεν έχουμε πρόβλημα με την επί λέξει ακρίβεια τής Αγίας Γραφής;

Η εμμονή σε τέτοιες τραβηγμένες και άνευ ουσίας λύσεις, μαρτυράει μόνο Προτεσταντίζουσα νοοτροπία, αν όχι χειρότερες εμμονές.
Γι' αυτό και τόσο ο Π. Τρεμπέλας όπως είδαμε, όσο και ο Γ. Γαλίτης όπως θα δούμε, τονίζουν την "ελευθέρα" χρήση τού χωρίου από τον Ματθαίο:
"Ο Ματθαίος αποδίδει τουτο [το χωρίο] λίαν ελευθέρως. Το συνήθως λεγόμενον, ότι το χωρίον δεν είναι του Ιερεμίου, αλλά του Ζαχαρίου, είναι εν μέρει μόνον αληθές. Όντως, μετά του Ζαχαρίου έχει κοινόν το χωρίον μόνον τους 'τριάκοντα αργυρούς', ους 'ενέβαλον εις τον οίκον κυρίου εις το χωνευτήριον'. Εξ ετέρου και ο Ιερεμίας δεν είναι ξένος προς το χωρίον, ως προφητεύων 'αγρόν', 'αργύριον', προσέτι δε και τον 'οίκον του κεραμέως'. Παρά Ζαχαρία ελλείπει οιαδήποτε αναφορά, εις τον υπό του Ματθαίου σημειούμενον 'αγρόν του κεραμέως', άρα, όσον αφορά εις την φράσιν ταύτην τουλάχιστον, πρόκειται αναμφισβητήτως περί άναφορας εις τον Ιερεμίαν. Η αναφορά αύτη, εν συνδυασμώ προς την υπό του Ματθαίου ελευθέραν απόδοσιν του χωρίου και τα παράλληλα στοιχεία των δύο προφητειών, οδηγεί, πιθανώς, εις την λύσιν του προβλήματος, εάν δεχθώμεν, προσέτι, ότι ο Ματθαίος θεωρεί σπουδαιοτέραν της προφητείας του Ζαχαρίου την του Ιερεμίου, εν ή βλέπει περιεχομένην και την του πρώτου" (αξίζει να σημειωθεί ότι στον Ζαχαρία "πέρα από μερικές αναφορές, δεν αποδίδεται ποτέ κάποιο εδάφιο της Κ.Δ.")". (Γαλίτης Γεώργιος, Τα ερμηνευτικα προβλήματα των εν τη Κ. Διαθήκη, παραλλήλων διηγήσεων περί του τέλους του Ιούδα, περιοδ. "Θεολογία", τόμ. 36 (1965), σελ. 446.).
 
Το γεγονός είναι, ότι είτε θέλει κάποιος να πείθει τον εαυτό του ότι ο Ματθαίος δεν έκανε λάθος, είτε θέλει να δεχθεί την αλήθεια, ο Ματθαίος, έκανε ΠΑΡΑΦΡΑΣΗ των λόγων του Ζαχαρία, και τους συνδύασε με λόγους του Ιερεμία, αποδίδοντάς τους σε αυτόν. Γιατί στη σκέψη του, είχε το νόημα, και όχι την ακρίβεια των εδαφίων, και τα έγραψε αυτά από μνήμης. Γι' αυτό και δεν χρησιμοποίησε ακριβώς κανένα από τα προαναφερθέντα εδάφια, ούτε του Ιερεμία, ούτε του Ζαχαρία. Γιατί ΔΕΝ ΑΝΟΙΞΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ για να αντιγράψει, αλλά τα έγραψε από μνήμης. Και έτσι έκανε μεν το λάθος να αποδώσει στον Ιερεμία εκ παραδρομής την προφητεία με τα 30 αργύρια (ενώ ήταν του Ζαχαρία).
Έτσι επίσης, απαντάται και το ερώτημα που έκανε και ο δεύτερος Χριστιανός, πειθόμενος από το "επιχείρημα" του πρώτου, περί "μη λάθους" του Ματθαίου. Γιατί μας ρώτησε: "Λες και ο Ματθαίος δεν είχε πρόχειρες τις προφητείες του Ιερεμία και του Ζαχαρία και δεν μπορούσε ακόμα και να ανοίξει το βιβλίο και να διαβάσει πριν γράψει τέτοιο χονδροειδές λάθος. Λες και η εκπλήρωση μιας τόσο σημαντικής Μεσσιανικής προφητείας μπροστά στα μάτια του ήταν κάτι το ρηχό και ανάλαφρο, και το να μπέρδευε το ποιος προφήτης είχε προφητεύσει για το 'πούλημα' του Μεσσία ήταν σαν να λέμε το είπε ο Μάκης ή ο Θέμος". Η απάντηση είναι ότι, είτε είχε πρόχειρες τις προφητείες, είτε όχι, ΔΕΝ τις άνοιξε, αλλά προτίμησε από μνήμης να κάνει σύντημηση των λεγομένων, όπως τα θυμόταν νοηματικά. Και αφού έγραψε από μνήμης, ήταν φυσικό να μη θυμάται ακριβώς πού και πώς τις είχε διαβάσει. Γιατί αυτό που είχε σημασία για τον Ματθαίο, ήταν Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ, και όχι ΤΟ ΠΟΙΟΣ. Κοιτούσε το  φεγγάρι, και όχι το δάχτυλο, όπως κάνουν μερικοί σήμερα. Αυτό που ενδιέφερε τον Ματθαίο (και το Άγιο Πνεύμα που τον άφησε να κάνει το λάθος), δεν ήταν ποιος έγραψε την προφητεία, αλλά αυτή καθεαυτή η προφητεία.
Και αν θέλετε, η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΟΥ θέση, είναι ότι βεβαίως επίτηδες το Άγιο Πνεύμα τον άφησε να κάνει αυτό το λάθος, για να μπορούμε σήμερα να αποδεικνύουμε εμείς οι Χριστιανοί στους Προτεστάντες, ότι αλάθητο στην Αγία Γραφή δεν υπάρχει, πέραν από τα θέματα σωτηρίας. Και να διορθώνουν τις προτεσταντικές τους θέσεις μερικοί επηρεασμένοι Ορθόδοξοι, που βλέπουν την Αγία Γραφή υπό τύπον Κορανίου ως "καταστατικό πίστης".
 
4. Τι θα σήμαινε αν η Αγία Γραφή ήταν αλάθητη;
Τέλος, ας δώσουμε μια απάντηση σε όποιον αναρωτιέται, "γιατί εμμένουμε στο ότι η Αγία Γραφή έχει λάθη;" Γιατί σίγουρα σε μερικούς που βλέπουν τα πράγματα εντελώς επιφανειακά, (και Προτεσταντικά), φαίνεται τουλάχιστον ΠΑΡΑΞΕΝΟ, να προσπαθούν Χριστιανοί να αποδείξουν ότι κάποια λάθη, είναι πράγματι λάθη, και να μην προσπαθούν "να τα μπαλώσουν" με κάθε τρόπο, όπως κάνει ο εν λόγω αδελφός μας.
Και πριν απαντήσουμε σε αυτό, ξεκαθαρίζουμε για όποιον δεν έχει διαβάσει επαρκώς την ιστοσελίδα μας, ότι εμείς την Αγία Γραφή τη δεχόμαστε ως Θεόπνευστη, και φυσικά ξεκαθαρίζουμε ότι το Άγιο Πνεύμα ΔΕΝ ΚΑΝΕΙ ΛΑΘΗ, αλλά ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ να γίνονται και λάθη, σε σημεία χωρίς σωτηριολογικό περιεχόμενο.
Απαντούμε λοιπόν, ότι ο πρώτος (αλλά λιγότερο σημαντικός) λόγος που εμμένουμε, και που δεν καταφεύγουμε σε προχειρότητες συγκάλυψης, είναι η αγάπη μας για την ευθύτητα και την αλήθεια.
Ο δεύτερος (αλλά και σημαντικότερος) λόγος που μας κάνει να μη συγκαλύπτουμε τα λάθη αυτά, είναι ότι αυτά τα λάθη, είναι η σημαντικότερη απόδειξη, που ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΠΡΑΚΤΙΚΑ την Ορθόδοξη αντίληψη περί Αγίας Γραφής! Και επιτρέψτε μας παρακαλούμε να το εξηγήσουμε αυτό λεπτομερώς, σε όλους όσους δεν έχουν διεισδύσει βαθύτερα στο ζήτημα:
Όταν λέμε ότι "η Αγία Γραφή είναι Θεόπνευστη", οι άνθρωποι αυτοί που τη θέλουν "αλάθητη", δεν έχουν κατανοήσει ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ Θεόπνευστη. Επ' αυτού, έχουμε ήδη δημοσιεύσει εκτενές άρθρο, το οποίο αγνοούν. Για τις ανάγκες αυτού του άρθρου, θα επαναλάβουμε κάποια πράγματα:
Διαφορά Θειότητας και Θεοπνευστίας:
Η διάκριση μεταξύ "Θείων" και "Θεοπνεύστων" βιβλίων, όπως αυτή διατυπώνεται σαφώς σε πιο πρόσφατους αιώνες, φαίνεται από τις παρακάτω παρατηρήσεις του Αγ. Νικοδήμου του Αγιορείτη (1749-1809). Αυτός κάνοντας διάκριση μεταξύ Αγ. Γραφής και ιερών κανόνων, λέει ότι οι τελευταίοι έχουν γραφτεί "κατ' επιστασίαν Θεού, ου κατ' έμπνευσιν". "Δι' ό ουδέ θεόπνευστοι Γραφαί αυτοί ονομάζονται". Ονομάζονται όμως "Θείοι". Και πιο κάτω λέει: "διακρίνουσι οι Θεολόγοι" μεταξύ Αποκαλύψεως, Εμπνεύσεως και φωτισμού, δηλαδή ελλάμψεως και επιστασίας, δια της οποίας διαφυλάττεται ο γράφων "από κάθε απάτην ή σφάλμα". Προσθέτει μάλιστα, ότι και παλαιότεροι εκκλησιαστικοί άνδρες "λέγουσιν ότι τα μεν μυστηριώδη και κυριώτερα των Γραφών και εξ εμπνεύσεως του Πνεύματος εχαράχθησαν, τα δε ιστορικά με επιστασίαν αυτού μόνην". ("Πηδάλιον", σελ. 112, 113 υποσημείωση).
Ο Άγιος Νικόδημος λέει για τη διαφορά αυτή στο ίδιο μέρος: "η διαφορά οπού είναι ανάμεσα εις τας δύω δόξας αυτάς, ολίγη είναι και παραμικρά. και αι δύω γαρ δόξαι τα κυριότερα της Γραφής φρονούσιν, ότι υπό Πνεύματος ενεπνεύσθησαν και υπηγορεύθησαν, και ότι παρόν εις τους ιερούς συγγραφείς το Πνεύμα, δεν αφήκεν αυτούς εις κανένα να πλανηθούν".
Με άλλα λόγια, υπάρχει διάκριση στην Ορθόδοξη Θεολογία, μεταξύ "Θεοπνευστίας" και "Θειότητας" ή "Επιστασίας" του Αγίου Πνεύματος.
Υπάρχει πληρότητα Θεοπνευστίας;
Επίσης, "Θεόπνευστο κείμενο", δεν είναι ΟΛΟΚΛΗΡΟ το κείμενο που αποκαλύφθηκε άμεσα από τον Θεό, αλλά το κείμενο εκείνο που ΠΕΡΙΕΧΕΙ Θεία αποκάλυψη. Το ίδιο εκείνο κείμενο, θα μπορούσε να ΠΕΡΙΕΧΕΙ τμήματα που να είναι Θεία, αλλά όχι Θεόπνευστα. Και παρακαλούμε τους αναγνώστες να μελετήσουν το σχετικό μας άρθρο, για του λόγου το αληθές, ώστε να πεισθούν (αν δεν το γνωρίζουν), ότι αυτή είναι η Ορθόδοξη θέση επί του θέματος. Η θέση εκείνη που νομίζει ότι "Θεόπνευστο" κείμενο είναι το αλάθητο, και ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΟ εμπνευσμένο κείμενο, είναι ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΗ.
Την Ορθόδοξη θέση περί Θεοπνευστίας ως προς αυτό, την διατυπώνει πολύ ωραία ο Ζήκος Ρώσης, όπως αυτός παρατίθεται μεταξύ άλλων, στο βιβλίο του αν. καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτη Ι. Μπούμη, δ. Θ., με τίτλο: "Οι κανόνες τής Εκκλησίας περί τού Κανόνος τής Αγ. Γραφής". (Αθήνα 1986):
""Θεοπνευστία της αγίας Γραφής καλείται η κατά την συγγραφήν αυτής εις τους ιερούς συγγραφείς μετάδοσις θείων αληθειών και επιστασία του αγίου Πνεύματος προς ορθήν παράστασιν αυτών. Όθεν το αυτό θείον Πνεύμα, όπερ μετέδωκεν εις τους ιερούς συγγραφείς τας θείας αληθείας, μετέδωκεν εις αυτούς δια της επιστασίας αυτού και την δύναμιν να παραστήσωσιν αυτάς ορθώς δια συγγραφών". Και λίγο πιο κάτω, μιλάει ειδικότερα ως εξής: "Κυρίως θεοπνευστία υπάρχει εν τοις μέρεσι της Αγ. Γραφής, εν οις περιέχονται αλήθειαι υπερβαίνουσαι τα όρια του πεπερασμένου πνεύματος του ανθρώπου και πηγάζουσαι μόνον εκ του θείου Πνεύματος ή εκ θείας αποκαλύψεως. Εν δε τοις μέρεσιν, εν οις περιέχονται αλήθειαι και γνώσεις δυνάμεναι να γνωσθώσι και υπό του ανθρωπίνου πνεύματος, οίον εν ιστορικοίς μέρεσι της Αγίας Γραφής κλπ, υπάρχει μόνον επιστασία του θείου Πνεύματος" (Ζήκου Ρώση, "Σύστημα Δογματικής της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας", Αθήνα 1903, σελ. 469,470)"
Δείξαμε ένα μικρό δείγμα από τις Θεολογικές Ορθόδοξες θέσεις, περί του ότι η Θεοπνευστία της Αγίας Γραφής, έγκειται ΜΟΝΟ στα τμήματά της, που είναι Θεόπνευστα, ενώ έχει και τμήματα που είναι Θεία, (ή ακόμα και διαφορετικών "ποιοτήτων").
Αυτό δίνει μια απάντηση, στην ένσταση εκείνου του αδελφού μας που στα λόγια μας: "Η Αγία Γραφή δεν είναι "υπαγορευμένο κείμενο". Οι συγγραφείς της, δεν είχαν τη συναίσθηση, ότι αυτό που έγραφαν θα ενσωματωθεί στην Αγία Γραφή", απάντησε το εξής: "Και όμως, ο Ιερεμίας λαμβάνει εντολή εκ του Θεού να γράψει τους λόγους "επί Ιερουσαλήμ επί Ιούδα και επί πάντα τα έθνη".
Εμείς όμως μιλήσαμε για ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ως σύνολο, και ΟΧΙ για ειδικά για την προφητεία του Ιερεμία, που όπως και άλλα σημεία της Αγίας Γραφής, είναι καθ΄ολοκληρίαν Θεόπνευστα. Μόνο αν το υποστηρίζαμε αυτό ειδικά για τον Ιερεμία, θα είχε δίκιο! Αλλά η Αγία Γραφή, έχει πολλών ειδών κείμενα. Και Θεόπνευστα, και Θεία, και αναγνωστέα, κλπ. Και ΔΕΝ είναι Θεόπνευστο κάθε τμήμα της! Αυτή τουλάχιστον είναι η Ορθόδοξη θέση, ανεξαρτήτως αν το έχει καταλάβει ή όχι ο κάθε μεμονωμένος Ορθόδοξος.
 
Τι θα συνέβαινε αν η Αγία Γραφή ήταν ΣΥΝΟΛΙΚΑ Θεόπνευστη;
Ας δούμε λοιπόν, τι πρόβλημα θα υπήρχε, αν η Αγία Γραφή ΔΕΝ θα είχε λάθη, αν δηλαδή ήταν Θεόπνευστη ΣΕ ΚΑΘΕ ΤΗΣ ΤΜΗΜΑ, (και όχι ως σύνολο, που περιέχει Θεόπνευστη Αποκάλυψη όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα).
Εάν η Αγία Γραφή λοιπόν δεν είχε διαφορετικές "ποιότητες" βιβλίων και μερών, αλλά ήταν πλήρως και εντελώς Θεόπνευστη σε κάθε τμήμα της, θα είχαμε το εξής σοβαρό πρόβλημα: Θα ήταν αντιφατικοί μεταξύ τους και οι 6 ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΙ Ιεροί Κανόνες που εγκρίθηκαν από την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο, για να προσδιορίζουν τα βιβλία της Αγίας Γραφής! Γιατί ο καθένας θα έδινε διαφορετικά βιβλία, και έτσι, όχι μόνο η Αγία Γραφή, αλλά και οι Οικουμενικές Σύνοδοι θα έβγαιναν λάθος!
Με άλλα λόγια, αυτοί που ΝΟΜΙΖΟΥΝ ότι υπερασπίζονται την Αγία Γραφή, με τον ισχυρισμό τους ότι δήθεν δεν έχει λάθη, στην πραγματικότητα απορρίπτουν ολόκληρη την Ορθόδοξη Θεώρηση περί Θεοπνευστίας, την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο, και κατ' επέκτασιν τους 6 εγκεκριμένους ιερούς κανόνες, και κατ' επέκτασιν, τον ίδιο τον κανόνα της Αγίας Γραφής! Ο θερμοκέφαλος ζήλος τους, όχι μόνο δεν είναι προς όφελος της Αγίας Γραφής, αλλά στην πραγματικότητα ΚΑΤΕΔΑΦΙΖΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ ως εσφαλμένη!
Αναγνωρίζοντας όμως διαφορετικές "ποιότητες" τμημάτων και βιβλίων της Αγίας Γραφής, γίνεται αντιληπτό, ότι οι 6 εγκεκριμένοι Ιεροί Κανόνες μιλούσαν για διαφορετικές ποιότητες βιβλίων ο καθένας, και έτσι, όχι μόνο αντίφαση δεν υπάρχει, αλλά μας δίνουν δια της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, και μια σημαντικότατη ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΗ αλλά και ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ των βιβλίων της Αγίας Γραφής.
Η προσπάθεια που κάνουν ορισμένοι κατά το Προτεσταντικό πρότυπο, να παρουσιάσουν την Αγία Γραφή ως "αλάθητη" σε κάθε της σημείο, πλην των σωτηριολογικών και Θεοπνεύστων σημείων της, στην πραγματικότητα, προδίδουν πλήρη άγνοια του ρόλου της Αγίας Γραφής, του τρόπου που η Εκκλησία μας παρέδωσε τον Ιερό Κανόνα της, του ρόλου των Οικουμενικών Συνόδων, και του ρόλου της Αγίας Γραφής στη ζωή του Χριστιανού. Θέλουν ένα "Κοράνι" Χριστιανικού τύπου, στο οποίο να βρίσκουν με απόλυτο τρόπο απαντήσεις στο κάθε τι. Έτσι όμως, ΑΚΥΡΩΝΟΥΝ τη ζωντανή σχέση που έχει το Άγιο Πνεύμα με τον Χριστιανό, και αγκιστρώνονται σαν Προτεστάντες σε γραπτά κείμενα, και όχι στη ζωντανή σχέση με τον Τριαδικό Θεό, που είναι η ουσία της πίστης μας. Η αποκάλυψη του Θεού γίνεται γι' αυτούς "γραπτό απολίθωμα", και όχι μια ζωντανή καθημερινή σχέση με τον Θεό τον Ζώντα.
Και για να απαντήσουμε και στο τελευταίο σημείο που αφήσαμε αναπάντητο, όσον αφορά το κατά πόσον το Άγιο Πνεύμα, μετά την επιφοίτηση, θα επέτρεπε σε έναν απόστολο να κάνει λάθος, θα παραθέσουμε απόσπασμα από την Αγία Γραφή, τα λόγια του αποστόλου Παύλου στο Γαλάτας 2/β: 11-14: "Οτε δε ήλθε Πέτρος εις Αντιόχειαν, κατά πρόσωπον αυτώ αντέστην, ότι κατεγνωσμένος ην. 12 προ του γαρ ελθείν τινας από Ιακώβου μετά των εθνών συνήσθιεν· ότε δε ήλθον, υπέστελλε και αφώριζεν εαυτόν, φοβούμενος τους εκ περιτομής. 13 και συνυπεκρίθησαν αυτώ και οι λοιποί Ιουδαίοι, ωστε και Βαρνάβας συναπήχθη αυτών τη υποκρίσει. 14 αλλ' ότε είδον ότι ουκ ορθοποδούσι προς την αλήθειαν του ευαγγελίου, είπον τω Πέτρω έμπροσθεν πάντων· ει συ Ιουδαίος υπάρχων εθνικώς ζής και ουκ ιουδαϊκώς, τι τα έθνη αναγκάζεις ιουδαϊζειν; ".
Ο απόστολος Παύλος, εναντιώθηκε στον απόστολο Πέτρο κατά πρόσωπον, μπροστά σε όλους, επειδή ο απόστολος Πέτρος, αν και είχε το Άγιο Πνεύμα της Πεντηκοστής, και ήταν απόστολος, ΥΠΟΚΡΙΝΟΤΑΝ τον Ιουδαίο, παρασύροντας και άλλους, και τον Βαρνάβα στην ίδια υποκρισία! Γιατί το Άγιο Πνεύμα δεν τους εμπόδισε; Για τον ίδιο λόγο, που δεν τους εμπόδισε να κάνουν κάποια (μη σωτηριολογικά) λαθάκια στην Αγία Γραφή. Γιατί δεν ήταν απαραίτητο. (Και κατ' εμένα, και γιατί έτσι θα έδινε σε όλους εμάς παραδείγματα και επιχειρήματα για μια Ορθόδοξη θεώρηση της πίστης).
Γι' αυτό θα συμφωνήσουμε με τον αδελφό μας που μας επέκρινε, μόνο σε ένα σημείο: "ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΟΙ ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΑΠΟ ΠΟΙΟΥΣ". Και θα προσθέταμε: "Και να είμαστε προσεκτικοί τι αποδεχόμαστε από τα όσα διαβάζουμε, ώστε να είναι σύμφωνα με τη σύνολη Ορθόδοξη πίστη".
 

Περί θεοπνευστίας

Περί θεοπνευστίας
Συνέχεια τής Πατερικής Θεολογίας τού π. Ι. Ρωμανίδη. Διευκρινίσεις παρανοήσεων ως προς το θέμα τής Θεοπνευστίας και τής κατοχής τής αλήθειας από τους Χριστιανούς
  Cross
Πρωτοπρ. Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου (+) 

Μέρος Πρώτον: Στοιχεία Ορθοδόξου ανθρωπολογίας και Θεολογίας

30. Περί θεοπνευστίας
Ας πάμε τώρα στο θέμα της θεοπνευστίας. Μεταξύ των Προτεσταντών και των Παπικών έχει δημιουργηθή η εντύπωσις, η οποία έχει επηρεάσει πάρα πολύ την μοντέρνα Ορθόδοξη σκέψι ότι την Αγία Γραφή ο Θεός την έδωσε στην Εκκλησία. Σ’ αυτό συμφωνούν όλοι και οι Προτεστάντες και οι Παπικοί και οι Ορθόδοξοι. Επί πλέον οι Ορθόδοξοι και οι Παπικοί συμφωνούν στο ότι ο Θεός έδωσε και την Ιερά Παράδοσι στην Εκκλησία. Οι Προτεστάντες στο θέμα της Παραδόσεως δείχνουν ότι αναθεωρούν μερικές από τις σκέψεις τους.
Συμβαίνει όμως σήμερα, η Ορθόδοξη Εκκλησία να αντιμετωπίζη ένα παράδοξο φαινόμενο: Και στην Παλαιά Διαθήκη και στην Καινή Διαθήκη, αλλά και στην Παράδοσι συναντά κανείς απόψεις, τις οποίες εδώ και τουλάχιστον 150 χρόνια η επιστήμη απέδειξε λανθασμένες με την πρόοδο στην έρευνα που είχαν κατ’ εξοχήν οι θετικές επιστήμες. Αυτό βέβαια δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα σε έναν ο οποίος δεν καταλαβαίνει σωστά τι εννοούν οι Πατέρες όταν μιλάνε για θεοπνευστία. Αυτό το πρόβλημα αφορά κυρίως στην μελέτη της Αγίας Γραφής.
Στην Φραγκική Παράδοσι που ακολούθησε τον Αυγουστίνο, η Αποκάλυψις ταυτίσθηκε με την αποκάλυψι νοημάτων εκ μέρους του Θεού στον άνθρωπο. Μάλιστα, όχι μόνο νοημάτων, αλλά και ρητών, δηλαδή όρων και λέξεων, που συνοδεύουν τα νοήματα αυτά. Αν όμως δεχθή κανείς αυτήν την άποψι τότε έχομε την λεγόμενη κατά γράμμα θεοπνευστία της Αγίας Γραφής, κατά την οποία ο Θεός εμφανίζεται να υπαγορεύη τρόπον τινά τα ρητά και τα νοήματα στους συγγραφείς της Αγίας Γραφής. Άπαξ όμως και υιοθετηθή αυτή η γραμμή, τότε συνάγεται ότι ουσιαστικά συγγραφεύς της Αγίας Γραφής είναι ο ίδιος ο Θεός και όχι οι Προφήται ή οι Ευαγγελισταί.
Επειδή λοιπόν η Δυτική Θεολογία ακολούθησε αυτήν την γραμμή, προκλήθηκε μεγάλο πρόβλημα με την εμφάνιση της μοντέρνας επιστήμης, η οποία ανέτρεψε ωρισμένες θέσεις της Αγίας Γραφής, όπως π.χ. την ηλικία του κόσμου, οπότε είναι σαν να αποδεικνύεται ψεύστης ο Θεός σε εκείνα που ο ίδιος υπαγόρευσε, παλαιότερα.
Η κοινή άποψις που έχει επικρατήσει περί θεοπνευστίας είναι ότι το έργο της θεοπνευστίας περιορίζεται μόνο σε ό,τι έχει κατατεθή μέσα στην Αγία Γραφή. Όταν λέμε θεοπνευστία, έρχεται αμέσως στο νου μας η Αγία Γραφή, δηλαδή οι Προφήτες και οι Απόστολοι. Αν τώρα κανείς είναι και συντηρητικός, θα έλθη στο μυαλό του και καμμία Οικουμενική Σύνοδος, εκτός από την Αγία Γραφή. Διότι για έναν τέτοιον άνθρωπο και οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων είναι θεόπνευστες. Και, αν είναι περισσότερο συντηρητικός, φέρνει στον νου του και τους Πατέρες της Εκκλησίας. Αν είναι ακόμη πιο συντηρητικός, φέρνει στο νου του και τους Κανόνες της Εκκλησίας, την Λειτουργική ζωή της Εκκλησίας, και τα ράσα και τα καλυμμαύχια… Αυτός ο τελευταίος είναι πλήρως συντηρητικός. Αν δηλαδή το 50 είναι η βάσις και το 100 το μέγιστο, αυτός πιάνει το 100. Έχει δηλαδή 100 κιλά συντηρητικότητος!
Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι τούτο: Η θεοπνευστία έχει επικρατήσει να θεωρήται ότι καλύπτει ένα μεγάλο μέρος του χώρου της εκκλησιαστικής ζωής, αν όχι ολόκληρο τον χώρο αυτόν. Στην δε σύγχρονη Ορθόδοξη Θεολογία υπάρχει μεγάλη σύγχυσις επάνω στο θέμα αυτό. Στο τι είναι, τι σημαίνει δηλαδή θεοπνευστία και που είναι η θεοπνευστία.
Εκεί που συμφωνούν όλοι οι Χριστιανοί, Ορθόδοξοι και αιρετικοί, είναι ότι η Αγία Γραφή είναι θεόπνευστη. Ακόμη βέβαια δεν εξετάζομε το τι είναι η θεοπνευστία, κατά πόσον δηλαδή η Αγία Γραφή είναι όντως θεόπνευστη. Προς το παρόν ας κρατήσωμε τούτο: Ότι η Αγία Γραφή είναι θεόπνευστη.
Βάσει λοιπόν αυτού ισχύει εκείνο που αναφέρεται μέσα στην Αγία Γραφή, ότι δηλαδή ο Χριστός υπεσχέθη στους Αποστόλους ότι θα έστελνε το Πνεύμα το Άγιο, το Οποίο θα τους ωδηγούσε «εις πάσαν την αλήθειαν»62. Οπότε ο Χριστός είναι Εκείνος που αποστέλλει το Πνεύμα το Άγιο και Εκείνο είναι που οδηγεί εις πάσαν την αλήθειαν.
Τώρα όμως τίθεται το ερώτημα: Σε ποιους ακριβώς δίνει ο Χριστός το Πνεύμα το Άγιο και ποιους ακριβώς οδηγεί στην πλήρη αλήθεια;
Οι Παπικοί απαντούν και λένε ότι το Πνεύμα το Άγιον εδόθη κατ’ αρχήν εις τους Αποστόλους και μέσω των Αποστόλων το λαμβάνουν και όλοι οι επίσκοποι, όταν χειροτονούνται και ότι εις Αυτό μετέχουν και οι παπάδες κατά κάποιον τρόπον. Αυτή η πεποίθησις εις τους Παπικούς φαίνεται καθαρά στον τρόπο χειροτονίας των επισκόπων τους, κατά την οποία λένε οι χειροτονούντες επίσκοποι στον χειροτονούμενο: Λάβε Πνεύμα Άγιον! Αυτό δίνει την εντύπωσι ότι ο χειροτονούμενος είχε ζήσει την όλη μέχρι τότε ζωή του χωρίς Πνεύμα Άγιο, το οποίο παίρνει εκείνην την στιγμή της χειροτονίας του.
Το ερμηνευτικό έργο της Αγίας Γραφής είναι αναμφισβήτητα έργο του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα είναι Εκείνο που καθοδηγεί τους ερμηνευτές στην ορθή ερμηνεία της Αγίας Γραφής. Πως όμως γίνεται αυτό το πράγμα;
Συνήθως στην Ιατρική επιστήμη, όταν λένε ότι το τάδε φάρμακο θεραπεύει την τάδε αρρώστεια, γνωρίζουν, από προηγηθείσες έρευνες και πως λειτουργεί θεραπευτικά το φάρμακο αυτό μέσα στον οργανισμό. Σε κάθε επιστήμη, όταν λέμε ότι κάτι συμβαίνει, αυτό το κάτι συνήθως μπορεί να εξακριβωθή.
Εδώ όμως έχομε το ερώτημα: Πως το Πνεύμα το Άγιο καθοδηγεί, ποιους καθοδηγεί και σε τι συνίσταται αυτή η καθοδήγησις; Εκείνο που λένε μερικοί ότι, όταν μία Οικουμενική Σύνοδος αποφασίση κάτι, αυτό είναι αλάθητο, επειδή η Οικουμενική Σύνοδος είναι θεόπνευστη κλπ., είναι σαν να μας υποχρεώνουν να δεχθούμε ως αλάθητη διδασκαλία ό,τι αποφασίζει και διακηρύσσει μία Οικουμενική Σύνοδος. Αυτό είναι και το πνεύμα περί του αλαθήτου του Πάπα.
Βέβαια είναι σωστό ότι μία Οικουμενική Σύνοδος είναι αλάθητη, ότι διδάσκει αλαθήτως, ότι είναι ωφέλιμη για την πίστι μας κλπ. Ναι, αλλά πως γίνεται και είναι αλάθητη; Γιατί είναι αλάθητη; Γιατί οι αποφάσεις της είναι αλάθητες;
Η μοντέρνα Ορθόδοξη θεολογία μιλάει πάρα πολύ για θεοπνευστία. Από όσα έχω διαβάσει, βλέπω να μιλάνε περί θεοπνευστίας, αλλά δεν έχω βρη περιγραφή της θεοπνευστίας εκείνης για την οποία μιλάνε. Είπαμε ότι και οι Ορθόδοξοι και οι Παπικοί και οι Προτεστάντες συμφωνούν στο ότι η Αγία Γραφή είναι θεόπνευστος. Τι σημαίνει όμως θεοπνευστία; Και, εάν σώζεται κάπου, που σώζεται; Θα πη όμως κάποιος: Καλά, θεόπνευστοι ήταν μόνο οι Προφήτες και οι Απόστολοι; Μετά τους Αποστόλους δεν έχομε θεοπνεύστους ανθρώπους; Δεν έχομε θεόπνευστα συγγράμματα εκτός της Αγίας Γραφής; Και, εάν ναι, ποιοι είναι αυτοί οι θεόπνευστοι άνθρωποι; Και αν υπάρχουν, πως ξέρομεότι είναι θεόπνευστοι; Οι Προφήτες ξέρομε ότι ήσαν θεόπνευστοι. Ομοίως και οι Απόστολοι ήσαν θεόπνευστοι. Εκτός όμως από αυτούς, ποιοι άλλοι ήσαν ή είναι θεόπνευστοι; Επίσης ποια είναι τα διάφορα στάδια αυτής της θεοπνευστίας, και πως διακρίνονται; Πως ο άνθρωπος εμπνέεται από τον Θεόν και πως ξέρομε ότι ένας είναι εμπνευσμένος από τον Θεόν και όχι από τον Διάβολο ή από φαντασιοπληξίες;
Ο Χριστός, όταν είπε ότι θα μας δώση το Πνεύμα το Άγιο, το οποίο θα μας οδηγήση εις πάσαν την αλήθειαν, δεν μίλησε για Οικουμενικές Συνόδους. Δεν είπε δηλαδή ότι αυτό θα γίνεται στις Οικουμενικές Συνόδους της Εκκλησίας. Αυτό δηλαδή το καινόν περί του αλαθήτου των Οικουμενικών Συνόδων δεν περιλαμβάνεται μέσα στην Αγία Γραφή. Ο Χριστός είπε απλά ότι το Πνεύμα το Άγιον θα είναι Εκείνο που θα μας οδηγήση στην πλήρη αλήθεια. Προηγουμένως όμως, πριν δηλαδή από αυτό, είπε ότι εάν έχετε αγάπη μεταξύ σας, εγώ και ο Πατέρας μου θα έλθωμε και θα κατοικήσωμε μέσα σας, καθώς επίσης είπε ότι τώρα, με βλέπετε, αλλά αργότερα δεν θα με βλέπετε. Αλλά, εάν έχετε αγάπη, πάλι θα με βλέπετε. Και, το Πνεύμα θα έλθη να κατοικήση μέσα σας και θα σας οδηγήση εις πάσαν την αλήθειαν.
Όλα αυτά που λέγει ο Χριστός και αναφέρονται στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη και που τα διαβάζουν οι παπάδες την Μεγάλη Πέμπτη, είναι βασικά κεφάλαια. Αλλά γιατί είναι βασικά κεφάλαια; Αυτή η προσευχή του Ιησού, η Αρχιερατική, γιατί έχει τόσο μεγάλη σημασία; Γιατί προσεύχεται ο Χριστός για την ενότητα των Αποστόλων; Για ποια ένωσι προσεύχεται; Μήπως, των Εκκλησιών; Ποια ένωσις είναι αυτή; Αυτό, το «οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν», όταν το λέγη ο Χριστός, το εννοεί ασφαλώς μέσα σε ωρισμένα πλαίσια. Ποια είναι αυτά;
Τα κεφάλαια αυτά, 14 έως 17, του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου κάνουν ολόκληρη ανάπτυξη περί της πνευματικής καταστάσεως των Αποστόλων σε σχέσι με την αγάπη και αναφέρουν ποια θα είναι τα αποτελέσματα της αγάπης. Η πλήρης μορφή όμως της αγάπης αποκαλύπτεται στην εμπειρία της θεώσεως. Η θέωσις είναι η πλήρης μορφή της αγάπης. Δι’ αυτής της αγάπης, που πηγάζει από την εμπειρία της θεώσεως, γίνεται η πλήρης θεραπεία του ανθρώπου.
Η αγάπη αυτή αρχίζη να ενεργήται, όταν έλθη το Πνεύμα το Άγιο μέσα στον άνθρωπο, οπότε γίνεται ο άνθρωπος κατοικητήριο και ναός του Αγίου Πνεύματος. Και, όταν έλθη το Πνεύμα το Άγιο και κατοικήση μέσα στον άνθρωπο, φέρνει μαζί Του και τον Πατέρα και τον Υιόν. Τότε στον άνθρωπο κατοικεί ολόκληρη η Αγία Τριάδα. Αλλά πως γνωρίζει ο άνθρωπος ότι έγινε ναός του Αγίου Πνεύματος; Πως γίνεται αυτή η διαπίστωσις; Ο αληθινός πνευματικός πατέρας γνωρίζει πότε ένα πνευματικό του παιδί έχει λάβει το Άγιο Πνεύμα και έχει γίνει ναός του Αγίου Πνεύματος. Έχομε συγκεκριμένα Πατερικά κριτήρια στο θέμα αυτό. Ποια είναι αυτά;
Όταν ο Χριστός μιλάη για την έκχυσι του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία και στους πιστούς, δεν μιλάη αφηρημένα, δεν εννοεί ότι θα το στείλη σε όλην την Εκκλησία γενικά. Ούτε ότι, επειδή οι δεσποτάδες και οι παπάδες έχουν μία αλληλοδιαδοχή με τις χειροτονίες, θα το λάβη γενικά όλη η Εκκλησία. Ούτε εννοεί ότι εξ αιτίας της χειροτονίας των επισκόπων υπάρχει οπωσδήποτε η εγγύησις ότι το Πνεύμα το Άγιο θα κατοική μόνιμα μέσα στην Ιεραρχία. Διότι, δεν είναι η ύπαρξις του επισκόπου η εγγύησις ότι μία Σύνοδος εμφορείται από το Άγιο Πνεύμα. Απόδειξις είναι ότι υπήρξαν μέσα στην Εκκλησία πολλοί επίσκοποι, που κατεδικάσθησαν ως αιρετικοί. Αν είχαν εκείνοι οι επίσκοποι Πνεύμα Άγιο, δεν θα έπεφταν σε αίρεσι. Άρα, δεν είναι η εις επίσκοπον χειροτονία κάποιου απόδειξις ούτε εγγύησις ότι στον επίσκοπο αυτόν κατοικεί οπωσδήποτε το Άγιο Πνεύμα. Άρα, δεν είναι η Χάρις της Αρχιερωσύνης εκείνη που οδηγεί την Εκκλησία «εις πάσαν την αλήθειαν».
Ο Χριστός μιλάει εδώ για κάτι άλλο. Οι Πατέρες λένε καθαρά ότι εδώ ο Χριστός μιλάει για δύο καταστάσεις. Από το ένα μέρος μιλάει για την φώτισι και από το άλλο μέρος μιλάει για την θέωσι. Όταν λέγη ο Χριστός ίνα πάντες εν ώσι, για ποιους μιλάει; Για τους Αποστόλους βέβαια. Δηλαδή παρακαλεί τον Πατέρα να γίνουν οι Απόστολοι «εν, καθώς ημείς εν εσμεν»63. Δεν λέγει εις, αλλά εν. Πως όμως ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι εν; Απάντησις: Είναι ενωμένοι εις εν, κατά την δόξαν (ενέργειαν) και κατά την ουσίαν. Κατά τα Πρόσωπα, τις υποστάσεις, δεν είναι ενωμένοι. Διότι τα Πρόσωπα στην Αγία Τριάδα, λένε οι Πατέρες, είναι ακοινώνητα μεταξύ τους. Τα κοινά στην Αγία Τριάδα είναι η ουσία και η φυσική ενέργεια της ουσίας, δηλαδή η δόξα. Και κατά τι είναι εν ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, με το οποίο εν και εμείς θα γίνωμε εν, δηλαδή και μεταξύ μας και με την Αγία Τριάδα; Ποιο θα είναι αυτό το κοινό γνώρισμα; Απάντησις: Είναι το εν κατά την δόξαν.
Δηλαδή, όπως ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα είναι ένα κατά την δόξαν, διότι έχουν κοινήν την δόξαν, έτσι και εμείς θα γίνωμε ένα, όταν όλοι μας μετάσχωμε στην δόξα του Θεού, όταν δηλαδή όλοι μας ή όσοι από εμάς γίνουν άξιοι, γίνουν μέτοχοι της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, του ακτίστου Φωτός. Διότι, όταν ένας άνθρωπος δοξάζεται, τότε γίνεται κοινωνός της ακτίστου δόξης της Αγίας Τριάδος, οπότε ενώνεται και με την Αγία Τριάδα, αλλά και με όσους συνανθρώπους του είναι εκείνην την στιγμή ενωμένοι και εκείνοι με την δόξαν του Θεού.
Οπότε εκείνο, για το οποίο προσεύχεται ο Χριστός στον Μυστικό Δείπνο είναι, πρώτα-πρώτα για την κάθαρσί τους, μετά για την φώτισί τους και τέλος για την θέωσί τους. Επομένως το «οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν» αναφέρεται όχι γενικά σε όλους τους ανθρώπους, αλλά ειδικά σε όσους θα λάβουν μέρος στην εμπειρία της θεώσεως. Δηλαδή, όταν ο άνθρωπος φθάση στην θέωσι, τότε μόνον οδηγείται εις πάσαν την αλήθειαν. Επομένως η πάσαν αλήθειαν (όχι περί του κτιστού κόσμου, αλλά περί του Θεού) γίνεται γνωστή μόνο στην εμπειρία της θεώσεως.
Επειδή όλοι οι Πατέρες είχαν αυτήν την εμπειρία ή παρόμοια, διότι είτε ήσαν σε κατάστασι φωτισμού είτε ήσαν σε κατάστασι θεώσεως, γι’ αυτό και όλοι τους έχουν την ίδια ακριβώς αντίληψι για την Αγία Γραφή και κάνουν όλοι τους την ίδια ερμηνεία στην Αγία Γραφή στα βασικά της σημεία και την ίδια ερμηνεία στα κείμενα των άλλων Πατέρων της Εκκλησίας.
Από τα παραπάνω τι συνάγεται; Όσοι βρίσκονται σε κατάστασι φωτισμού ή θεώσεως, αυτοί είναι θεόπνευστοι ή δεν είναι θεόπνευστοι; Απάντησις: Αυτοί φυσικά είναι θεόπνευστοι. Διότι θεοπνευστία σημαίνει τι; Σημαίνει να είναι κάποιος εμπνευσμένος από τον Θεόν. Εν αντιδιαστολή προς τι; Προς το να είναι κανείς εμπνευσμένος από τον διάβολο και τους δαίμονες. Εκείνος θα είναι διαβολόπνευστος και δαιμονόπνευστος.
Η υψηλοτέρα μορφή της Αποκαλύψεως όσον αφορά στην θεοπνευστία, ήταν εκείνη που συνέβη στους Αποστόλους κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Το κλειδί λοιπόν της Ορθοδόξου θεολογίας σχετικά με την θεοπνευστία είναι η Πεντηκοστή. Εάν κανείς μπορέση να κατανοήση την σημασία της Πεντηκοστής για την Πατερική παράδοσι, τότε και θεολόγος να μην είναι, τουλάχιστον θα ξέρη τι είναι Θεολογία και τι θεολόγος. Όπως δεν χρειάζεται να είναι κανείς γιατρός για να ξέρη τι είναι η Ιατρική επιστήμη και τι είναι γιατρός, κατά τον ίδιο τρόπο κάποιος μπορεί να ξέρη τι είναι Θεολογία, ποιος είναι ο θεολόγος και ποιος είναι ο θεολογών, χωρίς να είναι ο ίδιος θεολόγος ή θεολογών.
Σημειώσεις